Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2008

Καλά εσύ έφυγες νωρίς...

ΤΕΛΥΤΑΙΟΣ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΤΑΣΣΟ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟ

‘Ολες οι «αυλές» έχουν «γελωτοποιό», εκφραστή της αναιδούς του δήμου αλήθειας. Εδώ, τον ρόλο παίζει ο Γιάννης, που ταράζει προς στιγμήν την επίφαση τάξης, φωνάζοντας στον Χριστόφια και τον Καραμανλή, καθώς περνούν βαδίζοντας προς τη σωρό του Προέδρου Παπαδόπουλου: «φανείτε άξιοί του!». Τα χαρακτηριστικά τους τσιτώνονται για ένα κλάσμα μοναχά δευτερολέπτου, προδίδοντας τον ασυνείδητο τρόμο των πολιτικών μπροστά στην ιστορία.

Στην Αγιά Σοφιά του Στρόβολου, η μάζωξη των πενθούντων θυμίζει μικρογραφία του γένους των Ελλήνων, θεωρητικά ενωμένων περί την ηγεσία τους, ψυχολογικά έτοιμων όμως, αν οι περιστάσεις τους οδηγήσουν, να εξαπολύσουν μιαν ακόμα από τις φοβερές τους εμφύλιες συγκρούσεις. Η τελετή συμβιβάζει αλήθεια και πρωτόκολλο. ‘Αλλωστε, ο Παπαδόπουλος δεν θάξιζε πολλά πράγματα αν δεν προκαλούσε ενόχληση κι αντιδράσεις, όπως εύστοχα υπογραμμίζει από άμβωνος ο Αρχιεπίσκοπος, μπερδεύοντας μια στιγμή, σε αναζήτηση ηγέτη, «Βάσσο» και «Τάσσο».

Τον τύπο τηρούν άπαντες σχολαστικά, απρόθυμοι να βγάλουν τα πολιτικά «σπαθιά» τους από τα «θηκάρια». Η παραδειγματική αυτοπειθαρχία του εκκλησιάσματος κι όσων δεν χώρεσαν, πιέζει ασφυκτικά το συναίσθημα ηλεκτρίζοντας την ατμόσφαιρα. Πάνω από τη σωρό του Προέδρου πούφυγε πικραμένος, γιατί προδομένος από τους δικούς του, όπως έγραψε ο διευθυντής του διπλωματικού του γραφείου Τάσσος Τζιωνής, πάνω κι από τα κεφάλια των πολιτικών Κύπρου και Ελλάδας, νοιώθεις εύκολα τον σαρκαστικό χορό που στήσανε Ερινύες, Νέμεσις, Φόβος και Οργή.

Η πολιτική ηγεσία των δύο χωρών αποδίδει τον δέοντα φόρο τιμής. Ακούει τον επικήδειο του Βάσσου Λυσσαρίδη, του «Γιατρού», που συνδέει ο ίδιος, με το νήμα της ζωής του, ΕΑΜ, ΕΟΚΑ, αντίσταση στη χούντα και απόρριψη του σχεδίου Ανάν, θρύλος του αντιαποικιακού κινήματος, ξακουστός στα πέρατα Αφρικής και Αραβίας. Εναλάσσει μιλώντας αισιοδοξία και μαχητική διεκδίκηση πολιτικού και αγωνιστή, έφηβου γέροντα, με το μίσος και την οργή απελπισμένου ποιητή, που θέλει με τους στοίχους του να αποτρέψει τη φοβερή μοίρα του οίκου των Ατρειδών. Η τέχνη του επιτρέπει ευκολίες που δεν παρέχει η γλώσσα της πολιτικής. Αποτρεπτική κατάρα ακούγεται ο στοίχος του:

«Πικρή η σκλαβιά
Μην ακουμπήσεις σ’ αυτό το
χώμα
Θα σ’ αφανίσει η οργή του
Νερό απ’ τη βρύση της
Λαπήθου μη
γευτείς.
Πικρό αφιόνι
θα πικρολιώσει
τα πικραμένα σου σωθικά
Αέρα όταν φυσάει απ’ τον
βορρά
μην ανασάνεις.
Θάναι στο λέω η τελευταία
σου πνοή.»

Αναρωτιέμαι τι νοιώθουν οι πολιτικοί; Μπορούν άραγε, σήμερα, να βρεθούν πολιτικοί με αίσθηση ιστορικότητας, ικανοί να αφομοιώσουν ιδέες των αντιπάλων τους, αντί ν’ αμύνονται, συναισθηματικά ανάπηροι, στην εναντιότητα; Ο ομιλητής ξαναγυρνάει στην πολιτική, υπογραμμίζει την ενότητα του ελληνισμού, ζητά από τους παρόντες ηγέτες να μην επιτρέψουν ευρωπαϊκή ένταξη της Τουρκίας a la carte. Ξαναγυρνάει στον στοίχο, μιλώντας στον νεκρό «μαχητή, που δρασκελά τα σύνορα του ‘Αδη», αυτόν που καταψήφισε μαζί του τις επονείδιστες συνθήκες της Ζυρίχης και του Λονδίνου, υποσχόμενος ότι

«‘Οταν το βράδυ ο Ζέφυρος θα συνοδεύει
του Αίαντα το παράφωνο γέλιο
όταν τα κιονόκρανα της Σαλαμίνας
φοβισμένα
θα διηγούνται ψεύτικες ιστορίες...
όταν οι μαινάδες θα ξεσχίζουν
τα ανύπαρκτα ιμάτια
εμείς μαζί σου
θα θυμίσουμε στους μόνιμους
και τους περαστικούς ότι
περπατούν στ’ αχνάρια του Ζήνωνα...
ότι αυτά τα χώματα
φιλοξενούν το DNA του Ζήνωνα
του Κίμωνα, του Ρε, του Αυξεντίου.»

