Για επαναφορά του απορριφθέντος σχεδίου Ανάν κατηγόρησε τον κ. Χριστόφια ο αντιπρόεδρος του (συγκυβερνώντος) ΔΗΚΟ Νικόλας Παπαδόπουλος. Κατά τον κ. Παπαδόπουλο, η επαναφορά αυτή παραβιάζει τους όρους της συμφωνίας των τεσσάρων κομμάτων (ΑΚΕΛ-ΔΗΚΟ-ΕΔΕΚ-Οικολόγοι) που επέτρεψε την εκλογή του Κυπρίου Προέδρου το 2008.
Η δήλωση Παπαδόπουλου έγινε λίγο πριν την κρίσιμη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου (15.9). Κατά ορισμένους παρατηρητές, προαναγγέλει ενδεχόμενη αποχώρηση των συγκυβερνώντων ΔΗΚΟ και της σοσιαλιστικής ΕΔΕΚ από την κυβέρνηση. Οι σύμμαχοι του κ. Χριστόφια τον εγκαλούν για υποχωρητικότητα στο κυπριακό και διαχείριση των διαπραγματεύσεων εν αγνοία τους και του λαού.
Για πρώτη φορά όμως, ο κ. Χριστόφιας δέχεται τώρα πυρά για «υποχωρητικότητα» και από τον ΔΗΣΥ, που υποστήριξε το 2004 το σχέδιο Ανάν και που, αν και αντιπολίτευση, τον στήριζε μέχρι τώρα στο κυπριακό, εμμένοντας στην ανάγκη γρήγορης λύσης.
Οι κριτικές αντανακλούν την εξέλιξη της κοινής γνώμης. Σχεδόν τα δύο τρίτα των Ελληνοκυπρίων κρίνουν αρνητικά στις δημοσκοπήσεις του Ιουνίου τους χειρισμούς του Προέδρου στο κυπριακό, ενώ η σχέση ήταν περίπου αντίστροφη πριν ένα χρόνο. Στις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις, μια σαφής πλειοψηφία πολιτών διαφωνεί με τα κεντρικότερα σημεία των προτάσεων Χριστόφια στις διαπραγματεύσεις, όπως αίφνης η ελληνική πρόταση για εκ περιτροπής προεδρία από ‘Ελληνα και Τούρκο Πρόεδρο, που απορρίπτει το 56% των Ελληνοκυπρίων και εγκρίνει μόνο το 36%! Ακόμη και μεταξύ των ψηφοφόρων του ΑΚΕΛ, μόνο το 44% την αποδέχεται.
Η στάση των πολιτών (και των εφημερίδων «Φιλελεύθερος» και «Σημερινή») ανησυχεί τον επονομάζόμενο «δυτικό παράγοντα», που εξήγησε απερίφραστα, δια στόματος του Βρετανού Αρμοστή Μίλετ, στους πολιτικούς της νήσου (την ανεξαρτησία της οποίας ουδέποτε απεδέχθη στην πραγματικότητα), ότι είναι δουλειά τους «να πουλήσουν τη λύση» στον κόσμο. Ενώ ο κ. Ταλάτ συνέστησε δημόσια στον Δημήτρη Χριστόφια να μη χρονοτριβεί και να αρχίσει την «προετοιμασία» των πολιτών για την έγκριση μιας παραλλαγής του σχεδίου Ανάν!
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται οι ανθελληνικές δηλώσεις του προεδρεύοντος του Συμβουλίου της ΕΕ Καρλ Μπιλντ και του Γκίντερ Φερχόιγκεν, ενώ η Κυρία Κλίντον, ήδη από τις αρχές του χρόνου, έκανε λόγο για ανάγκη «άρσης της απομόνωσης των Τουρκοκυπρίων». Ακριβώς για να ενθαρρύνουν το ασθενικό «momentum», οι Αγγλοαμερικανοί επιδιώκουν μια τριμερή συνάντηση Μπαν Κι Μουν, Χριστόφια, Ταλάτ, πιθανώς τον Οκτώβριο στη Λευκωσία. Και για όσους επιμένουν να μην ... καταλαβαίνουν τι τους λένε, ο (φιλο-ανανικός) «Πολίτης» της Λευκωσίας υιοθετεί πιο ... «τρομοκρατικές» αποχρώσεις στο πρωτοσέλιδό του ενόψει Δεκεμβρίου και τουρκικής αξιολόγησης: «Λύση ή κρίση!»
Η ρητορεία αυτή φαίνεται όμως μέχρι τώρα να έχει τα αντίθετα αποτελέσματα, αν πιστέψουμε τα γκάλοπ. Το 70% των Ελληνοκυπρίων πιστεύει ότι η Κύπρος πρέπει να ανακόψει την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, αν η ‘Αγκυρα δεν εκπληρώσει τις ανειλημμένες υποχρεώσεις της για άνοιγμα αεροδρομίων και λιμανιών. Και από αυτό το ποσοστό, το 63% πιστεύει ότι πρέπει να το κάνει ούτως ή άλλως, ακόμη κι αν μείνει μόνη της, χωρίς ούτε καν την υποστήριξη της Αθήνας στην ΕΕ!
Το ΑΚΕΛ απαντά στις επικρίσεις υπογραμμίζοντας ότι θα ήταν «καταστροφή» τυχόν αποχώρηση από τις συνομιλίες (εκτίμηση που δεν κάνει μετριπαθέστερο τον Ταλάτ) και τονίζοντας ότι μη λύση του κυπριακού μπορεί να σημάνει διχοτόμηση του νησιού. Παρά την έντονη συναισθηματική-ιδεολογική φόρτιση αυτού του επιχειρήματος-ταμπού, η συχνή χρήση του μπορεί τελικά να οδηγήσει στο αντίθετο αποτέλεσμα. Σημαντικός αριθμός Ελληνοκυπρίων πολιτικών κατ’ ιδίαν και ακόμα περισσότεροι πολίτες βλέπουν πια τη διχοτόμηση ως λύση, προκειμένου να μη χάσουν το κράτος που διαθέτουν και να μην μπλέξουν σε άγνωστης κατάληξης πείραμα. Παρά τις επίσημες διακηρύξεις, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι μάλλον απομακρύνονται ψυχολογικά παρά πλησιάζουν. Και δεν θα μπορούσε να γίνει αλλοιώς αν σκεφτεί κανείς τον απίθανο δικολαβισμό που χαρακτηρίζει τις συνομιλίες ακόμα και για ασήμαντα θέματα. Είναι μάλλον στη σφαίρα του γελοίου το γεγονός ότι οι δύο πλευρές κουβεντιάζουν σχεδόν δύο χρόνια για το άνοιγμα του οδοφράγματος Λημνίτη, πολύ περισσότερο δηλαδή από όσο χρειάστηκε για να λυθεί το ζήτημα της γερμανικής ενοποίησης. Πως θα συνεννοηθούν αύριο στη διαχείριση κοινών κρατικών υποθέσεων; διερωτώνται φυσιολογικά οι πολίτες!
Για την εκ περιτροπής προεδρία το ΑΚΕΛ υποστηρίζει ότι προτάθηκε στο παρελθόν από τον Τάσσο Παπαδόπουλο, αρνείται όμως να μπει στη συζήτηση του κατά πόσον η λύση συμβιβάζεται με τη βιωσιμότητα του κράτους – κατ΄ιδίαν στελέχη του υποστηρίζουν ότι οι πρεδρικές εξουσίες θα είναι πολύ μειωμένες. Οι επικριτές όμως υπενθυμίζουν ότι τέτοιες ρυθμίσεις δεν έχουν εφαρμοσθεί σε κανένα από τα 200 κράτη με μειονότητες (πόσο μάλλον όταν οι ‘Ελληνες είναι 82% του πληθυσμού!) και θέτουν το ερώτημα τι θα συνέβαινε αν ήταν Τούρκος ο Πρόεδρος της Κύπρου στις κρίσεις του 1963 ή 1974, αν δηλαδή θα τον ακολουθούσε η διεθνής αναγνώριση και νομιμότητα, με τον ίδιο τρόπο που ακολούθησε τον Μακάριο τότε. Η εκ περιτροπής προεδρία δεν είναι άλλωστε η μόνη «περίεργη» ρύθμιση – το νέο κράτος π.χ. θα είναι το μοναδικό στον κόσμο όπου οι ψήφοι των πολιτών θα μετράνε διαφοιρετικά ανάλογα με την εθνικότητά τους!!! Ειρήσθω εν παρόδω, ότι ο κυπριακός λαός δεν έχει ουδέποτε κληθεί να αποφασίσει τι είδους λύση επιθυμεί και αν συμφωνεί με όσα προτείνουν οι ηγέτες του.
Πηγές προσκείμενες στον κ. Χριστόφια, που έχουν γνώση των διαλαμβανόμενων στις συνομιλίες, εκφράζουν πάντως απαισιοδοξία εκτιμώντας ότι δεν υπάρχει σοβαρή πιθανότητα κατάληξης. Πολιτικοί αναλυτές στη Λευκωσία υπενθυμίζουν όμως ότι οι ίδιες εκτιμήσεις γίνονταν και το 2004, ότι η Τουρκία δηλαδή θα πει όχι και διαψεύσθηκαν παταγωδώς. Εν πάσει περιπτώσει, η κυπριακή κυβέρνηση δεν φαίνεται να διαθέτει εναλλακτικό «σχέδιο Β’», γεγονός που κινδυνεύει να την εγκλωβίσει σε «μονόδρομο» οδηγώντας είτε σε αποδοχή απαράδεκτων ρυθμίσεων, είτε σε νέα διεθνή «ενοχοποίηση» της Λευκωσίας.
Προκειμένου «να μη διαταραχθεί» το κλίμα, η Κυπριακή Δημοκρατία αποφεύγει συστηματικά κάθε υπενθύμιση των τουρκικών ευθυνών για το κυπριακό, περιορίζει κατά το δυνατόν τις διεθνείς καταγγελίες των εγκλημάτων του τουρκικού στρατού και την εκμετάλλευση ευνοϊκών αποφάσεων όπως η πρόσφατη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για την υπόθεση ‘Οραμς. Η πολιτική αυτή όμως δεν βρίσκει ανταπόκριση στην άλλη πλευρά, που επιμένει να παρουσιάζει διεθνώς επιχειρήματα και κατηγορίες κατά των Ελληνοκυπρίων και της Ελλάδας, δημιουργώντας κλίμα που θα συντελέσει να ... καταδικασθεί η Κύπρος και όχι η Τουρκία τον Δεκέμβριο. Το μόνο που δεν έχουμε διαβάσει μέχρι τώρα στον ευρωπαϊκό τύπο ή δεν έχουμε ακούσει από Ευρωπαίους πολιτικούς είναι ότι η ... Κύπρος εισέβαλε στην Τουρκία. Ενώ ταυτόχρονα, η ‘Αγκυρα, ανεξαρτήτως τελικού αποτελέσματος, εγκολπώνεται τις παραχωρήσεις που κάνει τώρα η Λευκωσία και που θα είναι πολύ δύσκολο να αρνηθεί σε οποιαδήποτε μελλοντική διαπραγμάτευση.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.