Αριστερά μου, βλέπω τον αγωνιστή της ΕΟΚΑ, κοντεύει να τον σκοτώσει η προσπάθεια να μην αφήσει λεύτερα τα δάκρυα για τον Τοεμάρχη του. Δίπλα, η ομορφιά της μαυροφορεμένης κοπελίτσας, κορυφώνει την ένταση της απέραντης απελπισίας της, του βουβού «γιατί;» της, σώμα, πρόσωπο και βλέμμα στα όρια της υστερίας. Δεξιά, μερικοί από τους συντάκτες του σχεδίου Ανάν, μέλη των επίσημων αντιπροσωπειών, ακούνε ανέκφραστοι τον «Γιατρό» να χαιρετά, μέσα σε θύελλα χειροκροτημάτων, τον Πρόεδρο που απέρριψε τα «εθνοκτόνα σχέδια». Το εκκλησίασμα δεν επιτρέπει στον Λυσσαρίδη να μιλήσει. Μία, δύο, δέκα, δεκαπέντε φορές, τον διακόπτει με πεισματικό, ασταμάτητο χειροκρότημα.Εξίσου πεισματικά, το αρνείται, μια φορά έστω, στον Πρόεδρο Χριστόφια. Ούτε καν οι παρόντες συνεργάτες του...

Κι αυτός όμως κατάφερε το ακατόρθωτο. Μίλησε πάνω από το φέρετρο του Παπαδόπουλου, τέσσερα χρόνια εταίρου του στην κυπριακή κυβέρνηση, θυμήθηκε τα πάντα, όχι όμως το «’Οχι» στο σχέδιο Ανάν, που απέσπασε το 76% του λαού στο δημοψήφισμα του 2004 και για το οποιίο προπάντων θα μείνει στην ιστορία! ‘Εντεκα μήνες, από τις εκλογές μέχρι τον θάνατό του, δεν σήκωσε μια φορά το τηλέφωνο, δεν συναντήθηκε μια φορά με τον τέως Πρόεδρο και σύμμαχό του. Κι ας ήταν το είδωλο της κυπριακής αριστεράς, ο Μίκης Θεοδωράκης, που κατέταξε το ‘Οχι, του 2004, δίπλα στο ‘Οχι του 1940 και στο ‘Οχι στη χούντα του 1967. Αρνούμενοι να υπερασπίσουν την κληρονομιά του δημοψηφίσματος, Χριστόφιας και ΑΚΕΛ, μπορούν άραγε να χτίσουν την απαραίτητη βαθύτερη ενότητα μιας εθνικής ομάδας που τόσο πολύ απειλούν την υπαρξή της, διαχρονικά, «’Εμποροι των Εθνών» και Εφιάλτες; Τη εικόνα του τραγέλαφου ολοκλήρωσε μια μεγάλη προσωπικότητα της ευρωπαϊκής πολιτικής, ο Υπουργός Εξωτερικών της Ισπανίας Μιγκέλ Μορατίνος, που ήρθε αυτόκλητος, να υπερασπιστεί, με άρθρο του στον κυπριακό τύπο, την πολιτική κληρονομιά του Τάσσου, που αρνούνται να υπερασπίσουν τόσοι συμπατριώτες του και πολιτικοί της Ελλάδας.

«Παρέλαβα κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο. Δεν θα παραδώσω κοινότητα εις αναζήτηση διεθνούς κηδεμόνα», ήταν το κεντρικό σημείο του ιστορικού διαγγέλματος του 2004, που θυμίζει τώρα ο Βάσσος Λυσσαρίδης, διαγγέλματος που ακούνε και ξανακούνε τώρα στην Κύπρο από τις τηλεοράσεις. ‘Ολοι τόδανε τότε, τώρα όμως δεν προσέχουν πια μόνο το δάκρυ και δεν ακούν μόνο το ‘Οχι, σκέφτονται ίσως για πρώτη φορά καλά τα επιχειρήματα.

Γιατί πέθανε ο Παπαδόπουλος, ρωτάω τον συνομιλητή μου. Παραδόξως, δεν ξαφνιάζεται από την αλλόκοτη ερώτηση. Ο Ευγένιος που με πάει στο αεροδρόμιο, θυμίζει τα κεφάλια των φίλων του που σκότωσαν οι Τούρκοι, τα αυτιά τους που πέρασαν σε κομπολόγια, τον Τουρκοκύπριο που φώναζε «πούναι η μάνα σας να τη γαμίσω», τους συντρόφους του που πέταγαν στη θάλασσα πηγαίνοντας στα ‘Αδανα, τους αγνοούμενους αδελφούς του, πως τον σακάτεψαν αιχμάλωτο. Είναι πολύ ευγενής για να μιλήσει για την Ελλάδα-μητρυιά, που ο Πρόεδρος της ΕΔΑ Ιωάννης Πασσαλίδης, είχε περιγράψει κράτος (προτεκτοράτο) δούλων, που δεν μπορεί να βοηθήσει απελευθέρωση σκλάβων! Τα λέει όλα αυτά για να τον κρίνω με επιείκεια, που, μη θέλοντας τον πόλεμο, θα ψηφίσει όποια λύση κι αν έρθει. Τον τρομάζω κι εγώ με τη σειρά μου, υποστηρίζοντας ότι ο ασφαλέστερος δρόμος για πόλεμο, είναι μια κακιά συμφωνία. Αλλά δεν ξέρω φυσικά που θα καθήσουν, αν και καμωμένα από θέληση ανθρώπων, της ιστορίας τα ζάρια.

ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΗