Το περίγραμμα μιας νέας ενδοευρωπαϊκής «πόλωσης» αρχίζει τώρα να αχνοφαίνεται, μιας «πόλωσης» ανάλογης, με κάποιες παραλλαγές, αυτής που σημειώθηκε εξαιτίας του πολέμου στο Ιράκ, το 2003, ανάμεσα σε οπαδούς της «παληάς», «ευρωπαϊκής» και οπαδούς της «νέας», «αμερικανικής» Ευρώπης. Αιτία, η αποκλίνουσα στάση έναντι της τουρκικής ένταξης, ενόψει της αξιολόγησης του Δεκέμβρη, που θεωρείται εξαιρετικά κρίσιμη για το μέλλον της υποψηφιότητας της ‘Αγκυρας και όπου κύριο ρόλο θα διαδραματίσει το κυπριακό.
Παραδόξως, δεν είναι Ελλάδα και Κύπρος που «πρωταγωνιστούν» στην ήδη εκκινήσασα στο παρασκήνιο διπλωματική μάχη, ως υποκείμενα τουλάχιστον και όχι αντικείμενα έξωθεν πιέσεων. Η Κυρία Μπακογιάννη και ο κ. Χριστόφιας προφήτεψαν μάλιστα εσχάτως «δύσκολες μέρες» μέχρι τον Δεκέμβρη, δεν εξήγησαν όμως γιατί θα έρθουν. Θεωρητικώς τουλάχιστον, και από όσα μας έχουν πει οι ίδιοι, η τουρκική ενταξιακή πορεία είναι η «χρυσή ευκαιρία» της Αθήνας και της Λευκωσίας να πιέσουν την ‘Αγκυρα για λύση των ζητημάτων τους, όχι να πιεσθούν οι ίδιες από την ‘Αγκυρα, όπως συμβαίνει ή φοβούνται ότι θα συμβεί!
Στη Γερμανία, η Καγκελλάριος Μέρκελ κατέστησε ήδη, στην καμπάνια για τις ευρωεκλογές, την αντίθεση στην τουρκική ένταξη, διακριτικά, αλλά με σαφήνεια, βασικό στοιχείο της πολιτικής πλατφόρμας της και λίγο απέχει πλέον από το να αναβαθμίσει την αντίθεση αυτή σε επίσημο προγραμματικό στοιχείο της γερμανικής δεξιάς. Το γερμανικό κατεστημένο, όλο και σαφέστερα, εκτιμά ότι δεν μπορεί να καταβάλει το κόστος μιας αέναα διευρυνόμενης Ευρώπης, ιδίως σε περίοδο οικονομικής κρίσης, διαπιστώνει την παράλυση της ΕΕ εξαιτίας της προηγούμενης διεύρυνσης και δεν επιθυμεί να γίνει η Τουρκία, λόγω του πληθυσμού της, το σημαντικότερο κράτος-μέλος της ‘Ενωσης. Αυτά ήταν προφανή και στο παρελθόν, όπως όμως έγραψε και ο ... Γερμανός Καρλ Μαρξ, μια ιδιότητα της συνείδησης είναι να καθυστερεί έναντι του είναι.
Στη γειτονική Γαλλία, ο Νικολά Σαρκοζί επιδίδεται και στο θέμα αυτό στον οπορτουνισμό που τόσο ταιριάζει στην ιδιοσυγκρασία του. Τη μια κλείνει το μάτι στην Τουρκία, ακριβέστερα στις ΗΠΑ και το Ισραήλ που την υποστηρίζουν, την άλλη στους ψηφοφόρους του. Ο Φρανσουά Μιτεράν τους είπε ότι «η Γαλλία είναι η πατρίδα μας, η Ευρώπη το μέλλον μας», κι αυτοί δεν καταλαβαίνουν τώρα γιατί πρέπει, ήδη ταλαιπωρημένοι από το ισχυρό ευρώ και τους «Πολωνούς υδραυλικούς», να «παντρευτούν» με το ζόρι και τους Τούρκους – «μακριά κι αγαπημένοι» είναι η σταθερά κυρίαρχη άποψη ελίτ και κοινής γνώμης στη Γαλλία.
Ο κύριος άξονας βεβαίως της πολιτικής του Προέδρου Σαρκοζί είναι η ευθυγράμμιση της γαλλικής με την αμερικανική και ισραηλινή εξωτερική-αμυντική πολιτική, γεγονός που, σε συνδυασμό με τα γαλλικά οικονομικά συμφέροντα, τον υποχρεώνει να μετριάζει τον οίστρο του κατά της ένταξης, παρά και την «προσωπική παθιασμένη αντίθεσή του στην ιδέα», που διαπιστώνουν κατά καιρούς συνομιλητές του. ‘Ετσι, τη μια καταργεί το άρθρο του συντάγματος που επέβαλε δημοψήφισμα για την τουρκική ένταξη, την άλλη εκστρατεύει λάβρος εναντίον της. Πόσο μάλλον που η αντίθεσή του συνιστά και μείζον πολιτικό όπλο κατά της αριστεράς που, αναπτερωμένη από τη νίκη της «καλής Αμερικής» του Ομπάμα, εξακολουθεί να υποστηρίζει με φανατισμό (και εις βάρος της) τα «ιδεολογήματα» της «ευτυχούς παγκοσμιοποίησης» που βασίλευαν στη δεκαετία του 1990.
Γάλλοι και Γερμανοί έχουν επανειλημμένως βολιδοσκοπήσει την Αθήνα για μια συμμαχία μαζί τους, αλλά συνάντησαν τείχος φανατικής υποστήριξης προς την τουρκική ένταξη που τους εξέπληξε. «Δεν σας πιστεύουμε, δεν είσαστε ειλικρινείς ότι θέλετε την ένταξη της Τουρκίας, για άλλους λόγους το κάνετε», λένε κατά καιρούς στους ‘Ελληνες συνομιλητές τους. ‘Οσο για την Κύπρο, τα πράγματα μοιάζουν ακόμα χειρότερα, αφού οι σχέσεις του Παρισιού με τη Λευκωσία μόνο στο καλύτερο σημείο τους δεν βρίσκονται, παρόλο που η Κύπρος αν χρειαστεί τίποτα στο Συμβούλιο Ασφαλείας σε Μόσχα, Παρίσι και Πεκίνο θα τρέχει πάλι (Τα παράδοξα δεν σταματούν εδώ, γιατί την ίδια στιγμή η Κύπρος διαθέτει άριστες σχέσεις με το Λονδίνο, που οδηγούν όμως στο να πιέζεται έντονα σε όλα τα μέτωπα από τη Βρετανία! Ελλαδική και κυπριακή διπλωματία είναι καμμιά φορά τόσο περίπλοκες, που θα σάστιζαν και τον Μέτερνιχ ακόμα).
Θα περίμενε κανείς, αφού η Ελλάδα δεν συμμαχεί με τον ένα υπό διαμόρφωση πόλο, να ... «εξαργυρώσει» τουλάχιστον την υποστήριξή της στον άλλο. Ούτε αυτό γίνεται όμως, το αντίθετο! Οι «καρπαζιές» πέφτουν «σύννεφο» από αυτή τη μεριά. Ο Πρόεδρος Ομπάμα συνεχάρη τους Τούρκους, μιλώντας στη Μεγάλη Εθνοσυνέλευσή τους, για τον θρίαμβό τους επί των Ελλήνων στη Μικρασία και η Υπουργός του των Εξωτερικών ζήτησε την άρση της «απομόνωσης» των Τουρκοκυπρίων! Ο Καρλ Μπιλντ κατηγόρησε την Ελλάδα, στην οποία επεβλήθη δικτατορία από τις ΗΠΑ για να «λυθεί» το κυπριακό, ως υπεύθυνη της τουρκικής εισβολής του 1974, χωρίς μάλιστα να του απαντήσει ουσιαστικά κανείς! Ο κ. Χριστόφιας βλέπει ότι, παρά τις μείζονες παραχωρήσεις που ήδη έκανε στις διαπραγματεύσεις, του ζητάνε τώρα ακόμα μεγαλύτερες, θέτοντας εν αμφιβόλω το αν τελικά θα καταλήξουν σε κάποια μορφή βιώσιμου, ανεξάρτητου και δημοκρατικού κράτους. Ελλάδα και Κύπρος αντιμετωπίζουν εκφοβιστικές πτήσεις και διεκδικήσεις σε Αιγαίο και Ανατ. Μεσόγειο. Και είναι βεβαίως εκτός των ειδικών «γκρουπ» που έχουν συσταθεί από τη Σουηδία, με βρετανική υποστήριξη και συμμετοχή σημαντικών κρατών της «Νέας Ευρώπης», για να προωθήσουν την τουρκική ένταξη και τη λύση του κυπριακού. Μάταια η ελληνίδα Υπουργός Εξωτερικών διαβεβαιώνει τη Χουριέτ για το πόσο ειλικρινής είναι η ελληνική υποστήριξη προς την τουρκική ένταξη. Ακταιωρούς στην Κάλυμνο και εικονικούς βομβαρδισμούς στο Φαρμακονήσι παίρνει ως απάντηση!
Και όμως, δεν θάπρεπε νάναι έτσι - και οι Τούρκοι το γνωρίζουν άριστα! Γνωρίζουν δηλαδή ότι η Κύπρος κατ’ αρχήν και η Ελλάδα επίσης έχουν στα χέρια τους το «κλειδί» για την πρόοδο της τουρκικής ένταξης, μόνο που αυτό το «κλειδί» μετετράπη κατά «μαγικό» τρόπο σε μοχλό πίεσης για να λύσουν τα προβλήματα κατά τρόπο συμβατό με τις τουρκικές επιδιώξεις. Στο τελευταίο discussion paper του τουρκικού Κέντρου Μελετών Οικονομικής και Εξωτερικής Πολιτικής (EDEM), o Καθηγητής Ατίλα Εράλπ, δεν καταφέρνει να αποκρύψει τη σημασία που έχει για την Τουρκία η επίλυση του κυπριακού και την ελπίδα του να κινητοποιηθούν υπέρ των τουρκικών θέσεων (όπως ήδη γίνεται) ΕΕ και κυβέρνηση Ομπάμα. Υπογραμμίζει τη σημασία να γίνει αυτό τώρα σε πνεύμα «αναλογικότητας και συμβιβασμού», ανάλογο των ιδεών του Σερ Χάνεϊ, εμπνευστή και αριχτέκτονα του Σχεδίου Ανάν. Ο Καθηγητής Εράλπ διαφημίζει μια τέτοια λύση ως τη μεγάλη «success story» που χρειάζεται η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, αφήνοντας όμως καθαρά να διαφανεί ότι αυτή είναι η “success story” που χρειάζεται η ‘Αγκυρα. Παραδέχεται ότι ο χρόνος δεν είναι στην πλευρά των Τουρκοκυπρίων, ενώ ομολογεί τον μεγάλο φόβο της ‘Αγκυρας ότι η κυπριακή ηγεσία κι ο λαός μπορούν να σκεφτούν ότι ο χρόνος, αντίθετα, είναι με τη δική τους πλευρά και να μη βιαστούν να καταλήξουν σε λύση!
Η διπλωματία των Ερντογάν και Νταβούτογλου σηματοδοτεί τρόπον τινά την ενηλικίωση και σχετική αυτονόμηση έναντι των ΗΠΑ μιας Τουρκίας που έπαιζε, στις δεκαετίες του 1950 και 1960 τον ρόλο της στρατιωτικής αιχμής τους στη Μέση Ανατολή. Η Ελλάδα βρίσκεται μάλλον στην αντίστροφη πορεία...
Σάββατο 29 Αυγούστου 2009
Παρασκευή 28 Αυγούστου 2009
"Απουσία" Αθήνας από το κυπριακό - και η σημασία του για την Ελλάδα
Ως «απούσα» από το κυπριακό ενεκάλεσε περίπου την Ελλάδα ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ Νίκος Αναστασιάδης, ενώ παράπονα «εγκατάλειψης» από τη «μητέρα-πατρίδα» είχε εκφράσει νωρίτερα και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος. Αμφότεροι βέβαια ήταν αρκετά ασαφείς στο τι ακριβώς εννούν ως ελλαδική ανάμειξη στην υπόθεση – και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι εννοούν το ίδιο!
Γεγονός όμως είναι και πρόκειται για γεγονός πρωτοφανές για την ελληνική διπλωματία και πολιτική μετά το 1950, ότι το κυπριακό μοιάζει να έχει «εξαφανισθεί» από τον «προβληματισμό» των ελληνικών πολιτικών κομμάτων. Προφανώς απασχολεί τους κ.κ. Καραμανλή, Παπανδρέου και Μπακογιάννη, πως τους απασχολεί όμως και τι επιδιώκουν παραμένει επτασφράγιστο μυστικό. Οι επίσημες ή ημιεπίσημες τοποθετήσεις περιορίζονται σε άνευ περιεχομένου και νοήματος ευχολόγια του τύπου «υποστηρίζουμε τις συνομιλίες για επίλυση του κυπριακού». Τέτοιες δηλώσεις, με τις οποίες μπορούν άνετα να συμφωνήσουν όλοι οι πολιτικοί στον πλανήτη, του Ταγίπ Ερντογάν και του Βάσσου Λυσσαρίδη περιλαμβανομένων, είναι εν μέρει υπεύθυνες και για την «κόπωση» της ελληνικής κοινής γνώμης, που, πολύ φυσιολογικά βαριέται την απουσία νοήματος. Και δίνουν λαβή στους καχύποπτους να πιστεύουν ότι ορισμένοι πολιτικοί της Αθήνας έχουν αφήσει στον κ. Χριστόφια την αμφίβολη «τιμή» να επωμισθεί το βάρος ρυθμίσεων που μπορεί να αποδειχθούν επαχθείς...Ενώ άλλοι, προτιμούν να «οχυρώνονται» πίσω από το «δόγμα»: «Ξεπληρώσαμε το χρέος μας βάζοντας την Κύπρο στην ΕΕ, ας πορευθεί μόνη της πια».
Δεν γνωρίζουμε τίποτα για το τι είπε επί ώρες η Υπουργός Εξωτερικών με τον Σουηδό ομόλογό της, για τον οποίο το κυπριακό έχει γίνει περίπου έμμονη ιδέα (!), ούτε τι σκέπτεται να πράξει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης εφόσον γίνει Πρωθυποιυργός. Μετά το «σοκ» του 2004, όταν οι Κύπριοι απέρριψαν ένα σχέδιο που είχαν διαπραγματευθεί οι ηγέτες Κύπρου και Ελλάδας και υποστηρίχθηκε από τη μεγάλη πλειοψηφία του πολιτικού κόσμου των δύο κρατών, δεν διεξήχθη κανένας άξιος λόγου δημόσιος διάλογος για το κυπριακό. Ούτε ανιχνεύθηκαν οι αιτίες μιας τόσο κραυγαλέας απόστασης πολιτικής ελίτ και λαού, αυτόχρημα επικίνδυνης για τη χώρα, αλλά και υπονομευτικής της όποιας διπλωματικής αποτελεσματικότητας.
Επειδή το κυπριακό δεν συζητείται πλέον στην Ελλάδα, δεν έπαυσε βέβαια να αποτελεί την «καρδιά» της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης, όπως δικαιολογημένα το χαρακτήρισε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, προσθέτοντας ότι «δεν μπορούμε να χωρίσουμε από την Κύπρο»! ‘Ολη η ελληνική πολιτική ιστορία είναι αδιάψευστος μάρτυς για την κρίσιμη σημασία του ζητήματος και για την εσωτερική πολιτική και για το μέλλον και θέση των ελληνικών πολιτικών παρατάξεων. Αν ο κυπριακός λαός και οι εκλεγμένοι ηγέτες του είναι οι κατεξοχήν αρμόδιοι για το αν και τι λύση θα υπάρξει, αυτό δεν σημαίνει ότι το θέμα μπορεί να αφήσει αδιάφορη την Ελλάδα, που δεν έχει μόνο ηθική και συμβατική υποχρέωση (λόγω των συνθηκών Ζυρίχης-Λονδίνου) να εγγυηθεί την ανεξαρτησία και βιωσιμότητα του μέλλοντος κυπριακού κράτους. ‘Εχει επίσης ζωτικό θέμα δικής της ασφάλειας.
Κορυφαίος ‘Ελληνας διπλωμάτης σημειώνει επ’ αυτού: «Από ορισμένες απόψεις, οι ρυθμίσεις του κυπριακού μπορούν να επηρεάσουν την ασφάλεια της Ελλάδας περισσότερο από ρυθμίσεις στο Αιγαίο. Αν η λύση είναι ικανοποιητική, θα δοθεί μεγάλη ώθηση στην επίλυση του όλου πλέγματος των ελληνοτουρκικών, παρόλο που, με τα σημερινά δεδομένα, αυτό μοιάζει μάλλον όνειρο θερινής νυκτός. Αν, αντίθετα, η υπάρχουσα Κυπριακή Δημοκρατία αντικατασθεί από sui generis, δαιδαλώδες και δυσλειτουργικό μόρφωμα, που δεν θα πληροί στοιχειώδεις αρχές κρατικής συγκρότησης που ισχύουν παγκόσμια, τότε η ίδια η Ελλάδα θα καταστεί όμηρος της καλής θέλησης ‘Αγκυρας/Αγγλοαμερικανών, για να μην κινδυνεύσουν οι Ελληνοκύπριοι. Σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα μπορεί να ασκήσει ούτε εξωτερική πολιτική, ούτε, καλά-καλά, κυριαρχία σε Αιγαίο-Θράκη. ‘Οσο πιο πολύ οι ‘Ελληνες πολιτικοί προσπαθούν να αποφύγουν το κυπριακό, τόσο πιο άσχημα κινδυνεύουν να το βρουν τελικά μπροστά τους».
Γεγονός όμως είναι και πρόκειται για γεγονός πρωτοφανές για την ελληνική διπλωματία και πολιτική μετά το 1950, ότι το κυπριακό μοιάζει να έχει «εξαφανισθεί» από τον «προβληματισμό» των ελληνικών πολιτικών κομμάτων. Προφανώς απασχολεί τους κ.κ. Καραμανλή, Παπανδρέου και Μπακογιάννη, πως τους απασχολεί όμως και τι επιδιώκουν παραμένει επτασφράγιστο μυστικό. Οι επίσημες ή ημιεπίσημες τοποθετήσεις περιορίζονται σε άνευ περιεχομένου και νοήματος ευχολόγια του τύπου «υποστηρίζουμε τις συνομιλίες για επίλυση του κυπριακού». Τέτοιες δηλώσεις, με τις οποίες μπορούν άνετα να συμφωνήσουν όλοι οι πολιτικοί στον πλανήτη, του Ταγίπ Ερντογάν και του Βάσσου Λυσσαρίδη περιλαμβανομένων, είναι εν μέρει υπεύθυνες και για την «κόπωση» της ελληνικής κοινής γνώμης, που, πολύ φυσιολογικά βαριέται την απουσία νοήματος. Και δίνουν λαβή στους καχύποπτους να πιστεύουν ότι ορισμένοι πολιτικοί της Αθήνας έχουν αφήσει στον κ. Χριστόφια την αμφίβολη «τιμή» να επωμισθεί το βάρος ρυθμίσεων που μπορεί να αποδειχθούν επαχθείς...Ενώ άλλοι, προτιμούν να «οχυρώνονται» πίσω από το «δόγμα»: «Ξεπληρώσαμε το χρέος μας βάζοντας την Κύπρο στην ΕΕ, ας πορευθεί μόνη της πια».
Δεν γνωρίζουμε τίποτα για το τι είπε επί ώρες η Υπουργός Εξωτερικών με τον Σουηδό ομόλογό της, για τον οποίο το κυπριακό έχει γίνει περίπου έμμονη ιδέα (!), ούτε τι σκέπτεται να πράξει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης εφόσον γίνει Πρωθυποιυργός. Μετά το «σοκ» του 2004, όταν οι Κύπριοι απέρριψαν ένα σχέδιο που είχαν διαπραγματευθεί οι ηγέτες Κύπρου και Ελλάδας και υποστηρίχθηκε από τη μεγάλη πλειοψηφία του πολιτικού κόσμου των δύο κρατών, δεν διεξήχθη κανένας άξιος λόγου δημόσιος διάλογος για το κυπριακό. Ούτε ανιχνεύθηκαν οι αιτίες μιας τόσο κραυγαλέας απόστασης πολιτικής ελίτ και λαού, αυτόχρημα επικίνδυνης για τη χώρα, αλλά και υπονομευτικής της όποιας διπλωματικής αποτελεσματικότητας.
Επειδή το κυπριακό δεν συζητείται πλέον στην Ελλάδα, δεν έπαυσε βέβαια να αποτελεί την «καρδιά» της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης, όπως δικαιολογημένα το χαρακτήρισε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, προσθέτοντας ότι «δεν μπορούμε να χωρίσουμε από την Κύπρο»! ‘Ολη η ελληνική πολιτική ιστορία είναι αδιάψευστος μάρτυς για την κρίσιμη σημασία του ζητήματος και για την εσωτερική πολιτική και για το μέλλον και θέση των ελληνικών πολιτικών παρατάξεων. Αν ο κυπριακός λαός και οι εκλεγμένοι ηγέτες του είναι οι κατεξοχήν αρμόδιοι για το αν και τι λύση θα υπάρξει, αυτό δεν σημαίνει ότι το θέμα μπορεί να αφήσει αδιάφορη την Ελλάδα, που δεν έχει μόνο ηθική και συμβατική υποχρέωση (λόγω των συνθηκών Ζυρίχης-Λονδίνου) να εγγυηθεί την ανεξαρτησία και βιωσιμότητα του μέλλοντος κυπριακού κράτους. ‘Εχει επίσης ζωτικό θέμα δικής της ασφάλειας.
Κορυφαίος ‘Ελληνας διπλωμάτης σημειώνει επ’ αυτού: «Από ορισμένες απόψεις, οι ρυθμίσεις του κυπριακού μπορούν να επηρεάσουν την ασφάλεια της Ελλάδας περισσότερο από ρυθμίσεις στο Αιγαίο. Αν η λύση είναι ικανοποιητική, θα δοθεί μεγάλη ώθηση στην επίλυση του όλου πλέγματος των ελληνοτουρκικών, παρόλο που, με τα σημερινά δεδομένα, αυτό μοιάζει μάλλον όνειρο θερινής νυκτός. Αν, αντίθετα, η υπάρχουσα Κυπριακή Δημοκρατία αντικατασθεί από sui generis, δαιδαλώδες και δυσλειτουργικό μόρφωμα, που δεν θα πληροί στοιχειώδεις αρχές κρατικής συγκρότησης που ισχύουν παγκόσμια, τότε η ίδια η Ελλάδα θα καταστεί όμηρος της καλής θέλησης ‘Αγκυρας/Αγγλοαμερικανών, για να μην κινδυνεύσουν οι Ελληνοκύπριοι. Σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα μπορεί να ασκήσει ούτε εξωτερική πολιτική, ούτε, καλά-καλά, κυριαρχία σε Αιγαίο-Θράκη. ‘Οσο πιο πολύ οι ‘Ελληνες πολιτικοί προσπαθούν να αποφύγουν το κυπριακό, τόσο πιο άσχημα κινδυνεύουν να το βρουν τελικά μπροστά τους».
Τετάρτη 26 Αυγούστου 2009
ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΕΝΤΑΞΗΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΟΚΥΠΡΙΟΙ
Προβληματισμοί στην κυπριακή αριστερά
Μόνο το 22% των Ελληνοκυπρίων τάσσεται υπέρ της πλήρους εντάξεως της Τουρκίας στην ΕΕ, παρόλο που αυτή είναι η επίσημη πολιτική της κυπριακής κυβέρνησης. Το 67% τάσσεται υπέρ μιας ειδικής σχέσης της ‘Αγκυρας με την ‘Ενωση. Τα στοιχεία της δημοσκόπησης δημοσιεύτηκαν στον "Φιλελεύθερο". Αίσθηση προκάλεσε στους κόλπους της κυπριακής αριστεράς η τελευταία τοποθέτηση του Προέδρου της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ Αλέκου Αλαβάνου που ζήτησε το πάγωμα της ενταξιακής πορείας όσο η Τουρκία κατέχει στρατιωτικά τμήμα της Κύπρου και απειλεί την Ελλάδα. Με άρθρο του στον «Φιλελεύθερο», ο αντιπρύτανης του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου Κώστας Γουλιάμος εκφράζεται με σκεπτικισμό για το αν πρέπει να προχωρήσει η πλήρης ένταξη. Γεγονός είναι πάντως ότι εγείρει ζήτημα η μεγάλη απόσταση κοινής γνώμης και επίσημης πολιτικής σε ένα τέτοιο θέμα.
Μόνο το 22% των Ελληνοκυπρίων τάσσεται υπέρ της πλήρους εντάξεως της Τουρκίας στην ΕΕ, παρόλο που αυτή είναι η επίσημη πολιτική της κυπριακής κυβέρνησης. Το 67% τάσσεται υπέρ μιας ειδικής σχέσης της ‘Αγκυρας με την ‘Ενωση. Τα στοιχεία της δημοσκόπησης δημοσιεύτηκαν στον "Φιλελεύθερο". Αίσθηση προκάλεσε στους κόλπους της κυπριακής αριστεράς η τελευταία τοποθέτηση του Προέδρου της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ Αλέκου Αλαβάνου που ζήτησε το πάγωμα της ενταξιακής πορείας όσο η Τουρκία κατέχει στρατιωτικά τμήμα της Κύπρου και απειλεί την Ελλάδα. Με άρθρο του στον «Φιλελεύθερο», ο αντιπρύτανης του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου Κώστας Γουλιάμος εκφράζεται με σκεπτικισμό για το αν πρέπει να προχωρήσει η πλήρης ένταξη. Γεγονός είναι πάντως ότι εγείρει ζήτημα η μεγάλη απόσταση κοινής γνώμης και επίσημης πολιτικής σε ένα τέτοιο θέμα.
Δευτέρα 24 Αυγούστου 2009
ΠΙΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΣΧΕΔΙΟΥ ΑΝΑΝ
Για επαναφορά του απορριφθέντος σχεδίου Ανάν κατηγόρησε τον κ. Χριστόφια ο αντιπρόεδρος του (συγκυβερνώντος) ΔΗΚΟ Νικόλας Παπαδόπουλος. Κατά τον κ. Παπαδόπουλο, η επαναφορά αυτή παραβιάζει τους όρους της συμφωνίας των τεσσάρων κομμάτων (ΑΚΕΛ-ΔΗΚΟ-ΕΔΕΚ-Οικολόγοι) που επέτρεψε την εκλογή του Κυπρίου Προέδρου το 2008.
Η δήλωση Παπαδόπουλου έγινε λίγο πριν την κρίσιμη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου (15.9). Κατά ορισμένους παρατηρητές, προαναγγέλει ενδεχόμενη αποχώρηση των συγκυβερνώντων ΔΗΚΟ και της σοσιαλιστικής ΕΔΕΚ από την κυβέρνηση. Οι σύμμαχοι του κ. Χριστόφια τον εγκαλούν για υποχωρητικότητα στο κυπριακό και διαχείριση των διαπραγματεύσεων εν αγνοία τους και του λαού.
Για πρώτη φορά όμως, ο κ. Χριστόφιας δέχεται τώρα πυρά για «υποχωρητικότητα» και από τον ΔΗΣΥ, που υποστήριξε το 2004 το σχέδιο Ανάν και που, αν και αντιπολίτευση, τον στήριζε μέχρι τώρα στο κυπριακό, εμμένοντας στην ανάγκη γρήγορης λύσης.
Οι κριτικές αντανακλούν την εξέλιξη της κοινής γνώμης. Σχεδόν τα δύο τρίτα των Ελληνοκυπρίων κρίνουν αρνητικά στις δημοσκοπήσεις του Ιουνίου τους χειρισμούς του Προέδρου στο κυπριακό, ενώ η σχέση ήταν περίπου αντίστροφη πριν ένα χρόνο. Στις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις, μια σαφής πλειοψηφία πολιτών διαφωνεί με τα κεντρικότερα σημεία των προτάσεων Χριστόφια στις διαπραγματεύσεις, όπως αίφνης η ελληνική πρόταση για εκ περιτροπής προεδρία από ‘Ελληνα και Τούρκο Πρόεδρο, που απορρίπτει το 56% των Ελληνοκυπρίων και εγκρίνει μόνο το 36%! Ακόμη και μεταξύ των ψηφοφόρων του ΑΚΕΛ, μόνο το 44% την αποδέχεται.
Η στάση των πολιτών (και των εφημερίδων «Φιλελεύθερος» και «Σημερινή») ανησυχεί τον επονομάζόμενο «δυτικό παράγοντα», που εξήγησε απερίφραστα, δια στόματος του Βρετανού Αρμοστή Μίλετ, στους πολιτικούς της νήσου (την ανεξαρτησία της οποίας ουδέποτε απεδέχθη στην πραγματικότητα), ότι είναι δουλειά τους «να πουλήσουν τη λύση» στον κόσμο. Ενώ ο κ. Ταλάτ συνέστησε δημόσια στον Δημήτρη Χριστόφια να μη χρονοτριβεί και να αρχίσει την «προετοιμασία» των πολιτών για την έγκριση μιας παραλλαγής του σχεδίου Ανάν!
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται οι ανθελληνικές δηλώσεις του προεδρεύοντος του Συμβουλίου της ΕΕ Καρλ Μπιλντ και του Γκίντερ Φερχόιγκεν, ενώ η Κυρία Κλίντον, ήδη από τις αρχές του χρόνου, έκανε λόγο για ανάγκη «άρσης της απομόνωσης των Τουρκοκυπρίων». Ακριβώς για να ενθαρρύνουν το ασθενικό «momentum», οι Αγγλοαμερικανοί επιδιώκουν μια τριμερή συνάντηση Μπαν Κι Μουν, Χριστόφια, Ταλάτ, πιθανώς τον Οκτώβριο στη Λευκωσία. Και για όσους επιμένουν να μην ... καταλαβαίνουν τι τους λένε, ο (φιλο-ανανικός) «Πολίτης» της Λευκωσίας υιοθετεί πιο ... «τρομοκρατικές» αποχρώσεις στο πρωτοσέλιδό του ενόψει Δεκεμβρίου και τουρκικής αξιολόγησης: «Λύση ή κρίση!»
Η ρητορεία αυτή φαίνεται όμως μέχρι τώρα να έχει τα αντίθετα αποτελέσματα, αν πιστέψουμε τα γκάλοπ. Το 70% των Ελληνοκυπρίων πιστεύει ότι η Κύπρος πρέπει να ανακόψει την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, αν η ‘Αγκυρα δεν εκπληρώσει τις ανειλημμένες υποχρεώσεις της για άνοιγμα αεροδρομίων και λιμανιών. Και από αυτό το ποσοστό, το 63% πιστεύει ότι πρέπει να το κάνει ούτως ή άλλως, ακόμη κι αν μείνει μόνη της, χωρίς ούτε καν την υποστήριξη της Αθήνας στην ΕΕ!
Το ΑΚΕΛ απαντά στις επικρίσεις υπογραμμίζοντας ότι θα ήταν «καταστροφή» τυχόν αποχώρηση από τις συνομιλίες (εκτίμηση που δεν κάνει μετριπαθέστερο τον Ταλάτ) και τονίζοντας ότι μη λύση του κυπριακού μπορεί να σημάνει διχοτόμηση του νησιού. Παρά την έντονη συναισθηματική-ιδεολογική φόρτιση αυτού του επιχειρήματος-ταμπού, η συχνή χρήση του μπορεί τελικά να οδηγήσει στο αντίθετο αποτέλεσμα. Σημαντικός αριθμός Ελληνοκυπρίων πολιτικών κατ’ ιδίαν και ακόμα περισσότεροι πολίτες βλέπουν πια τη διχοτόμηση ως λύση, προκειμένου να μη χάσουν το κράτος που διαθέτουν και να μην μπλέξουν σε άγνωστης κατάληξης πείραμα. Παρά τις επίσημες διακηρύξεις, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι μάλλον απομακρύνονται ψυχολογικά παρά πλησιάζουν. Και δεν θα μπορούσε να γίνει αλλοιώς αν σκεφτεί κανείς τον απίθανο δικολαβισμό που χαρακτηρίζει τις συνομιλίες ακόμα και για ασήμαντα θέματα. Είναι μάλλον στη σφαίρα του γελοίου το γεγονός ότι οι δύο πλευρές κουβεντιάζουν σχεδόν δύο χρόνια για το άνοιγμα του οδοφράγματος Λημνίτη, πολύ περισσότερο δηλαδή από όσο χρειάστηκε για να λυθεί το ζήτημα της γερμανικής ενοποίησης. Πως θα συνεννοηθούν αύριο στη διαχείριση κοινών κρατικών υποθέσεων; διερωτώνται φυσιολογικά οι πολίτες!
Για την εκ περιτροπής προεδρία το ΑΚΕΛ υποστηρίζει ότι προτάθηκε στο παρελθόν από τον Τάσσο Παπαδόπουλο, αρνείται όμως να μπει στη συζήτηση του κατά πόσον η λύση συμβιβάζεται με τη βιωσιμότητα του κράτους – κατ΄ιδίαν στελέχη του υποστηρίζουν ότι οι πρεδρικές εξουσίες θα είναι πολύ μειωμένες. Οι επικριτές όμως υπενθυμίζουν ότι τέτοιες ρυθμίσεις δεν έχουν εφαρμοσθεί σε κανένα από τα 200 κράτη με μειονότητες (πόσο μάλλον όταν οι ‘Ελληνες είναι 82% του πληθυσμού!) και θέτουν το ερώτημα τι θα συνέβαινε αν ήταν Τούρκος ο Πρόεδρος της Κύπρου στις κρίσεις του 1963 ή 1974, αν δηλαδή θα τον ακολουθούσε η διεθνής αναγνώριση και νομιμότητα, με τον ίδιο τρόπο που ακολούθησε τον Μακάριο τότε. Η εκ περιτροπής προεδρία δεν είναι άλλωστε η μόνη «περίεργη» ρύθμιση – το νέο κράτος π.χ. θα είναι το μοναδικό στον κόσμο όπου οι ψήφοι των πολιτών θα μετράνε διαφοιρετικά ανάλογα με την εθνικότητά τους!!! Ειρήσθω εν παρόδω, ότι ο κυπριακός λαός δεν έχει ουδέποτε κληθεί να αποφασίσει τι είδους λύση επιθυμεί και αν συμφωνεί με όσα προτείνουν οι ηγέτες του.
Πηγές προσκείμενες στον κ. Χριστόφια, που έχουν γνώση των διαλαμβανόμενων στις συνομιλίες, εκφράζουν πάντως απαισιοδοξία εκτιμώντας ότι δεν υπάρχει σοβαρή πιθανότητα κατάληξης. Πολιτικοί αναλυτές στη Λευκωσία υπενθυμίζουν όμως ότι οι ίδιες εκτιμήσεις γίνονταν και το 2004, ότι η Τουρκία δηλαδή θα πει όχι και διαψεύσθηκαν παταγωδώς. Εν πάσει περιπτώσει, η κυπριακή κυβέρνηση δεν φαίνεται να διαθέτει εναλλακτικό «σχέδιο Β’», γεγονός που κινδυνεύει να την εγκλωβίσει σε «μονόδρομο» οδηγώντας είτε σε αποδοχή απαράδεκτων ρυθμίσεων, είτε σε νέα διεθνή «ενοχοποίηση» της Λευκωσίας.
Προκειμένου «να μη διαταραχθεί» το κλίμα, η Κυπριακή Δημοκρατία αποφεύγει συστηματικά κάθε υπενθύμιση των τουρκικών ευθυνών για το κυπριακό, περιορίζει κατά το δυνατόν τις διεθνείς καταγγελίες των εγκλημάτων του τουρκικού στρατού και την εκμετάλλευση ευνοϊκών αποφάσεων όπως η πρόσφατη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για την υπόθεση ‘Οραμς. Η πολιτική αυτή όμως δεν βρίσκει ανταπόκριση στην άλλη πλευρά, που επιμένει να παρουσιάζει διεθνώς επιχειρήματα και κατηγορίες κατά των Ελληνοκυπρίων και της Ελλάδας, δημιουργώντας κλίμα που θα συντελέσει να ... καταδικασθεί η Κύπρος και όχι η Τουρκία τον Δεκέμβριο. Το μόνο που δεν έχουμε διαβάσει μέχρι τώρα στον ευρωπαϊκό τύπο ή δεν έχουμε ακούσει από Ευρωπαίους πολιτικούς είναι ότι η ... Κύπρος εισέβαλε στην Τουρκία. Ενώ ταυτόχρονα, η ‘Αγκυρα, ανεξαρτήτως τελικού αποτελέσματος, εγκολπώνεται τις παραχωρήσεις που κάνει τώρα η Λευκωσία και που θα είναι πολύ δύσκολο να αρνηθεί σε οποιαδήποτε μελλοντική διαπραγμάτευση.
Η δήλωση Παπαδόπουλου έγινε λίγο πριν την κρίσιμη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου (15.9). Κατά ορισμένους παρατηρητές, προαναγγέλει ενδεχόμενη αποχώρηση των συγκυβερνώντων ΔΗΚΟ και της σοσιαλιστικής ΕΔΕΚ από την κυβέρνηση. Οι σύμμαχοι του κ. Χριστόφια τον εγκαλούν για υποχωρητικότητα στο κυπριακό και διαχείριση των διαπραγματεύσεων εν αγνοία τους και του λαού.
Για πρώτη φορά όμως, ο κ. Χριστόφιας δέχεται τώρα πυρά για «υποχωρητικότητα» και από τον ΔΗΣΥ, που υποστήριξε το 2004 το σχέδιο Ανάν και που, αν και αντιπολίτευση, τον στήριζε μέχρι τώρα στο κυπριακό, εμμένοντας στην ανάγκη γρήγορης λύσης.
Οι κριτικές αντανακλούν την εξέλιξη της κοινής γνώμης. Σχεδόν τα δύο τρίτα των Ελληνοκυπρίων κρίνουν αρνητικά στις δημοσκοπήσεις του Ιουνίου τους χειρισμούς του Προέδρου στο κυπριακό, ενώ η σχέση ήταν περίπου αντίστροφη πριν ένα χρόνο. Στις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις, μια σαφής πλειοψηφία πολιτών διαφωνεί με τα κεντρικότερα σημεία των προτάσεων Χριστόφια στις διαπραγματεύσεις, όπως αίφνης η ελληνική πρόταση για εκ περιτροπής προεδρία από ‘Ελληνα και Τούρκο Πρόεδρο, που απορρίπτει το 56% των Ελληνοκυπρίων και εγκρίνει μόνο το 36%! Ακόμη και μεταξύ των ψηφοφόρων του ΑΚΕΛ, μόνο το 44% την αποδέχεται.
Η στάση των πολιτών (και των εφημερίδων «Φιλελεύθερος» και «Σημερινή») ανησυχεί τον επονομάζόμενο «δυτικό παράγοντα», που εξήγησε απερίφραστα, δια στόματος του Βρετανού Αρμοστή Μίλετ, στους πολιτικούς της νήσου (την ανεξαρτησία της οποίας ουδέποτε απεδέχθη στην πραγματικότητα), ότι είναι δουλειά τους «να πουλήσουν τη λύση» στον κόσμο. Ενώ ο κ. Ταλάτ συνέστησε δημόσια στον Δημήτρη Χριστόφια να μη χρονοτριβεί και να αρχίσει την «προετοιμασία» των πολιτών για την έγκριση μιας παραλλαγής του σχεδίου Ανάν!
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται οι ανθελληνικές δηλώσεις του προεδρεύοντος του Συμβουλίου της ΕΕ Καρλ Μπιλντ και του Γκίντερ Φερχόιγκεν, ενώ η Κυρία Κλίντον, ήδη από τις αρχές του χρόνου, έκανε λόγο για ανάγκη «άρσης της απομόνωσης των Τουρκοκυπρίων». Ακριβώς για να ενθαρρύνουν το ασθενικό «momentum», οι Αγγλοαμερικανοί επιδιώκουν μια τριμερή συνάντηση Μπαν Κι Μουν, Χριστόφια, Ταλάτ, πιθανώς τον Οκτώβριο στη Λευκωσία. Και για όσους επιμένουν να μην ... καταλαβαίνουν τι τους λένε, ο (φιλο-ανανικός) «Πολίτης» της Λευκωσίας υιοθετεί πιο ... «τρομοκρατικές» αποχρώσεις στο πρωτοσέλιδό του ενόψει Δεκεμβρίου και τουρκικής αξιολόγησης: «Λύση ή κρίση!»
Η ρητορεία αυτή φαίνεται όμως μέχρι τώρα να έχει τα αντίθετα αποτελέσματα, αν πιστέψουμε τα γκάλοπ. Το 70% των Ελληνοκυπρίων πιστεύει ότι η Κύπρος πρέπει να ανακόψει την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, αν η ‘Αγκυρα δεν εκπληρώσει τις ανειλημμένες υποχρεώσεις της για άνοιγμα αεροδρομίων και λιμανιών. Και από αυτό το ποσοστό, το 63% πιστεύει ότι πρέπει να το κάνει ούτως ή άλλως, ακόμη κι αν μείνει μόνη της, χωρίς ούτε καν την υποστήριξη της Αθήνας στην ΕΕ!
Το ΑΚΕΛ απαντά στις επικρίσεις υπογραμμίζοντας ότι θα ήταν «καταστροφή» τυχόν αποχώρηση από τις συνομιλίες (εκτίμηση που δεν κάνει μετριπαθέστερο τον Ταλάτ) και τονίζοντας ότι μη λύση του κυπριακού μπορεί να σημάνει διχοτόμηση του νησιού. Παρά την έντονη συναισθηματική-ιδεολογική φόρτιση αυτού του επιχειρήματος-ταμπού, η συχνή χρήση του μπορεί τελικά να οδηγήσει στο αντίθετο αποτέλεσμα. Σημαντικός αριθμός Ελληνοκυπρίων πολιτικών κατ’ ιδίαν και ακόμα περισσότεροι πολίτες βλέπουν πια τη διχοτόμηση ως λύση, προκειμένου να μη χάσουν το κράτος που διαθέτουν και να μην μπλέξουν σε άγνωστης κατάληξης πείραμα. Παρά τις επίσημες διακηρύξεις, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι μάλλον απομακρύνονται ψυχολογικά παρά πλησιάζουν. Και δεν θα μπορούσε να γίνει αλλοιώς αν σκεφτεί κανείς τον απίθανο δικολαβισμό που χαρακτηρίζει τις συνομιλίες ακόμα και για ασήμαντα θέματα. Είναι μάλλον στη σφαίρα του γελοίου το γεγονός ότι οι δύο πλευρές κουβεντιάζουν σχεδόν δύο χρόνια για το άνοιγμα του οδοφράγματος Λημνίτη, πολύ περισσότερο δηλαδή από όσο χρειάστηκε για να λυθεί το ζήτημα της γερμανικής ενοποίησης. Πως θα συνεννοηθούν αύριο στη διαχείριση κοινών κρατικών υποθέσεων; διερωτώνται φυσιολογικά οι πολίτες!
Για την εκ περιτροπής προεδρία το ΑΚΕΛ υποστηρίζει ότι προτάθηκε στο παρελθόν από τον Τάσσο Παπαδόπουλο, αρνείται όμως να μπει στη συζήτηση του κατά πόσον η λύση συμβιβάζεται με τη βιωσιμότητα του κράτους – κατ΄ιδίαν στελέχη του υποστηρίζουν ότι οι πρεδρικές εξουσίες θα είναι πολύ μειωμένες. Οι επικριτές όμως υπενθυμίζουν ότι τέτοιες ρυθμίσεις δεν έχουν εφαρμοσθεί σε κανένα από τα 200 κράτη με μειονότητες (πόσο μάλλον όταν οι ‘Ελληνες είναι 82% του πληθυσμού!) και θέτουν το ερώτημα τι θα συνέβαινε αν ήταν Τούρκος ο Πρόεδρος της Κύπρου στις κρίσεις του 1963 ή 1974, αν δηλαδή θα τον ακολουθούσε η διεθνής αναγνώριση και νομιμότητα, με τον ίδιο τρόπο που ακολούθησε τον Μακάριο τότε. Η εκ περιτροπής προεδρία δεν είναι άλλωστε η μόνη «περίεργη» ρύθμιση – το νέο κράτος π.χ. θα είναι το μοναδικό στον κόσμο όπου οι ψήφοι των πολιτών θα μετράνε διαφοιρετικά ανάλογα με την εθνικότητά τους!!! Ειρήσθω εν παρόδω, ότι ο κυπριακός λαός δεν έχει ουδέποτε κληθεί να αποφασίσει τι είδους λύση επιθυμεί και αν συμφωνεί με όσα προτείνουν οι ηγέτες του.
Πηγές προσκείμενες στον κ. Χριστόφια, που έχουν γνώση των διαλαμβανόμενων στις συνομιλίες, εκφράζουν πάντως απαισιοδοξία εκτιμώντας ότι δεν υπάρχει σοβαρή πιθανότητα κατάληξης. Πολιτικοί αναλυτές στη Λευκωσία υπενθυμίζουν όμως ότι οι ίδιες εκτιμήσεις γίνονταν και το 2004, ότι η Τουρκία δηλαδή θα πει όχι και διαψεύσθηκαν παταγωδώς. Εν πάσει περιπτώσει, η κυπριακή κυβέρνηση δεν φαίνεται να διαθέτει εναλλακτικό «σχέδιο Β’», γεγονός που κινδυνεύει να την εγκλωβίσει σε «μονόδρομο» οδηγώντας είτε σε αποδοχή απαράδεκτων ρυθμίσεων, είτε σε νέα διεθνή «ενοχοποίηση» της Λευκωσίας.
Προκειμένου «να μη διαταραχθεί» το κλίμα, η Κυπριακή Δημοκρατία αποφεύγει συστηματικά κάθε υπενθύμιση των τουρκικών ευθυνών για το κυπριακό, περιορίζει κατά το δυνατόν τις διεθνείς καταγγελίες των εγκλημάτων του τουρκικού στρατού και την εκμετάλλευση ευνοϊκών αποφάσεων όπως η πρόσφατη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για την υπόθεση ‘Οραμς. Η πολιτική αυτή όμως δεν βρίσκει ανταπόκριση στην άλλη πλευρά, που επιμένει να παρουσιάζει διεθνώς επιχειρήματα και κατηγορίες κατά των Ελληνοκυπρίων και της Ελλάδας, δημιουργώντας κλίμα που θα συντελέσει να ... καταδικασθεί η Κύπρος και όχι η Τουρκία τον Δεκέμβριο. Το μόνο που δεν έχουμε διαβάσει μέχρι τώρα στον ευρωπαϊκό τύπο ή δεν έχουμε ακούσει από Ευρωπαίους πολιτικούς είναι ότι η ... Κύπρος εισέβαλε στην Τουρκία. Ενώ ταυτόχρονα, η ‘Αγκυρα, ανεξαρτήτως τελικού αποτελέσματος, εγκολπώνεται τις παραχωρήσεις που κάνει τώρα η Λευκωσία και που θα είναι πολύ δύσκολο να αρνηθεί σε οποιαδήποτε μελλοντική διαπραγμάτευση.
Τετάρτη 19 Αυγούστου 2009
ΜΕ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΒΑΤΕΡΛΩ ΑΠΕΙΛΟΥΝΤΑΙ ΕΛΛΑΔΑ/ΚΥΠΡΟΣ
Ιστορικά πρωτοφανής η διεθνής απομόνωση Αθήνας και Λευκωσίας
Επίσκεψη Πούτιν στην 'Αγκυρα
Με «στρατηγικό Βατερλώ», πιθανώς εντός του έτους, απειλείται το δίδυμο «Ελλάδα-Κύπρος», όπως υπογράμμισε εύγλωττα η επίσκεψη, δηλώσεις και συμφωνίες του Βλαντιμίρ Πούτιν στην ‘Αγκυρα. Μόνο μια ταχεία, αποφασιστική αντίδραση της κυβέρνησης και του πολιτικού κόσμου θα μπορούσε ίσως να το αποτρέψει, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι η χώρα (ακόμα περισσότερο η Κύπρος) διαθέτει κράτος και πολιτικό προσωπικό που χρειάζεται για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει.
Μετά τον θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου, η Ελλάδα εγκατέλειψε την «εθνοκεντρική» εξωτερική πολιτική της, που συχνά επεκρίθη ότι «απομόνωνε» τη χώρα από τους «πλούσιους και ισχυρούς». Υιοθέτησε, με λίγες εξαιρέσεις, την «ευρωατλαντική μονοκαλλιέργεια», εν ολίγοις έκανε αυτό που της έλεγαν Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες. Δεκατρία χρόνια αργότερα, για πρώτη ίσως φορά στην ιστορία, η Τουρκία, βασικός γεωπολιτικός αντίπαλος της Ελλάδας, για την αντιμετώπιση του οποίου διαθέτει τεράστιους πόρους, έχει καλύτερες σχέσεις με όλους σχεδόν τους διεθνείς παίκτες. Για να «αποφύγουμε την απομόνωση» βρεθήκαμε πιο απομονωμένοι από ποτέ!
Διεθνείς «παίκτες» που συναγωνίζονται για την εύνοια της ‘Αγκυρας (η Ουάσιγκτον και οι φίλοι της μάλιστα και για το ποιός θα δώσει τη πιο δυνατή «σφαλιάρα» στην Αθήνα!). Η ‘Αγκυρα «μετράει» σήμερα στο διεθνές σύστημα πολύ περισσότερο απότι στο παρελθόν συγκρινόμενη με την Ελλάδα. ‘Εχει καλύτερες σχέσεις και με το ατλαντικό μπλοκ και με τους αντιπάλους του, και με τις ΗΠΑ και με το Ιράν, και με το Ισραήλ και με τους ‘Αραβες, όπως τις περισσότερες βαλκανικές χώρες. Επιδιώκει να εκτοπίσει οριστικά Αθήνα και Λευκωσία από την προνομιακή σχέση που πήγαν να αποκτήσουν με τη Μόσχα και να εξομαλύνει τις σχέσεις με τους Κούρδους και τους Αρμένιους, κάποτε παραδοσιακούς φίλους-συμμάχους των Ελλήνων. Ισχυρές δυνάμεις στη Γαλλία και τη Γερμανία, που είναι εναντίον της τουρκικής ένταξης στην ΕΕ, δεν μπορούν να συμμαχήσουν με την Αθήνα λόγω της υποστήριξής της σε αυτή.
Κλείνοντας όσο μπορεί όλα τα «μέτωπά» της, και στερώντας, με την ενεργό, πολύπλευρη και πολυμερή πολιτική της, την Ελλάδα από τα περισσότερα παραδοσιακά της στηρίγματα, η Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν ετοιμάζεται για την «τελική» και περισσότερο φιλόδοξη πολιτικο-διπλωματική «έφοδό» της, σε δύο κατευθύνσεις. Από τη μια, η πολιτική πρωτοβουλία για την επίλυση του «υπαρξιακού» της κουρδικού προβλήματος. Από την άλλη, σχεδιάζει ένα «διπλωματικό μπλιτζκριγκ», ελπίζοντας να καταγάγει μείζονα, στρατηγικής αξίας και σημασίας, διπλωματική νίκη στο «δυτικό μέτωπο».
Στο χειρότερο (για μας) σενάριο, οδηγώντας Κύπρο-Ελλάδα σε αποδοχή επαχθών ρυθμίσεων για Κυπριακό-Αιγαίο, που, επιπλέον, θα της προσφέρουν από τώρα, μέσω της συζητούμενης κυπριακής λύσης, πολλά από τα πλεονεκτήματα της τελικής ένταξης στην ΕΕ, καθιστώντας την εν πολλοίς αναπότρεπτη. Είτε (καλύτερο σενάριο) «ενοχοποιώντας» Κύπρο-Ελλάδα για τα προβλήματα στις σχέσεις και υποχρεώνοντάς τες να αποδεχθούν συνέχιση της ενταξιακής πορείας χωρίς να θέτουν όρους, αντίθετα, πιεζόμενες οι ίδιες να κάνουν «διευθετήσεις».
Η ρωσοτουρκική προσέγγιση
Μια εικοσάδα συμφωνιών (12 κρατικές, οκτώ ιδιωτικές) υπεγράφησαν κατά την επίσκεψη Πούτιν στην ‘Αγκυρα. Σε αυτές περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων:
- η συμφωνία για την εκτέλεση σεισμικών και άλλων εργασιών στην τουρκική ΑΟΖ στη Μαύρη Θάλασσα για τη διέλευση του αγωγού South Stream, που η Μόσχα δεν ήθελε να περάσει από την Ουκρανία. Η συμφωνία δεν περιορίζει τη στρατηγική αξία του αγωγού για Ελλάδα και Ευρώπη, που συνίσταται στην παράκαμψη της Τουρκίας για τις εισαγωγές ρωσικού αερίου, αφού ο αγωγός δεν διέρχεται από τουρκικό έδαφος ή τουρκικά χωρικά ύδατα (η πληροφόρησή μας βασίζεται στις ελληνικές κυβερνητικές πηγές και τα τουρκικά ΜΜΕ, γιατί τα ρωσικά ΜΜΕ κάνουν λόγο για χωρικά ύδατα)
- συμφωνία πυρηνικής συνεργασίας που μπορεί να οδηγήσει στην κατασκευή τεσσάρων αντιδραστήρων. Τόσο αυτά τα σχέδια, όσο και το σχέδιο για την κατασκευή αντιδραστήρα στο Μπέλενε της Βουλγαρίας συνιστούν σοβαρή (οικολογική και μακροχρόνια στρατιωτική) απειλή ασφάλειας για την Ελλάδα. Η κυβέρνηση δεν κάνει απολύτως τίποτα για να την αντιμετωπίσει, ούτε προτίθεται να κάνει. Ενδεχόμενο πυρηνικό ατύχημα στο Μπέλενε θα οδηγήσει περισσότερο σε ελληνική παρά σε βουλγαρική καταστροφή, λόγω της φοράς των ανέμων το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου. Πυρηνικά εργοστάσια στην Τουρκία δημιουργούν μακροχρόνιο πρόβλημα ενδεχόμενης ανάπτυξης στρατιωτικού προγράμματος.
- συμφωνία (κατόπιν παρέμβασης Μπερλουσκόνι) για τη σύνταξη μελέτης σκοπιμότητας για τον πετρελαιαγωγό Σαμψούντα-Τζεϊχάν, που είναι ευθέως ανταγωνιστικός του Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη. Λέγεται μάλιστα ότι έχει ήδη βρεθεί πετρέλαιο από το κοίτασμα Κασαγκάν που εκμεταλλεύεται η ιταλική ΕΝΙ, ενώ στην κατασκευή θα συμμετάσχει και ο όμιλος Τσαλίκ, συμφερόντων οικογένειας Ερντογάν. Αντίθετα μέχρι τώρα δεν έχει διατεθεί παρά το ήμισυ των ποσοτήτων πετρελαίου που θα μεταφέρει ο «Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη». Αξίζει στο σημείο αυτό να υπογραμμίσουμε ότι ο «Μουργκάς-Αλεξανδρούπολη» δεν φαίνεται να έχει μεγάλη συμπάθεια μεταξύ ισχυρών πολιτικών που επηρεάζονται από το ισραηλινό λίομπυ στη Μόσχα, όπως ο κ. Γκρεφ. Μέγας φίλος του Ισραήλ είναι και ο Ιταλός Πρωθυπουργός
- συμφωνία κατασκευής υποθαλασσίου αγωγού αερίου Μπλου Στρημ 2 που θα συνδέει απευθείας Ρωσία και Τουρκία. Οι δύο πλευρές υποστηρίζουν ότι το αέριο θα διοχετευθεί στη συνέχεια στο Τζεϊχάν και, από κει, σε Κύπρο, Συρία και Ισραήλ, ενώ μεγαλεπήβολα σχέδια κάνουν λόγο για πενταπλό αγωγό (αέριο, πετρέλαιο, νερό, ηλεκτρικό, οπτικές ίνες) που θα φτάνει από το Τζεϊχάν στο Ισραήλ και από κει μέχρι την Ινδία (Τούρκος εθνικιστής σχολιαστής, από τους σοβαρότερους, κατηγόρησε τον Ερντογάν, ότι εξυπηρετεί εβραϊκά σχέδια με τον αγωγό αυτό.) Δεν γνωρίζουμε αν θα πραγματοποιηθούν όλα αυτά τα μεγαλεπήβολα σχέδια, που προϋποθέτουν περίπου την επαναχάραξη του πολιτικο-στρατιωτικού χάρτη της Μέσης Ανατολής. Ο Μπλου Στρημ 2 πάντως θα είναι σχετικά μικρής δυναμικότητας αγωγός, που, αν τελικά για κάποιο λόγο, δεν κατασκευασθεί ο Σάουθ Στρημ, μπορεί να προταθεί για τον εφοιδιασμό της Ελλάδας με ρωσικό αέριο (ενδεχόμενο που λόγοι ελληνικής εθνικής ασφαλείας καθιστούν ή πρέπει να καθιστούν καθόλου επιθυμητό για την Αθήνα).
- συμφωνία για την κατασκευή αποθηκευτικού χώρου αερίου κάτω από την Αλμυρή Λίμνη (αντίστοιχες προτάσεις προς την Ελλάδα για αέριο και πετρέλαιο «γειώθηκαν» πρακτικά από την ελληνική κυβέρνηση)
Οι δύο πλευρές υπέγραψαν μια σειρά οικονομικών συμφωνιών, με τον τζίρο διμερών ανταλλαγών να έχει εκτιναχθεί ήδη στα 30δις δολλάρια και ο κ.Ερντογάν να «προβλέπει» 100δις σε τέσσερα χρόνια.
Οι συμφωνίες αυτές δεν ανατρέπουν, απειλούν όμως να ανατρέψουν, σε συνδυασμό με τις συνεχιζόμενες αμερικανικές πιέσεις στη Σόφια και την Αθήνα, τα δύο μεγάλα ορόσημα της ελληνορωσικής συνεργασίας: τον αγωγό Σάουθ Στρημ και τον αγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη. Οι αγωγοί δεν έχουν άλλωστε μόνο ή κυρίως ενεργειακή σημασία, έχουν πρωτίστως πολιτικο-στρατηγική – και οι δύο προέκυψαν από πρωτοβουλία και ιδέα της Αθήνας, πρωτοβουλία και ιδέα που δεν στήριξε όμως με την απαραίτητη συνέχεια και δεν έχτισε πάνω της η Ελλάδα. Είναι σήμερα θλιβερό να θεωρείται ο αγωγός Σάουθ Στρημ ρωσο-τουρκο-ιταλικό έργο.
Οι δύο πλευρές χαρακτήρισαν «στρατηγική» τη σχέση τους, το δε ημιεπίσημο ΡΙΑ-Νόβοστι συνέκρινε τη φιλία με την Τουρκία με τη φιλία με τη Γερμανία, κάνοντας λόγο για «Βόρεια φιλία» και «Οθωμανική φιλία». Ο Ταγίπ Ερντογάν έδωσε πανηγυρικό χαρακτήρα στην επίσκεψη Πούτιν, αν και οι συνομιλίες φάνηκαν μάλλον δύσκολες και ο Πούτιν εμφανίστηκε ασυνήθιστα κουρασμένος και όχι πολύ κεφάτος στην συνέντευξη τύπου που ακολούθησε. Οι απεσταλμένοι των ρωσικών ΜΜΕ δεν ενθουσιάστηκαν με τους Τούρκους και περιέγραψαν με ειρωνικό τρόπο το στρίμωγμα των αξιωματούχων τους για μια θέση περιοπής στη συνέντευξη τύπου.
Κάνοντας το χατήρι του φίλου Ταγίπ, αλλά στέλνοντας με την ευκαιρία και το δεύτερο, σαφές μήνυμά του προς τον Δημήτρη Χριστόφια, μετά την εκλογή του τελευταίου, ο Ρώσος Πρόεδρος είπε ότι υποστηρίζει τα σχέδια του ΟΗΕ για την Κύπρο, μεταξύ των οποίων το σχέδιο Ανάν και την ανάπτυξη των οικονομικών σχέσεων με τις «δύο χώρες» στην Κύπρο, όπως είπε, για να διορθώσει ευθύς αμέσως, σε «δύο πλευρές». Η διόρθωση χρειάστηκε πέντε μέρες για να γίνει αντιληπτή από την υπηρεσία τύπου της προεδρίας.
Συνήθως και οπωσδήποτε στην περίπτωση αυτή, οι υπογραφείσες συμφωνίες δεν είναι παρά η «κορυφή του παγόβουνου». Θα χρειαστεί κάποιος χρόνος για να σιγουρευτούμε για την έκταση και την ειλικρίνεια της ρωσο-τουρκικής «συνεννόησης». Με δεδομένο μάλιστα ότι οι «σφαίρες επιρροής» των δύο χωρών στην πρώην σοβιετική περιφέρεια τέμνονται – η γεωπολιτική σύγκρουση παραμένει το κατά βάση κυριαρχούν στοιχείο στις ρωσοτουρκικές σχέσεις των τελευταίων τριών αιώνων.
«Πλατωνικοί έρωτες» και «γάμοι συμφέροντος»
Ρωσικές διπλωματικές πηγές επιμένουν ότι οι συμφωνίες με την Τουρκία δεν αλλάζουν το σκηνικό στις ελληνορωσικές σχέσεις, ενώ και η (εξ απίνης καταληφθείσα) ελληνική πολιτική και διπλωματία εκτιμά ότι «δεν αλλάζει τίποτα». Οι επόμενοι μήνες θα δείξουν ποιά είναι η έκταση της ρωσοτουρκικής συμφωνίας, ενώ οι πράξεις Αθήνας και Μόσχας θα καταδείξουν κατά πόσον έχει τελειώσει άδοξα η δεύτερη προσπάθεια προσέγγισης Ελλάδας-Ρωσίας την τελευταία εικοσαετία (η πρώτη απόπειρα, έγινε με τους ρωσικούς πυραύλους S-300 και κατέληξε σε αξιοθρήνητα αποτελέσματα μετά την άτακτη υποχώρηση της Αθήνας). Συνήθως, μεταξύ Αθήνας και Μόσχας έχουμε σφοδρούς «έρωτες» που παραμένουν τελικά «πλατωνικοί», ενώ μεταξύ ‘Αγκυρας και Μόσχας «γάμους συμφερόντων».
Διπλωματικοί παρατηρητές υποστηρίζουν ότι οι τελευταίες εξελίξεις αντανακλούν απλά το βάρος της γεωπολιτικής θέσης της Τουρκίας και των ρωσο-τουρκικών οπικονομικών σχέσεων. Στην πραγματικότητα όμως αντανακλούν ακόμα περισσότερο την ελληνική αδυναμία και αμφιθυμία. Αδυναμία, γιατί η Ελλάδα είναι ίσως η μόνη ευρωπαίκή χώρα που δεν διαθέτει στρατηγική ανάλυση πίσω από τη διπλωματία της, ανεξάρτητα κέντρα στρατηγικών μελετών, ούτε καλά – καλά αρκετούς ανθρώπους στα Υπουργεία Εξωτερικών και ‘Αμυνας που να μιλάνε τούρκικα, ρώσικα κλπ. και να μελετούν την πραγματικότητα αυτών των χωρών. Η ελληνική υπηρεσία πληροφοριών είναι υποτυπώδης, δίκτυο Ελλήνων ανταποκριτών στο εξωτερικό ουσιαστικά δεν υπάρχει. ‘Οπως δεν υπάρχει ελληνικό κράτος στην εσωτερική, έτσι δεν υπάρχει και στη διεθνή διάστασή του, η προχειρότητα και ο αυτοσχεδιασμός βασιλεύουν. Καμμία, ακόμα και από τις μικρότερες ευρωπαϊκές χώρες δεν λειτουργεί έτσι. Αξίζει επίσης να σημειώσουμε ότι στη Μόσχα λειτουργεί ένα ισχυρό τουρκικό και ένα ακόμα ισχυρότερο ισραηλινό λόμπυ, ενώ μια ολόκληρη μερίδα της ρωσικής κυβέρνησης υπό τον αντιπρόεδρο κ. Ιβανώφ καλλιεργεί την ιδέα μιας «ευρασιατικής συμμαχίας» με την Τουρκία. Αντίθετα, δεν υπάρχει στη ρωσική πρωτεύουσα καμιά αξιόλογη ελληνική δραστηριότητα, ούτε μεταξύ των δύο χωρών κάποιας μορφής στρατηγικός διάλογος.
Η προσέγγιση Καραμανλή-Πούτιν βασίστηκε κυρίως στην προσωπική «χημεία» των δύο και των συνεργατών τους Κωνσταντίνου Μπίτσιου και Αντρέι Βντόβιν (αμφότεροι απομακρύνθηκαν έκτοτε). Η «δημοτικότητα» του κ. Καραμανλή στο Κρεμλίνο έφτασε το ζενίθ όταν έβαλε το βέτο στο Βουκουρέστι («είναι ένας πολύ θαρραλέος άνθρωπος», ήταν το σχόλιο Ρώσου αξιωματούχου). ‘Εκτοτε όμως ο ‘Ελληνας Πρωθυπουργός φάνηκε να υποχωρεί, δίνοντας την εντύπωση τρομαγμένου ανθρώπου και πιθανώς «χρεώνοντας» στη ρωσική πολιτική του αμερικανική εχθρότητα και αποκαλύψεις σκανδάλων. Αντί να αντιμετωπίσει τους εσωτερικούς μηχανισμούς παραγωγής των σκανδάλων, προτίμησε την όπισθεν στην εξωτερική πολιτική, γεγονός που ενεθάρρυνε τους αντιπάλους του. Διάφοροι υπηρεσιακοί παράγοντες άρχισαν να ανακαλύπτουν απίθανα «προβλήματα» με τα ρωσικά θωρακισμένα. Σημαντικοί Υπουργοί της κυβέρνησης δεν απαντούσαν πλέον στα τηλέφωνα και τα αιτήματα συναντήσεων του Ρώσου Πρέσβη! Η Μόσχα εξακολουθούσε να στηρίζει την προσέγγιση, παρά τα προβλήματα που δημιουργούσε το ... ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, με τις θέσεις του στα αντιπυραυλικά, για τη Γεωργία κλπ., όταν ένοιωσε όμως και τον ίδιο τον Καραμανλή να κάνει πίσω, άρχισε να θέτει κι αυτή το κλασικό «ελληνικό ερώτημα»: «ποιός κυβερνά αυτόν τον τόπο». Το «δεντράκι» που «φύτεψαν» οι κ.κ. Καραμανλής και Πούτιν, με την ευλογία του Προέδρου της Δημοκρατίας, έπαυσε να ποτίζεται και άρχισε να «μαραίνεται».
‘Ισως βέβαια δεν έχουν ακόμα κριθεί όλα. Υπάρχει συμπληρωματικότητα αναγκών Αθήνας και Μόσχας, χρειάζεται όμως και η πολιτική βούληση και η συστηματική κρατική και διπλωματική υποστήριξη. Η ρωσική πλευρά δηλώνει πάντως ότι ενδιαφέρεται να συνεχίσει την προσέγγιση. Ενδιαφέρεται μάλιστα και για την θέση όλων των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων. Τοποθετηθείς προ αρκετών μηνών στην Αθήνα, ο νέος Ρώσος Πρέσβης συναντήθηκε ήδη με τον κ. Τσίπρα, που του δήλωσε ότι στηρίζει τους αγωγούς, αν και ξέχασε να το αναφέρει στην ανακοίνωσή του για τη συνάντηση ο Συνασπισμός. Ελπίζει να συναντηθεί σύντομα και να γνωρίσει και τον κ. Παπανδρέου.
Διπλωματικοί και στρατηγικοί αναλυτές υπογραμμίζουν ότι, όπως έχουν έλθει τα πράγματα, η σύσφιγξη των σχέσεων με τη Μόσχα, η περαιτέρω ανάπτυξη όχι μόνο των ενεργειακών, αλλά επίσης των αμυντικών και πολιτιστικών σχέσεων, αλλά και ενός σοβαρού «στρατηγικού διαλόγου» είναι «μονόδρομος» για τη χώρα, αν δεν θέλει, αργά ή γρήγορα, και μάλλον γρήγορα, να βρεθεί προ ιδιαίτερα δυσαρέστων εκπλήξεων στην εξωτερική πολιτική της.
"Κόσμος του Επενδυτή", 14-8-2009
Επίσκεψη Πούτιν στην 'Αγκυρα
Με «στρατηγικό Βατερλώ», πιθανώς εντός του έτους, απειλείται το δίδυμο «Ελλάδα-Κύπρος», όπως υπογράμμισε εύγλωττα η επίσκεψη, δηλώσεις και συμφωνίες του Βλαντιμίρ Πούτιν στην ‘Αγκυρα. Μόνο μια ταχεία, αποφασιστική αντίδραση της κυβέρνησης και του πολιτικού κόσμου θα μπορούσε ίσως να το αποτρέψει, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι η χώρα (ακόμα περισσότερο η Κύπρος) διαθέτει κράτος και πολιτικό προσωπικό που χρειάζεται για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει.
Μετά τον θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου, η Ελλάδα εγκατέλειψε την «εθνοκεντρική» εξωτερική πολιτική της, που συχνά επεκρίθη ότι «απομόνωνε» τη χώρα από τους «πλούσιους και ισχυρούς». Υιοθέτησε, με λίγες εξαιρέσεις, την «ευρωατλαντική μονοκαλλιέργεια», εν ολίγοις έκανε αυτό που της έλεγαν Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες. Δεκατρία χρόνια αργότερα, για πρώτη ίσως φορά στην ιστορία, η Τουρκία, βασικός γεωπολιτικός αντίπαλος της Ελλάδας, για την αντιμετώπιση του οποίου διαθέτει τεράστιους πόρους, έχει καλύτερες σχέσεις με όλους σχεδόν τους διεθνείς παίκτες. Για να «αποφύγουμε την απομόνωση» βρεθήκαμε πιο απομονωμένοι από ποτέ!
Διεθνείς «παίκτες» που συναγωνίζονται για την εύνοια της ‘Αγκυρας (η Ουάσιγκτον και οι φίλοι της μάλιστα και για το ποιός θα δώσει τη πιο δυνατή «σφαλιάρα» στην Αθήνα!). Η ‘Αγκυρα «μετράει» σήμερα στο διεθνές σύστημα πολύ περισσότερο απότι στο παρελθόν συγκρινόμενη με την Ελλάδα. ‘Εχει καλύτερες σχέσεις και με το ατλαντικό μπλοκ και με τους αντιπάλους του, και με τις ΗΠΑ και με το Ιράν, και με το Ισραήλ και με τους ‘Αραβες, όπως τις περισσότερες βαλκανικές χώρες. Επιδιώκει να εκτοπίσει οριστικά Αθήνα και Λευκωσία από την προνομιακή σχέση που πήγαν να αποκτήσουν με τη Μόσχα και να εξομαλύνει τις σχέσεις με τους Κούρδους και τους Αρμένιους, κάποτε παραδοσιακούς φίλους-συμμάχους των Ελλήνων. Ισχυρές δυνάμεις στη Γαλλία και τη Γερμανία, που είναι εναντίον της τουρκικής ένταξης στην ΕΕ, δεν μπορούν να συμμαχήσουν με την Αθήνα λόγω της υποστήριξής της σε αυτή.
Κλείνοντας όσο μπορεί όλα τα «μέτωπά» της, και στερώντας, με την ενεργό, πολύπλευρη και πολυμερή πολιτική της, την Ελλάδα από τα περισσότερα παραδοσιακά της στηρίγματα, η Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν ετοιμάζεται για την «τελική» και περισσότερο φιλόδοξη πολιτικο-διπλωματική «έφοδό» της, σε δύο κατευθύνσεις. Από τη μια, η πολιτική πρωτοβουλία για την επίλυση του «υπαρξιακού» της κουρδικού προβλήματος. Από την άλλη, σχεδιάζει ένα «διπλωματικό μπλιτζκριγκ», ελπίζοντας να καταγάγει μείζονα, στρατηγικής αξίας και σημασίας, διπλωματική νίκη στο «δυτικό μέτωπο».
Στο χειρότερο (για μας) σενάριο, οδηγώντας Κύπρο-Ελλάδα σε αποδοχή επαχθών ρυθμίσεων για Κυπριακό-Αιγαίο, που, επιπλέον, θα της προσφέρουν από τώρα, μέσω της συζητούμενης κυπριακής λύσης, πολλά από τα πλεονεκτήματα της τελικής ένταξης στην ΕΕ, καθιστώντας την εν πολλοίς αναπότρεπτη. Είτε (καλύτερο σενάριο) «ενοχοποιώντας» Κύπρο-Ελλάδα για τα προβλήματα στις σχέσεις και υποχρεώνοντάς τες να αποδεχθούν συνέχιση της ενταξιακής πορείας χωρίς να θέτουν όρους, αντίθετα, πιεζόμενες οι ίδιες να κάνουν «διευθετήσεις».
Η ρωσοτουρκική προσέγγιση
Μια εικοσάδα συμφωνιών (12 κρατικές, οκτώ ιδιωτικές) υπεγράφησαν κατά την επίσκεψη Πούτιν στην ‘Αγκυρα. Σε αυτές περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων:
- η συμφωνία για την εκτέλεση σεισμικών και άλλων εργασιών στην τουρκική ΑΟΖ στη Μαύρη Θάλασσα για τη διέλευση του αγωγού South Stream, που η Μόσχα δεν ήθελε να περάσει από την Ουκρανία. Η συμφωνία δεν περιορίζει τη στρατηγική αξία του αγωγού για Ελλάδα και Ευρώπη, που συνίσταται στην παράκαμψη της Τουρκίας για τις εισαγωγές ρωσικού αερίου, αφού ο αγωγός δεν διέρχεται από τουρκικό έδαφος ή τουρκικά χωρικά ύδατα (η πληροφόρησή μας βασίζεται στις ελληνικές κυβερνητικές πηγές και τα τουρκικά ΜΜΕ, γιατί τα ρωσικά ΜΜΕ κάνουν λόγο για χωρικά ύδατα)
- συμφωνία πυρηνικής συνεργασίας που μπορεί να οδηγήσει στην κατασκευή τεσσάρων αντιδραστήρων. Τόσο αυτά τα σχέδια, όσο και το σχέδιο για την κατασκευή αντιδραστήρα στο Μπέλενε της Βουλγαρίας συνιστούν σοβαρή (οικολογική και μακροχρόνια στρατιωτική) απειλή ασφάλειας για την Ελλάδα. Η κυβέρνηση δεν κάνει απολύτως τίποτα για να την αντιμετωπίσει, ούτε προτίθεται να κάνει. Ενδεχόμενο πυρηνικό ατύχημα στο Μπέλενε θα οδηγήσει περισσότερο σε ελληνική παρά σε βουλγαρική καταστροφή, λόγω της φοράς των ανέμων το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου. Πυρηνικά εργοστάσια στην Τουρκία δημιουργούν μακροχρόνιο πρόβλημα ενδεχόμενης ανάπτυξης στρατιωτικού προγράμματος.
- συμφωνία (κατόπιν παρέμβασης Μπερλουσκόνι) για τη σύνταξη μελέτης σκοπιμότητας για τον πετρελαιαγωγό Σαμψούντα-Τζεϊχάν, που είναι ευθέως ανταγωνιστικός του Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη. Λέγεται μάλιστα ότι έχει ήδη βρεθεί πετρέλαιο από το κοίτασμα Κασαγκάν που εκμεταλλεύεται η ιταλική ΕΝΙ, ενώ στην κατασκευή θα συμμετάσχει και ο όμιλος Τσαλίκ, συμφερόντων οικογένειας Ερντογάν. Αντίθετα μέχρι τώρα δεν έχει διατεθεί παρά το ήμισυ των ποσοτήτων πετρελαίου που θα μεταφέρει ο «Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη». Αξίζει στο σημείο αυτό να υπογραμμίσουμε ότι ο «Μουργκάς-Αλεξανδρούπολη» δεν φαίνεται να έχει μεγάλη συμπάθεια μεταξύ ισχυρών πολιτικών που επηρεάζονται από το ισραηλινό λίομπυ στη Μόσχα, όπως ο κ. Γκρεφ. Μέγας φίλος του Ισραήλ είναι και ο Ιταλός Πρωθυπουργός
- συμφωνία κατασκευής υποθαλασσίου αγωγού αερίου Μπλου Στρημ 2 που θα συνδέει απευθείας Ρωσία και Τουρκία. Οι δύο πλευρές υποστηρίζουν ότι το αέριο θα διοχετευθεί στη συνέχεια στο Τζεϊχάν και, από κει, σε Κύπρο, Συρία και Ισραήλ, ενώ μεγαλεπήβολα σχέδια κάνουν λόγο για πενταπλό αγωγό (αέριο, πετρέλαιο, νερό, ηλεκτρικό, οπτικές ίνες) που θα φτάνει από το Τζεϊχάν στο Ισραήλ και από κει μέχρι την Ινδία (Τούρκος εθνικιστής σχολιαστής, από τους σοβαρότερους, κατηγόρησε τον Ερντογάν, ότι εξυπηρετεί εβραϊκά σχέδια με τον αγωγό αυτό.) Δεν γνωρίζουμε αν θα πραγματοποιηθούν όλα αυτά τα μεγαλεπήβολα σχέδια, που προϋποθέτουν περίπου την επαναχάραξη του πολιτικο-στρατιωτικού χάρτη της Μέσης Ανατολής. Ο Μπλου Στρημ 2 πάντως θα είναι σχετικά μικρής δυναμικότητας αγωγός, που, αν τελικά για κάποιο λόγο, δεν κατασκευασθεί ο Σάουθ Στρημ, μπορεί να προταθεί για τον εφοιδιασμό της Ελλάδας με ρωσικό αέριο (ενδεχόμενο που λόγοι ελληνικής εθνικής ασφαλείας καθιστούν ή πρέπει να καθιστούν καθόλου επιθυμητό για την Αθήνα).
- συμφωνία για την κατασκευή αποθηκευτικού χώρου αερίου κάτω από την Αλμυρή Λίμνη (αντίστοιχες προτάσεις προς την Ελλάδα για αέριο και πετρέλαιο «γειώθηκαν» πρακτικά από την ελληνική κυβέρνηση)
Οι δύο πλευρές υπέγραψαν μια σειρά οικονομικών συμφωνιών, με τον τζίρο διμερών ανταλλαγών να έχει εκτιναχθεί ήδη στα 30δις δολλάρια και ο κ.Ερντογάν να «προβλέπει» 100δις σε τέσσερα χρόνια.
Οι συμφωνίες αυτές δεν ανατρέπουν, απειλούν όμως να ανατρέψουν, σε συνδυασμό με τις συνεχιζόμενες αμερικανικές πιέσεις στη Σόφια και την Αθήνα, τα δύο μεγάλα ορόσημα της ελληνορωσικής συνεργασίας: τον αγωγό Σάουθ Στρημ και τον αγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη. Οι αγωγοί δεν έχουν άλλωστε μόνο ή κυρίως ενεργειακή σημασία, έχουν πρωτίστως πολιτικο-στρατηγική – και οι δύο προέκυψαν από πρωτοβουλία και ιδέα της Αθήνας, πρωτοβουλία και ιδέα που δεν στήριξε όμως με την απαραίτητη συνέχεια και δεν έχτισε πάνω της η Ελλάδα. Είναι σήμερα θλιβερό να θεωρείται ο αγωγός Σάουθ Στρημ ρωσο-τουρκο-ιταλικό έργο.
Οι δύο πλευρές χαρακτήρισαν «στρατηγική» τη σχέση τους, το δε ημιεπίσημο ΡΙΑ-Νόβοστι συνέκρινε τη φιλία με την Τουρκία με τη φιλία με τη Γερμανία, κάνοντας λόγο για «Βόρεια φιλία» και «Οθωμανική φιλία». Ο Ταγίπ Ερντογάν έδωσε πανηγυρικό χαρακτήρα στην επίσκεψη Πούτιν, αν και οι συνομιλίες φάνηκαν μάλλον δύσκολες και ο Πούτιν εμφανίστηκε ασυνήθιστα κουρασμένος και όχι πολύ κεφάτος στην συνέντευξη τύπου που ακολούθησε. Οι απεσταλμένοι των ρωσικών ΜΜΕ δεν ενθουσιάστηκαν με τους Τούρκους και περιέγραψαν με ειρωνικό τρόπο το στρίμωγμα των αξιωματούχων τους για μια θέση περιοπής στη συνέντευξη τύπου.
Κάνοντας το χατήρι του φίλου Ταγίπ, αλλά στέλνοντας με την ευκαιρία και το δεύτερο, σαφές μήνυμά του προς τον Δημήτρη Χριστόφια, μετά την εκλογή του τελευταίου, ο Ρώσος Πρόεδρος είπε ότι υποστηρίζει τα σχέδια του ΟΗΕ για την Κύπρο, μεταξύ των οποίων το σχέδιο Ανάν και την ανάπτυξη των οικονομικών σχέσεων με τις «δύο χώρες» στην Κύπρο, όπως είπε, για να διορθώσει ευθύς αμέσως, σε «δύο πλευρές». Η διόρθωση χρειάστηκε πέντε μέρες για να γίνει αντιληπτή από την υπηρεσία τύπου της προεδρίας.
Συνήθως και οπωσδήποτε στην περίπτωση αυτή, οι υπογραφείσες συμφωνίες δεν είναι παρά η «κορυφή του παγόβουνου». Θα χρειαστεί κάποιος χρόνος για να σιγουρευτούμε για την έκταση και την ειλικρίνεια της ρωσο-τουρκικής «συνεννόησης». Με δεδομένο μάλιστα ότι οι «σφαίρες επιρροής» των δύο χωρών στην πρώην σοβιετική περιφέρεια τέμνονται – η γεωπολιτική σύγκρουση παραμένει το κατά βάση κυριαρχούν στοιχείο στις ρωσοτουρκικές σχέσεις των τελευταίων τριών αιώνων.
«Πλατωνικοί έρωτες» και «γάμοι συμφέροντος»
Ρωσικές διπλωματικές πηγές επιμένουν ότι οι συμφωνίες με την Τουρκία δεν αλλάζουν το σκηνικό στις ελληνορωσικές σχέσεις, ενώ και η (εξ απίνης καταληφθείσα) ελληνική πολιτική και διπλωματία εκτιμά ότι «δεν αλλάζει τίποτα». Οι επόμενοι μήνες θα δείξουν ποιά είναι η έκταση της ρωσοτουρκικής συμφωνίας, ενώ οι πράξεις Αθήνας και Μόσχας θα καταδείξουν κατά πόσον έχει τελειώσει άδοξα η δεύτερη προσπάθεια προσέγγισης Ελλάδας-Ρωσίας την τελευταία εικοσαετία (η πρώτη απόπειρα, έγινε με τους ρωσικούς πυραύλους S-300 και κατέληξε σε αξιοθρήνητα αποτελέσματα μετά την άτακτη υποχώρηση της Αθήνας). Συνήθως, μεταξύ Αθήνας και Μόσχας έχουμε σφοδρούς «έρωτες» που παραμένουν τελικά «πλατωνικοί», ενώ μεταξύ ‘Αγκυρας και Μόσχας «γάμους συμφερόντων».
Διπλωματικοί παρατηρητές υποστηρίζουν ότι οι τελευταίες εξελίξεις αντανακλούν απλά το βάρος της γεωπολιτικής θέσης της Τουρκίας και των ρωσο-τουρκικών οπικονομικών σχέσεων. Στην πραγματικότητα όμως αντανακλούν ακόμα περισσότερο την ελληνική αδυναμία και αμφιθυμία. Αδυναμία, γιατί η Ελλάδα είναι ίσως η μόνη ευρωπαίκή χώρα που δεν διαθέτει στρατηγική ανάλυση πίσω από τη διπλωματία της, ανεξάρτητα κέντρα στρατηγικών μελετών, ούτε καλά – καλά αρκετούς ανθρώπους στα Υπουργεία Εξωτερικών και ‘Αμυνας που να μιλάνε τούρκικα, ρώσικα κλπ. και να μελετούν την πραγματικότητα αυτών των χωρών. Η ελληνική υπηρεσία πληροφοριών είναι υποτυπώδης, δίκτυο Ελλήνων ανταποκριτών στο εξωτερικό ουσιαστικά δεν υπάρχει. ‘Οπως δεν υπάρχει ελληνικό κράτος στην εσωτερική, έτσι δεν υπάρχει και στη διεθνή διάστασή του, η προχειρότητα και ο αυτοσχεδιασμός βασιλεύουν. Καμμία, ακόμα και από τις μικρότερες ευρωπαϊκές χώρες δεν λειτουργεί έτσι. Αξίζει επίσης να σημειώσουμε ότι στη Μόσχα λειτουργεί ένα ισχυρό τουρκικό και ένα ακόμα ισχυρότερο ισραηλινό λόμπυ, ενώ μια ολόκληρη μερίδα της ρωσικής κυβέρνησης υπό τον αντιπρόεδρο κ. Ιβανώφ καλλιεργεί την ιδέα μιας «ευρασιατικής συμμαχίας» με την Τουρκία. Αντίθετα, δεν υπάρχει στη ρωσική πρωτεύουσα καμιά αξιόλογη ελληνική δραστηριότητα, ούτε μεταξύ των δύο χωρών κάποιας μορφής στρατηγικός διάλογος.
Η προσέγγιση Καραμανλή-Πούτιν βασίστηκε κυρίως στην προσωπική «χημεία» των δύο και των συνεργατών τους Κωνσταντίνου Μπίτσιου και Αντρέι Βντόβιν (αμφότεροι απομακρύνθηκαν έκτοτε). Η «δημοτικότητα» του κ. Καραμανλή στο Κρεμλίνο έφτασε το ζενίθ όταν έβαλε το βέτο στο Βουκουρέστι («είναι ένας πολύ θαρραλέος άνθρωπος», ήταν το σχόλιο Ρώσου αξιωματούχου). ‘Εκτοτε όμως ο ‘Ελληνας Πρωθυπουργός φάνηκε να υποχωρεί, δίνοντας την εντύπωση τρομαγμένου ανθρώπου και πιθανώς «χρεώνοντας» στη ρωσική πολιτική του αμερικανική εχθρότητα και αποκαλύψεις σκανδάλων. Αντί να αντιμετωπίσει τους εσωτερικούς μηχανισμούς παραγωγής των σκανδάλων, προτίμησε την όπισθεν στην εξωτερική πολιτική, γεγονός που ενεθάρρυνε τους αντιπάλους του. Διάφοροι υπηρεσιακοί παράγοντες άρχισαν να ανακαλύπτουν απίθανα «προβλήματα» με τα ρωσικά θωρακισμένα. Σημαντικοί Υπουργοί της κυβέρνησης δεν απαντούσαν πλέον στα τηλέφωνα και τα αιτήματα συναντήσεων του Ρώσου Πρέσβη! Η Μόσχα εξακολουθούσε να στηρίζει την προσέγγιση, παρά τα προβλήματα που δημιουργούσε το ... ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, με τις θέσεις του στα αντιπυραυλικά, για τη Γεωργία κλπ., όταν ένοιωσε όμως και τον ίδιο τον Καραμανλή να κάνει πίσω, άρχισε να θέτει κι αυτή το κλασικό «ελληνικό ερώτημα»: «ποιός κυβερνά αυτόν τον τόπο». Το «δεντράκι» που «φύτεψαν» οι κ.κ. Καραμανλής και Πούτιν, με την ευλογία του Προέδρου της Δημοκρατίας, έπαυσε να ποτίζεται και άρχισε να «μαραίνεται».
‘Ισως βέβαια δεν έχουν ακόμα κριθεί όλα. Υπάρχει συμπληρωματικότητα αναγκών Αθήνας και Μόσχας, χρειάζεται όμως και η πολιτική βούληση και η συστηματική κρατική και διπλωματική υποστήριξη. Η ρωσική πλευρά δηλώνει πάντως ότι ενδιαφέρεται να συνεχίσει την προσέγγιση. Ενδιαφέρεται μάλιστα και για την θέση όλων των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων. Τοποθετηθείς προ αρκετών μηνών στην Αθήνα, ο νέος Ρώσος Πρέσβης συναντήθηκε ήδη με τον κ. Τσίπρα, που του δήλωσε ότι στηρίζει τους αγωγούς, αν και ξέχασε να το αναφέρει στην ανακοίνωσή του για τη συνάντηση ο Συνασπισμός. Ελπίζει να συναντηθεί σύντομα και να γνωρίσει και τον κ. Παπανδρέου.
Διπλωματικοί και στρατηγικοί αναλυτές υπογραμμίζουν ότι, όπως έχουν έλθει τα πράγματα, η σύσφιγξη των σχέσεων με τη Μόσχα, η περαιτέρω ανάπτυξη όχι μόνο των ενεργειακών, αλλά επίσης των αμυντικών και πολιτιστικών σχέσεων, αλλά και ενός σοβαρού «στρατηγικού διαλόγου» είναι «μονόδρομος» για τη χώρα, αν δεν θέλει, αργά ή γρήγορα, και μάλλον γρήγορα, να βρεθεί προ ιδιαίτερα δυσαρέστων εκπλήξεων στην εξωτερική πολιτική της.
"Κόσμος του Επενδυτή", 14-8-2009
Δευτέρα 17 Αυγούστου 2009
Πούτιν, Αραφάτ και Σχέδιο Ανάν
Σε εκ πρώτης όψεως αλλοπρόσαλλη (και απαράδεκτη) δήλωση προέβη ο Πρωθυπουργός Πούτιν στην ‘Αγκυρα, υποστηρίζοντας το σχέδιο Ανάν. Αλλοπρόσαλλη, γιατί το σχέδιο δεν υπάρχει επισήμως. Η Ρωσία έβαλε δύο βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας το 2004 για να μην υιοθετηθεί. Μερίδα τουλάχιστον Ρώσων στρατηγικών αναλυτών (όχι βεβαίως το ισραηλινό και τουρκικό λόμπυ στη Μόσχα) εκτιμά ότι το σχέδιο εξυπηρετούσε αγγλοαμερικανικά συμφέροντα. (Εκτός αν προεξοφλούν ότι θα γίνει αποδεκτό και δεν έχει νόημα η αντίθεση γιατί, όπως είπε κάποτε ο Γάλλος Πρέσβης στη Λευκωσία, «δεν μπορούμε να είμαστε πιο Κύπριοι από τους Κύπριους»)
Στη διάρκεια συνάντησής του ο κ. Πούτιν διηγήθηκε την εξής ιστορία σε συνομιλητή του, που μας τη μετέφερε: «Ερχόταν ο Αραφάτ για βοήθεια κάθε φορά που ζοριζόταν. Μια φορά τούπα. Γιασέρ, πας στους Αμερικανούς για πρωτοβουλίες και όλα τα άλλα, έρχεσαι σε μένα μόνο όταν στραβώσουν τα πράγματα».
Οι Ρώσοι εξεπλάγησαν όταν ο κ. Χριστόφιας φάνηκε να στηρίζεται κυρίως στη Βρετανία για το κυπριακό, υπογράφοντας μνημόνιο με τον Γκόρντον Μπράουν που εγγυάται τις βρετανικές βάσεις. ‘Οταν ο Χριστόφιας πήγε στη Μόσχα, ο Πούτιν δεν τον συνάντησε, επικαλούμενος ασήμαντους λόγους. Ρώσοι και Γάλλοι δεν το εκδηλώνουν δημόσια, αλλά αισθάνονται παραμερισμένοι στο κυπριακό, «καπελωμένοι» από το Λονδίνο.
Η δήλωση Πούτιν συνιστά πιθανώς «χάρη» προς τον Ερντογάν. Προηγήθηκε αντίστοιχη δήλωση του προεδρεύοντος του Συμβουλίου της ΕΕ, επικεφαλής του φιλοτουρκικού, ατλαντικού λόμπυ Καρλ Μπιλντ, που απέδωσε στους Ελληνοκύπριους την ευθύνη παραμονής του τουρκικού στρατού λόγω του 2004 (και στην Ελλάδα την ευθύνη της τουρκικής εισβολής το 1974!). Οι δηλώσεις αυτές αποκαλύπτουν ένα από τα επιχειρήματα που θα χρησιμοποιηθούν ίσως τον Δεκέμβριο στην αξιολόγηση της Τουρκίας. Φταίνε οι Ελληνοκύπριοι που απέρριψαν το σχέδιο, έστω και αν, θεωρητικά τουλάχιστον, στα δημοψηφίσματα ο λαός έχει δικαίωμα να ψηφίσει ότι νομίζει, αλλοιώς γιατί να γίνονται; Το ίδιο το σχέδιο Ανάν αναφέρει ρητά ότι θεωρείται άκυρο και μηδέτοποτε γενόμενο εφόσον καταψηφισθεί, δηλαδή δεν παράγει νομικές συνέπειες. Το πρόβλημα έγκειται στο ότι η κυβέρνηση και οι πολιτικές δυνάμεις της Κύπρου δεν υπερασπίζονται πολιτικά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, που μπορεί να αρέσει ή όχι, πρέπει όμως να γίνεται ουσιαστικά σεβαστό στις δημοκρατίες. Ουδεμία απάντηση στον κ. Πούτιν, ψελίσματα για τον κ. Μπιλντ από Λευκωσία-Αθήνα, ενώ δεν υπάρχουν ούτε δύο σελίδες στα αγγλικά να εξηγούν με καταληπτό τρόπο τους λόγους απόρριψης του σχεδίου, όπως και τι συνέβη το 1974! ‘Ετσι οργανώνονται οι ήττες.
Στη διάρκεια συνάντησής του ο κ. Πούτιν διηγήθηκε την εξής ιστορία σε συνομιλητή του, που μας τη μετέφερε: «Ερχόταν ο Αραφάτ για βοήθεια κάθε φορά που ζοριζόταν. Μια φορά τούπα. Γιασέρ, πας στους Αμερικανούς για πρωτοβουλίες και όλα τα άλλα, έρχεσαι σε μένα μόνο όταν στραβώσουν τα πράγματα».
Οι Ρώσοι εξεπλάγησαν όταν ο κ. Χριστόφιας φάνηκε να στηρίζεται κυρίως στη Βρετανία για το κυπριακό, υπογράφοντας μνημόνιο με τον Γκόρντον Μπράουν που εγγυάται τις βρετανικές βάσεις. ‘Οταν ο Χριστόφιας πήγε στη Μόσχα, ο Πούτιν δεν τον συνάντησε, επικαλούμενος ασήμαντους λόγους. Ρώσοι και Γάλλοι δεν το εκδηλώνουν δημόσια, αλλά αισθάνονται παραμερισμένοι στο κυπριακό, «καπελωμένοι» από το Λονδίνο.
Η δήλωση Πούτιν συνιστά πιθανώς «χάρη» προς τον Ερντογάν. Προηγήθηκε αντίστοιχη δήλωση του προεδρεύοντος του Συμβουλίου της ΕΕ, επικεφαλής του φιλοτουρκικού, ατλαντικού λόμπυ Καρλ Μπιλντ, που απέδωσε στους Ελληνοκύπριους την ευθύνη παραμονής του τουρκικού στρατού λόγω του 2004 (και στην Ελλάδα την ευθύνη της τουρκικής εισβολής το 1974!). Οι δηλώσεις αυτές αποκαλύπτουν ένα από τα επιχειρήματα που θα χρησιμοποιηθούν ίσως τον Δεκέμβριο στην αξιολόγηση της Τουρκίας. Φταίνε οι Ελληνοκύπριοι που απέρριψαν το σχέδιο, έστω και αν, θεωρητικά τουλάχιστον, στα δημοψηφίσματα ο λαός έχει δικαίωμα να ψηφίσει ότι νομίζει, αλλοιώς γιατί να γίνονται; Το ίδιο το σχέδιο Ανάν αναφέρει ρητά ότι θεωρείται άκυρο και μηδέτοποτε γενόμενο εφόσον καταψηφισθεί, δηλαδή δεν παράγει νομικές συνέπειες. Το πρόβλημα έγκειται στο ότι η κυβέρνηση και οι πολιτικές δυνάμεις της Κύπρου δεν υπερασπίζονται πολιτικά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, που μπορεί να αρέσει ή όχι, πρέπει όμως να γίνεται ουσιαστικά σεβαστό στις δημοκρατίες. Ουδεμία απάντηση στον κ. Πούτιν, ψελίσματα για τον κ. Μπιλντ από Λευκωσία-Αθήνα, ενώ δεν υπάρχουν ούτε δύο σελίδες στα αγγλικά να εξηγούν με καταληπτό τρόπο τους λόγους απόρριψης του σχεδίου, όπως και τι συνέβη το 1974! ‘Ετσι οργανώνονται οι ήττες.
Κυριακή 16 Αυγούστου 2009
Διπλωμάτες και διεθνής παρουσία της Ελλάδας
Συνέντευξη του Γιώργου Αϋφαντή, εκπροσώπου της 'Ενωσης Διπλωματικών Υπαλλήλων στον Δημήτρη Κωνσταντακόπουλο. Δημοσιεύτηκε στις 14. 8.09 στον "Κόσμο του Επενδυτή".
Ερ. K. Αϋφαντή, όπως αντιλαμβάνομαι η Υπουργός Εξωτερικών ικανοποίησε ένα από τα αιτήματά σας. Έχουν εξομαλυνθεί οι σχέσεις σας;
Απ. Με διάταξη του Ν.3578/2009 που ψήφισε το Β΄ θερινό Τμήμα της Βουλής, καταργείται από 1/1/2010 για τους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ η φορολόγηση της αποζημίωσης που λαμβάνουμε για να ανταποκριθούμε στα αυξημένα έξοδα διαβίωσής μας στο εξωτερικό. Υπήρχαν, άλλωστε, πάνω από 100 Αποφάσεις δικαστηρίων, του Σ.τ.Ε. συμπεριλαμβανομένου, που δικαίωναν προσφυγές συναδέλφων. Υπήρξε, λοιπόν προσαρμογή της Κυβέρνησης στην συνταγματική νομιμότητα, ύστερα από ένα 2ετή, σκληρό διεκδικητικό αγώνα, τον οποίο η ‘Ενωση Διπλωματικών Υπαλλήλων ξεκίνησε και διεξήγαγε μόνη της. Ακούσαμε πολλά «αποκλείεται!» αλλά τελικά κατίσχυσε η επιμονή μας και το δίκαιο του αιτήματος. Ωστόσο, οι μείζονες θεσμικές και οικονομικές μας διεκδικήσεις δεν έχουν ικανοποιηθεί. Συνεχίζουμε τις προσπάθειές μας.
Ερ. Είναι αρκετά ασυνήθιστο για ένα συνδικάτο Διπλωματών να έρχεται σε τόσο ευθεία σύγκρουση με την Υπουργό Εξωτερικών, όπως εσείς με την υπόθεση Siemens. Μήπως ήταν υπερβολική η εμπλοκή σας στο θέμα; Είσαστε ικανοποιημένοι από την εξέλιξη της υπόθεσης;
Απ. Εξ ορισμού οι διπλωμάτες είναι επιτελικοί, στενοί συνεργάτες της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΞ. Δεν επιδιώκουμε εμείς σύγκρουση αλλά συνεργασία. Όμως, δεν διστάσαμε να πούμε την άποψή μας όταν, ένα πρωί, μάθαμε ξαφνικά ότι η έλλειψη πολιτικής κρίσης, τα αργά ανακλαστικά και νωχέλεια που τάχα χαρακτηρίζουν τους Έλληνες διπλωμάτες επέτρεψαν στον φυγόδικο Καραβέλα να διαφύγει στο εξωτερικό. Υπερασπίσαμε, συνεπώς, την επαγγελματική μας υπόληψη αλλά και τους συναδέλφους που άδικα κατηγορήθηκαν για να καλυφθούν αλλότριες ευθύνες. Και το πράξαμε με τρόπο που θα πρέπει να έπεισε τους δύσπιστους ότι και πολιτική κρίση διαθέτουμε και ταχύτητα αντίδρασης και σθένος. Όσοι θεωρούσαν ότι οι Έλληνες διπλωμάτες παραδοσιακά εκφράζονται με πειθήνιες και βαθύτατες υποκλίσεις προς πάσα κατεύθυνση, είχαν μια ευκαιρία ν’ αναθεωρήσουν την άποψή τους.
Ερ. Ωστόσο κάποιοι ίσως έμειναν με την αίσθηση ότι έχετε υπεισέλθη σε μία σύγκρουση προσωπικού χαρακτήρα με την πολιτική ηγεσία. Υπάρχει και σε τι οφείλεται σύγκρουση μεταξύ πολιτικής ηγεσίας και διπλωματών;
Απ. Δεν τίθεται ζήτημα σύγκρουσης και δη σε προσωπική βάση με την κα Υπουργό. Η αντίθεσή μας δεν αφορά πρόσωπα. Αφορά την ακολουθούμενη πολιτική, της οποίας παράπλευρη όσο και αναπόφευκτη συνέπεια είναι η περιθωριοποίηση της Διπλωματικής Υπηρεσίας. Και ακόμη περισσότερο, η υποκατάσταση της Διπλωματικής Υπηρεσίας από μια μικρή προσωποπαγή ομάδα υπηρεσιακών και εξω-υπηρεσιακών παραγόντων. Προς την κατεύθυνση αυτή λειτουργούν επίσης η συστηματική μισθολογική μας υποβάθμιση, όπως και η συνεχής μεταφορά πόρων από την άσκηση εξωτερικής πολιτικής στην προώθηση δημοσίων σχέσεων .
Οι Έλληνες διπλωμάτες δεν μπορεί ν’ αντιμετωπίζονται από τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες περίπου σαν οδηγοί αγοραίων οχημάτων, στους οποίους δεν πέφτει λόγος ούτε για τον προορισμό ούτε για την διαδρομή. Τα προβλήματα των διεθνών σχέσεων της Ελλάδας έχουν ιστορικό βάθος και μόνο η Διπλωματική Υπηρεσία επιτρέπει τον χειρισμό τους στην βάση της ιστορίας τους, της πολυπλοκότητάς τους και της διαφύλαξης των διαχρονικών εθνικών συμφερόντων που διακυβεύονται σε κάθε πρόβλημα. Εν ολίγοις, ο χειρισμός των προβλημάτων αυτών στην βάση των εισηγήσεων αλλά και της υλοποίησης που εξασφαλίζουν οι δεξιότητες και η συλλογική εμπειρία της Διπλωματικής Υπηρεσίας είναι η μόνη ασφαλής και ενδεδειγμένη οδός.
Αντίθετα, ούτε στο Κυπριακό ούτε στα Ελληνο-Τουρκικά, ούτε στο Μεσανατολικό, ούτε πουθενά είναι χρήσιμοι ή απαραίτητοι οι διπλωμάτες, όταν τα ζητήματα αυτά προσεγγίζονται σε επικοινωνιακή βάση και με όρους δημοσίων σχέσεων. Με στόχο όχι την αντιμετώπιση και επίλυσή τους αλλά την προώθηση επί μέρους προσωπικών στοχεύσεων ή την εξυπηρέτηση σκοπιμοτήτων της στιγμής. Τότε, βεβαίως θα υπάρχει αντίθεση των διπλωματών με την όποια πολιτική ηγεσία, ανεξαρτήτως προσώπων!
Ερ. Κύριε Αϋφαντή όποιος επισκεπτόταν Ελληνική Πρεσβεία ή Γραφείο Τύπου πριν από 20 χρόνια εύρισκε μία μπροσούρα που αντιμετώπιζε η Ελλάδα στο Αιγαίο, στο Κυπριακό κ.λ.π. Γιατί σήμερα απουσιάζουν όλα αυτά από τις Ελληνικές Αντιπροσωπείες; Γιατί αρκετοί συνάδελφοί σας εμφανίζουν πρακτικά την χώρα ως την καλύτερη φίλη της Τουρκίας; Είστε ικανοποιημένοι από το επίπεδο ενημέρωσης των ξένων Διπλωματικών Αρχών και της διεθνούς κοινής γνώμης για τα προβλήματα και τις απειλές που αντιμετωπίζει η Ελλάδα; Τι εισηγήσεις έχετε κάνει στο Υπουργείο σας και τι πρωτοβουλές σκέφτεσθε να λάβετε εσείς ως Ένωση για την ενημέρωση της διεθνούς κοινής γνώμης;
Απ. Οι διπλωμάτες, και στην Ελλάδα και παντού, εργάζονται βάσει οδηγιών, ασχέτως αν τις θεωρούν σαφείς, επαρκείς, πλήρεις ή όχι. Έγκειται στην προσωπική ευαισθησία και, βέβαια, στην κατάρτιση κάθε Έλληνα διπλωμάτη με πόσο ζήλο και αποτελεσματικότητα θα ενημερώσει τους ομολόγους του και την διεθνή κοινή γνώμη, πως θα διεκδικήσει ένα αίτημα κ.ο.κ. Αλλά η διπλωματία, όπως και το ποδόσφαιρο, δεν είναι μοναχικό σπορ. Εκτός από παίκτες , πρέπει να υπάρχει και ομάδα, προπονητής, κατεύθυνση και στόχοι. Όταν από τα πιο έγκυρα χείλη οι χαμηλές υπερπτήσεις κατοικημένων Ελληνικών νησιών στο Αιγαίο χαρακτηρίζονται «άσκοπες», δεν μπορεί ο διπλωμάτης να κάνει ενημέρωση σε ομολόγους τους και να τις χαρακτηρίσει είτε «επικίνδυνες», είτε «εχθρικές ενέργειες». Ό,τι άλλωστε και να επιθυμούσε προσωπικά να πει, όλα τα ξένα Κράτη έχουν Πρεσβείες και διαβάζουν εφημερίδες. Συνεπώς το «άσκοπες» είναι αυτό που ισχύει, με ό,τι σηματοδοτεί (π.χ. ότι ο τερματισμός αυτής της «άσκοπης» δραστηριότητας μάλλον επαφίεται στην διακριτική ευχέρεια των γειτόνων, παρά σε αντίδραση της Ελληνικής πλευράς). Οπότε, εκ των πραγμάτων, και οι διπλωμάτες κινούμεθα, εν προκειμένω, στο πλαίσιο της – διόλου άσκοπης – πολιτικής που έχει ερήμην μας χαραχθεί.
Ερ. K. Αϋφαντή, όπως αντιλαμβάνομαι η Υπουργός Εξωτερικών ικανοποίησε ένα από τα αιτήματά σας. Έχουν εξομαλυνθεί οι σχέσεις σας;
Απ. Με διάταξη του Ν.3578/2009 που ψήφισε το Β΄ θερινό Τμήμα της Βουλής, καταργείται από 1/1/2010 για τους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ η φορολόγηση της αποζημίωσης που λαμβάνουμε για να ανταποκριθούμε στα αυξημένα έξοδα διαβίωσής μας στο εξωτερικό. Υπήρχαν, άλλωστε, πάνω από 100 Αποφάσεις δικαστηρίων, του Σ.τ.Ε. συμπεριλαμβανομένου, που δικαίωναν προσφυγές συναδέλφων. Υπήρξε, λοιπόν προσαρμογή της Κυβέρνησης στην συνταγματική νομιμότητα, ύστερα από ένα 2ετή, σκληρό διεκδικητικό αγώνα, τον οποίο η ‘Ενωση Διπλωματικών Υπαλλήλων ξεκίνησε και διεξήγαγε μόνη της. Ακούσαμε πολλά «αποκλείεται!» αλλά τελικά κατίσχυσε η επιμονή μας και το δίκαιο του αιτήματος. Ωστόσο, οι μείζονες θεσμικές και οικονομικές μας διεκδικήσεις δεν έχουν ικανοποιηθεί. Συνεχίζουμε τις προσπάθειές μας.
Ερ. Είναι αρκετά ασυνήθιστο για ένα συνδικάτο Διπλωματών να έρχεται σε τόσο ευθεία σύγκρουση με την Υπουργό Εξωτερικών, όπως εσείς με την υπόθεση Siemens. Μήπως ήταν υπερβολική η εμπλοκή σας στο θέμα; Είσαστε ικανοποιημένοι από την εξέλιξη της υπόθεσης;
Απ. Εξ ορισμού οι διπλωμάτες είναι επιτελικοί, στενοί συνεργάτες της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΞ. Δεν επιδιώκουμε εμείς σύγκρουση αλλά συνεργασία. Όμως, δεν διστάσαμε να πούμε την άποψή μας όταν, ένα πρωί, μάθαμε ξαφνικά ότι η έλλειψη πολιτικής κρίσης, τα αργά ανακλαστικά και νωχέλεια που τάχα χαρακτηρίζουν τους Έλληνες διπλωμάτες επέτρεψαν στον φυγόδικο Καραβέλα να διαφύγει στο εξωτερικό. Υπερασπίσαμε, συνεπώς, την επαγγελματική μας υπόληψη αλλά και τους συναδέλφους που άδικα κατηγορήθηκαν για να καλυφθούν αλλότριες ευθύνες. Και το πράξαμε με τρόπο που θα πρέπει να έπεισε τους δύσπιστους ότι και πολιτική κρίση διαθέτουμε και ταχύτητα αντίδρασης και σθένος. Όσοι θεωρούσαν ότι οι Έλληνες διπλωμάτες παραδοσιακά εκφράζονται με πειθήνιες και βαθύτατες υποκλίσεις προς πάσα κατεύθυνση, είχαν μια ευκαιρία ν’ αναθεωρήσουν την άποψή τους.
Ερ. Ωστόσο κάποιοι ίσως έμειναν με την αίσθηση ότι έχετε υπεισέλθη σε μία σύγκρουση προσωπικού χαρακτήρα με την πολιτική ηγεσία. Υπάρχει και σε τι οφείλεται σύγκρουση μεταξύ πολιτικής ηγεσίας και διπλωματών;
Απ. Δεν τίθεται ζήτημα σύγκρουσης και δη σε προσωπική βάση με την κα Υπουργό. Η αντίθεσή μας δεν αφορά πρόσωπα. Αφορά την ακολουθούμενη πολιτική, της οποίας παράπλευρη όσο και αναπόφευκτη συνέπεια είναι η περιθωριοποίηση της Διπλωματικής Υπηρεσίας. Και ακόμη περισσότερο, η υποκατάσταση της Διπλωματικής Υπηρεσίας από μια μικρή προσωποπαγή ομάδα υπηρεσιακών και εξω-υπηρεσιακών παραγόντων. Προς την κατεύθυνση αυτή λειτουργούν επίσης η συστηματική μισθολογική μας υποβάθμιση, όπως και η συνεχής μεταφορά πόρων από την άσκηση εξωτερικής πολιτικής στην προώθηση δημοσίων σχέσεων .
Οι Έλληνες διπλωμάτες δεν μπορεί ν’ αντιμετωπίζονται από τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες περίπου σαν οδηγοί αγοραίων οχημάτων, στους οποίους δεν πέφτει λόγος ούτε για τον προορισμό ούτε για την διαδρομή. Τα προβλήματα των διεθνών σχέσεων της Ελλάδας έχουν ιστορικό βάθος και μόνο η Διπλωματική Υπηρεσία επιτρέπει τον χειρισμό τους στην βάση της ιστορίας τους, της πολυπλοκότητάς τους και της διαφύλαξης των διαχρονικών εθνικών συμφερόντων που διακυβεύονται σε κάθε πρόβλημα. Εν ολίγοις, ο χειρισμός των προβλημάτων αυτών στην βάση των εισηγήσεων αλλά και της υλοποίησης που εξασφαλίζουν οι δεξιότητες και η συλλογική εμπειρία της Διπλωματικής Υπηρεσίας είναι η μόνη ασφαλής και ενδεδειγμένη οδός.
Αντίθετα, ούτε στο Κυπριακό ούτε στα Ελληνο-Τουρκικά, ούτε στο Μεσανατολικό, ούτε πουθενά είναι χρήσιμοι ή απαραίτητοι οι διπλωμάτες, όταν τα ζητήματα αυτά προσεγγίζονται σε επικοινωνιακή βάση και με όρους δημοσίων σχέσεων. Με στόχο όχι την αντιμετώπιση και επίλυσή τους αλλά την προώθηση επί μέρους προσωπικών στοχεύσεων ή την εξυπηρέτηση σκοπιμοτήτων της στιγμής. Τότε, βεβαίως θα υπάρχει αντίθεση των διπλωματών με την όποια πολιτική ηγεσία, ανεξαρτήτως προσώπων!
Ερ. Κύριε Αϋφαντή όποιος επισκεπτόταν Ελληνική Πρεσβεία ή Γραφείο Τύπου πριν από 20 χρόνια εύρισκε μία μπροσούρα που αντιμετώπιζε η Ελλάδα στο Αιγαίο, στο Κυπριακό κ.λ.π. Γιατί σήμερα απουσιάζουν όλα αυτά από τις Ελληνικές Αντιπροσωπείες; Γιατί αρκετοί συνάδελφοί σας εμφανίζουν πρακτικά την χώρα ως την καλύτερη φίλη της Τουρκίας; Είστε ικανοποιημένοι από το επίπεδο ενημέρωσης των ξένων Διπλωματικών Αρχών και της διεθνούς κοινής γνώμης για τα προβλήματα και τις απειλές που αντιμετωπίζει η Ελλάδα; Τι εισηγήσεις έχετε κάνει στο Υπουργείο σας και τι πρωτοβουλές σκέφτεσθε να λάβετε εσείς ως Ένωση για την ενημέρωση της διεθνούς κοινής γνώμης;
Απ. Οι διπλωμάτες, και στην Ελλάδα και παντού, εργάζονται βάσει οδηγιών, ασχέτως αν τις θεωρούν σαφείς, επαρκείς, πλήρεις ή όχι. Έγκειται στην προσωπική ευαισθησία και, βέβαια, στην κατάρτιση κάθε Έλληνα διπλωμάτη με πόσο ζήλο και αποτελεσματικότητα θα ενημερώσει τους ομολόγους του και την διεθνή κοινή γνώμη, πως θα διεκδικήσει ένα αίτημα κ.ο.κ. Αλλά η διπλωματία, όπως και το ποδόσφαιρο, δεν είναι μοναχικό σπορ. Εκτός από παίκτες , πρέπει να υπάρχει και ομάδα, προπονητής, κατεύθυνση και στόχοι. Όταν από τα πιο έγκυρα χείλη οι χαμηλές υπερπτήσεις κατοικημένων Ελληνικών νησιών στο Αιγαίο χαρακτηρίζονται «άσκοπες», δεν μπορεί ο διπλωμάτης να κάνει ενημέρωση σε ομολόγους τους και να τις χαρακτηρίσει είτε «επικίνδυνες», είτε «εχθρικές ενέργειες». Ό,τι άλλωστε και να επιθυμούσε προσωπικά να πει, όλα τα ξένα Κράτη έχουν Πρεσβείες και διαβάζουν εφημερίδες. Συνεπώς το «άσκοπες» είναι αυτό που ισχύει, με ό,τι σηματοδοτεί (π.χ. ότι ο τερματισμός αυτής της «άσκοπης» δραστηριότητας μάλλον επαφίεται στην διακριτική ευχέρεια των γειτόνων, παρά σε αντίδραση της Ελληνικής πλευράς). Οπότε, εκ των πραγμάτων, και οι διπλωμάτες κινούμεθα, εν προκειμένω, στο πλαίσιο της – διόλου άσκοπης – πολιτικής που έχει ερήμην μας χαραχθεί.
Πέμπτη 13 Αυγούστου 2009
ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΜΕΣΩ ΧΑΓΗΣ
Αντί "θερμού", οδεύουμε προς "ψυχρό" επεισόδιο
Εισηγήσεις για αλλαγή πορείας στα ευρωτουρκικά
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Από αλλού την περιμένανε, από αλλού ήρθε! Πρό μηνών, ορισμένοι «ανεγκέφαλοι των Αθηνών» νόμιζαν ότι η ‘Αγκυρα έπαυσε να ενδιαφέρεται για την Ευρώπη και έχυναν μαύρο δάκρυ, λες και είναι να μπει η Ελλάδα, όχι η Τουρκία στην ‘Ενωση. Μετά φοβόντουσαν ξαφνική εξέγερση στη Θράκη. Στη συνέχεια «νέα ‘Ιμια» και «θερμά επεισόδια». Το «επεισόδιο» όμως των Ιμίων είχε σκοπό να σύρει την Ελλάδα σε διαπραγμάτευση και να εισάγει τις «γκρίζες ζώνες» - μερικά το κατάφερε. Τώρα, η ‘Αγκυρα επιθυμεί κατά μέγιστο να «κάνει ταμείο» ελληνικών παραχωρήσεων σε Αιγαίο-Κύπρο, ντε γιούρε πλέον και όχι ντε φάκτο όπως με τα ‘Ιμια, κατ’ ελάχιστο να μη συναντήσει προβλήματα στην ενταξιακή πορεία της, αποδίδοντας σε Ελλάδα/Κύπρο ευθύνη για τα προβλήματα. ‘Ενα επεισόδιο, πέραν του εγγενώς απρόβλεπτου χαρακτήρα του, μπορεί να καταστρέψει αυτή την πορεία, προκαλώντας τεράστια προβλήματα στην αμερικανική και τουρκική πολιτική. Τέτοιο επεισόδιο μπορεί να γίνει μόνο σε μια περίπτωση – αν ‘Αγκυρα και Ουάσιγκτον πεισθούν ότι η αντίδραση της ελληνικής ηγεσίας θα οδηγήσει σε εκπλήρωση των επιδιώξεών τους και ότι αυτό θα γίνει αποδεκτό από την ελληνική κοινή γνώμη. Δεν υπάρχουν σήμερα τέτοιες προϋποθέσεις.
140 νησιά
‘Αλλον, πιο επικίνδυνο διπλωματικό ελιγμό μοιάζει να επιλέγει η ‘Αγκυρα στο Αιγαίο. Αρχίζει να ζητάει από την Αθήνα να εφαρμόσει την πολιτική της για την επίλυση των «διαφορών», γνωρίζοντας άριστα τα κενά της ελληνικής διπλωματικής «άμυνας»! Η επίσημη θέση της χώρας είναι ότι το μόνο που πρέπει να γίνει στο Αιγαίο είναι να παραπεμφθεί η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας στη Χάγη. ‘Ομως, για να γίνει μια τέτοια παραπομπή, πρέπει να αποσαφηνισθεί η κυριαρχία επί 140 νήσων του Αιγαίου, που αμφισβητεί η Τουρκία έργω και λόγω (θεωρία «γκρίζων ζωνών»), ειδάλλως θα πρέπει το Δικαστήριο να κρίνει επί της κυριότητός τους. Δεν μπορεί να οριοθετηθεί υφαλοκρηπίδα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, αν δεν γνωρίζουμε που αρχίζει η μία και που τελειώνει η άλλη. Επιπλεόν, η παραπομπή οριστικοποιεί το εύρος των χωρικών υδάτων στα έξη μίλια (υπάρχει και σχετική νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου στην υπόθεση Κατάρ/Μπαχρέιν). Η Αθήνα δεν ξέρει αν θέλει να παραπέμψει ζητήματα εδαφικής κυτριαρχίας στη Χάγη, ούτε υπάρχει ελληνική πολιτική δύναμη που να τάσσεται δημοσίως υπέρ της μη επέκτασης των χωρικών υδάτων ή που να θέλει αντιστρόφως να τα επεκτείνει (ούτε καν ΑΟΖ με την Κύπρο δεν θέλουμε να οριοθετήσουμε, παρά τις διαρκείς αμφισβητήσεις στο Καστελλόριζο!). Επιπλέον περιπλοκή δημιουργεί η συμφωνία της Μαδρίτης (1997) που αναγνώρισε «ζωτικά συμφέροντα» της Τουρκίας και δέσμευσε την Ελλάδα να μην προχωρήσει σε «μονομερείς ενέργειες», όπως μπορεί να θεωρηθεί η επέκταση των χωρικών υδάτων.
Πριν από μερικές μέρες, η «Χουριέτ» ρώτησε ευθέως την Κυρία Μπακογιάννη: «Απ’όσο γνωρίζω, είσαστε έτοιμοι να φέρετε μόνο το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας στη Χάγη και ισχυρίζεστε ότι δεν χρειάζεται να φέρετε τα υπόλοιπα ζητήματα ενώπιόν του. Η Άγκυρα θέλει να συζητήσει όλο το φάσμα των εκκρεμών ζητημάτων με την Ελλάδα ως ένα πακέτο. Εσείς φαίνεται ότι απορρίπτετε την ιδέα του πακέτου. Ποια είναι δική σας φόρμουλα;». Στην ευθεία αυτή ερώτηση, η Υπουργός δεν απήντησε, επαναλαμβάνοντας ότι θέλει να παραπέμψει το θέμα της υφαλοκρηπίδος στη Χάγη στη βάση της Διεθνούς Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας. Επανερχόμενος προχθές ο εκπρόσωπος του τουρκικού ΥΠΕΞ είπε ότι δεν γίνεται να αντιμετωπισθούν ένα-ένα τα ζητήματα (υπενθυμίζοντας δηλαδή το σύνολο των τουρκικών διεκδικήσεων). Ο ‘Ελληνας ομόλογός του απήντησε ότι δεν λέει τίποτα νέο!
Το Ελσίνκι
Τι θα γίνει όμως εν τέλει με τις τουρκικές εδαφικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο; Η Ελλάδα υποστηρίζει φανατικά, επί μία δεκαετία, την τουρκική ένταξη στην ΕΕ, χωρίς να θέσει ως όρο την άρση τους, όπως και του casus belli (ή και της στρατιωτικής απειλής, που υλοποιείται με τη στρατιά του Αιγαίου και τους τουρκικούς εξοπλισμούς). ‘Οπως δεν έθεσε ως προαπαιτούμενο την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την αποχώρηση του στρατού κατοχής. Στο κείμενο του Ελσίνκι (1999) γινόταν αναφορά σε «εκκρεμείς συνοριακές διαφορές» και «συναφή ζητήματα», που πρέπει να λυθούν δια παραπομπής στη Χάγη. Η διατύπωση βελτιώθηκε κάπως έκτοτε, η διεθνής θέση της χώρας παραμένει όμως η παραπομπή στη Χάγη. Πουθενά δεν γίνεται αναφορά σε άρση απειλών και διεκδικήσεων κατά της Ελλάδας.
Θέλουμε Χάγη;
Λέμε παραπομπή στη Χάγη, τη θέλουμε όμως; Κατ’ ιδίαν, όλοι οι χειριστές του ζητήματος στα δύο μεγάλα κόμματα αναγνωρίζουν το προφανές, ότι η προσφυγή συμπαρασύρει σειρά ζητημάτων - δεν μπορεί να περιορισθεί στην υφαλοκρηπίδα. Συνεργάτης της Υπουργού Εξωτερικών λέει: «Η νομική μας θέση είναι πολύ ισχυρή και δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα από την παραπομπή». ‘Αλλο κορυφαίο κυβερνητικό στέλεχος λέει: «Δεν μπορούμε να παραπέμψουμε την κυριότητα 130 νήσων και βραχονησίδων στο Δικαστήριο. Στην καλύτερη περίπτωση θα δώσει μερικά στην Τουρκία, για να φανεί αμερόληπτο, κι εσείς το ίδιο θα κάνατε. Θα μας πάνε στο Γουδί». Πράγματι, δυσκολεύεται κανείς να φαντασθεί οποιονδήποτε Πρωθυπουργό να ρωτάει τη Χάγη αν είναι ελληνικό το Αγαθονήσι ή οι Φούρνοι, πέραν του ότι υπάρχει και Σύνταγμα! Αποδεχόμενη τη δικαιοδοσία της Χάγης, η Ελλάδα επιφυλάχθηκε για θέματα εθνικής ασφαλείας – η ασφάλεια είναι ήσσων αγαθό έναντι της εδαφικής ακεραιότητας.
Το ΠΑΣΟΚ κατηγόρησε στο παρελθόν τη ΝΔ για μη παραπομπή στη Χάγη, υποστηρίζοντας ότι είχε καταλήξει σε «σχεδόν» συμφωνία σύνταξης συνυποσχετικού, με το οποίο η Αγκυρα παραιτούνταν των εδαφικών διεκδικήσεων. Ανακοίνωση του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών είχε τότε διαψεύσει αυτό τον ισχυρισμό. Σε ερώτησή μας τι θα έκανε μια αυριανή κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με το θέμα της εμπλοκής και άλλων ζητημάτων, πέραν της υφαλοκρηπίδας, στενός συνεργάτης του κ. Παπανδρέου μας είπε ότι «έχουν γνώση οι φύλακες και ασφαλώς θα υπάρξει το κατάλληλο συνυποσχετικό που θα κατοχυρώνει τα ελληνικά συμφέροντα». Σε τέτοιο συνυποσχετικό όμως πρέπει να συμφωνήσει η τουρκική κυβέρνηση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι διεξήχθησαν μέχρι τώρα 42 γύροι ελληνοτουρκικών «διερευνητικών» συζητήσεων για τις οποίες ουδείς, πλην των ηγεσιών των δύο κομμάτων, γνωρίζει το παραμικρό– σύμφωνα με την Αθήνα το αντικείμενό τους είναι η σύνταξη συνυποσχετικού για την υφαλοκρηπίδα, σύμφωνα με την ‘Αγκυρα το σύνολο των ζητημάτων του Αιγαίου! Πρόσφατα, ο κ. Λαφαζάνης ζήτησε να ενημερωθεί η εθνική αντιπροσωπεία για το τι ακριβώς συζητείται στις «διερευνητικές επαφές».
Να σημειώσουμε ότι υπάρχουν γενικότερες ενστάσεις από ακαδημαϊκούς κύκλους διεθνώς για το Δικαστήριο της Χάγης και, ευρύτερα, για τους διεθνείς δικαστικούς θεσμούς (είναι γνωστά τα σχετικά προηγούμενα προσφυγών για τις επιθέσεις σε Γιουγκοσλαβία και Ιράκ, όπως και ο άθλιος απολογισμός του Ειδικού Δικαστηρίου για την πρ. Γιουγκοσλαβία, σελίδα ντροπής στην ιστορία του ΟΗΕ). Ειδικά το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης επικρίθηκε έντονα στο παρελθόν για τις αλληλοσυγκρουόμενες αποφάσεις του για τη Ναμίμπια, που θεωρήθηκαν απόπειρα αποικιοκρατικής στήριξης του απαρτχάιντ (και τις οποίες αποδοκίμασε αργότερα το ίδιο!) Για πολλά χρόνια το μποϊκόταραν οι αφρικανικές χώρες. Σε άλλη περίπτωση, η απόφασή του για ένα θέμα διαφοράς που μοιάζει πολύ με τα ελληνοτουρκικά, παρολίγον να προκαλέσει πόλεμο στη Λατ. Αμερική, που απεφεύχθη την τελευταία στιγμή με παρέμβαση του Πάπα.
Τουρκικά οφέλη
Εμμένοντας στην παραπομπή στη Χάγη, η ‘Αγκυρα έχει μόνο κέρδη, είτε δια του συνυποσχετικού, είτε ελπίζοντας σε αναγνώριση ορισμένων διεκδικήσεων με διάλογο ή επιδιαιτησία. Αν η Αθήνα δεν συγκατατεθεί η υπόθεση θα θεωρηθεί διεθνώς ως διμερής διαφορά που δεν μπορεί να καταλογίζεται στο ένα μέρος και να εμποδίζει την ενταξιακή πορείαμ η οποία θα συνεχίζεται κανονικά, ανεξαρήτως υπερπτήσεων και άλλων, απρόμοιων συμπεριφορών, με την ΕΕ να εύχεται τα δύο μέρη να λύσουν τα ζητήματά τους. Η Ελλάδα θα εξακολουθήσει να απειλείται και να υποστηρίζει την τουρκική ένταξη, χωρίς να λύνει, αντίθετα επιδεινώνοντας τα προβλήματά της.
Η Αθήνα επέλεξε για πολλά χρόνια «διπλωματία στρουθοκαμήλου», απασχολούμενη μόνο με προβλήματα που της αρέσουν και συγκαλύπτοντας τα βασικά για να μην ερεθίζει την ‘Αγκυρα και γίνεται «αντιπαθής» στους δυτικούς. Υπονόμευσε έτσι το σύστημα πολιτικο-διπλωματικής άμυνας της χώρας, χωρίς να λύσει κανένα πρόβλημα με την Τουρκία. Η ειρήνη, ένας έντιμος συμβιβασμός, προϋποθέτουν συζήτηση, όχι συγκάλυψη των διαφορών. Σημαίνοντα στελέχη της ελληνικής διπλωματίας εισηγούνται σήμερα, σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, στην κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό, υπό παρόμοιες συνθήκες, πλήρη αλλαγή πορείας της Αθήνας για την τουρκική ένταξη.
Δημοσιεύτηκε στον "Κόσμο του Επενδυτή", στις 8.8.2009
Εισηγήσεις για αλλαγή πορείας στα ευρωτουρκικά
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Από αλλού την περιμένανε, από αλλού ήρθε! Πρό μηνών, ορισμένοι «ανεγκέφαλοι των Αθηνών» νόμιζαν ότι η ‘Αγκυρα έπαυσε να ενδιαφέρεται για την Ευρώπη και έχυναν μαύρο δάκρυ, λες και είναι να μπει η Ελλάδα, όχι η Τουρκία στην ‘Ενωση. Μετά φοβόντουσαν ξαφνική εξέγερση στη Θράκη. Στη συνέχεια «νέα ‘Ιμια» και «θερμά επεισόδια». Το «επεισόδιο» όμως των Ιμίων είχε σκοπό να σύρει την Ελλάδα σε διαπραγμάτευση και να εισάγει τις «γκρίζες ζώνες» - μερικά το κατάφερε. Τώρα, η ‘Αγκυρα επιθυμεί κατά μέγιστο να «κάνει ταμείο» ελληνικών παραχωρήσεων σε Αιγαίο-Κύπρο, ντε γιούρε πλέον και όχι ντε φάκτο όπως με τα ‘Ιμια, κατ’ ελάχιστο να μη συναντήσει προβλήματα στην ενταξιακή πορεία της, αποδίδοντας σε Ελλάδα/Κύπρο ευθύνη για τα προβλήματα. ‘Ενα επεισόδιο, πέραν του εγγενώς απρόβλεπτου χαρακτήρα του, μπορεί να καταστρέψει αυτή την πορεία, προκαλώντας τεράστια προβλήματα στην αμερικανική και τουρκική πολιτική. Τέτοιο επεισόδιο μπορεί να γίνει μόνο σε μια περίπτωση – αν ‘Αγκυρα και Ουάσιγκτον πεισθούν ότι η αντίδραση της ελληνικής ηγεσίας θα οδηγήσει σε εκπλήρωση των επιδιώξεών τους και ότι αυτό θα γίνει αποδεκτό από την ελληνική κοινή γνώμη. Δεν υπάρχουν σήμερα τέτοιες προϋποθέσεις.
140 νησιά
‘Αλλον, πιο επικίνδυνο διπλωματικό ελιγμό μοιάζει να επιλέγει η ‘Αγκυρα στο Αιγαίο. Αρχίζει να ζητάει από την Αθήνα να εφαρμόσει την πολιτική της για την επίλυση των «διαφορών», γνωρίζοντας άριστα τα κενά της ελληνικής διπλωματικής «άμυνας»! Η επίσημη θέση της χώρας είναι ότι το μόνο που πρέπει να γίνει στο Αιγαίο είναι να παραπεμφθεί η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας στη Χάγη. ‘Ομως, για να γίνει μια τέτοια παραπομπή, πρέπει να αποσαφηνισθεί η κυριαρχία επί 140 νήσων του Αιγαίου, που αμφισβητεί η Τουρκία έργω και λόγω (θεωρία «γκρίζων ζωνών»), ειδάλλως θα πρέπει το Δικαστήριο να κρίνει επί της κυριότητός τους. Δεν μπορεί να οριοθετηθεί υφαλοκρηπίδα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, αν δεν γνωρίζουμε που αρχίζει η μία και που τελειώνει η άλλη. Επιπλεόν, η παραπομπή οριστικοποιεί το εύρος των χωρικών υδάτων στα έξη μίλια (υπάρχει και σχετική νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου στην υπόθεση Κατάρ/Μπαχρέιν). Η Αθήνα δεν ξέρει αν θέλει να παραπέμψει ζητήματα εδαφικής κυτριαρχίας στη Χάγη, ούτε υπάρχει ελληνική πολιτική δύναμη που να τάσσεται δημοσίως υπέρ της μη επέκτασης των χωρικών υδάτων ή που να θέλει αντιστρόφως να τα επεκτείνει (ούτε καν ΑΟΖ με την Κύπρο δεν θέλουμε να οριοθετήσουμε, παρά τις διαρκείς αμφισβητήσεις στο Καστελλόριζο!). Επιπλέον περιπλοκή δημιουργεί η συμφωνία της Μαδρίτης (1997) που αναγνώρισε «ζωτικά συμφέροντα» της Τουρκίας και δέσμευσε την Ελλάδα να μην προχωρήσει σε «μονομερείς ενέργειες», όπως μπορεί να θεωρηθεί η επέκταση των χωρικών υδάτων.
Πριν από μερικές μέρες, η «Χουριέτ» ρώτησε ευθέως την Κυρία Μπακογιάννη: «Απ’όσο γνωρίζω, είσαστε έτοιμοι να φέρετε μόνο το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας στη Χάγη και ισχυρίζεστε ότι δεν χρειάζεται να φέρετε τα υπόλοιπα ζητήματα ενώπιόν του. Η Άγκυρα θέλει να συζητήσει όλο το φάσμα των εκκρεμών ζητημάτων με την Ελλάδα ως ένα πακέτο. Εσείς φαίνεται ότι απορρίπτετε την ιδέα του πακέτου. Ποια είναι δική σας φόρμουλα;». Στην ευθεία αυτή ερώτηση, η Υπουργός δεν απήντησε, επαναλαμβάνοντας ότι θέλει να παραπέμψει το θέμα της υφαλοκρηπίδος στη Χάγη στη βάση της Διεθνούς Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας. Επανερχόμενος προχθές ο εκπρόσωπος του τουρκικού ΥΠΕΞ είπε ότι δεν γίνεται να αντιμετωπισθούν ένα-ένα τα ζητήματα (υπενθυμίζοντας δηλαδή το σύνολο των τουρκικών διεκδικήσεων). Ο ‘Ελληνας ομόλογός του απήντησε ότι δεν λέει τίποτα νέο!
Το Ελσίνκι
Τι θα γίνει όμως εν τέλει με τις τουρκικές εδαφικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο; Η Ελλάδα υποστηρίζει φανατικά, επί μία δεκαετία, την τουρκική ένταξη στην ΕΕ, χωρίς να θέσει ως όρο την άρση τους, όπως και του casus belli (ή και της στρατιωτικής απειλής, που υλοποιείται με τη στρατιά του Αιγαίου και τους τουρκικούς εξοπλισμούς). ‘Οπως δεν έθεσε ως προαπαιτούμενο την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την αποχώρηση του στρατού κατοχής. Στο κείμενο του Ελσίνκι (1999) γινόταν αναφορά σε «εκκρεμείς συνοριακές διαφορές» και «συναφή ζητήματα», που πρέπει να λυθούν δια παραπομπής στη Χάγη. Η διατύπωση βελτιώθηκε κάπως έκτοτε, η διεθνής θέση της χώρας παραμένει όμως η παραπομπή στη Χάγη. Πουθενά δεν γίνεται αναφορά σε άρση απειλών και διεκδικήσεων κατά της Ελλάδας.
Θέλουμε Χάγη;
Λέμε παραπομπή στη Χάγη, τη θέλουμε όμως; Κατ’ ιδίαν, όλοι οι χειριστές του ζητήματος στα δύο μεγάλα κόμματα αναγνωρίζουν το προφανές, ότι η προσφυγή συμπαρασύρει σειρά ζητημάτων - δεν μπορεί να περιορισθεί στην υφαλοκρηπίδα. Συνεργάτης της Υπουργού Εξωτερικών λέει: «Η νομική μας θέση είναι πολύ ισχυρή και δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα από την παραπομπή». ‘Αλλο κορυφαίο κυβερνητικό στέλεχος λέει: «Δεν μπορούμε να παραπέμψουμε την κυριότητα 130 νήσων και βραχονησίδων στο Δικαστήριο. Στην καλύτερη περίπτωση θα δώσει μερικά στην Τουρκία, για να φανεί αμερόληπτο, κι εσείς το ίδιο θα κάνατε. Θα μας πάνε στο Γουδί». Πράγματι, δυσκολεύεται κανείς να φαντασθεί οποιονδήποτε Πρωθυπουργό να ρωτάει τη Χάγη αν είναι ελληνικό το Αγαθονήσι ή οι Φούρνοι, πέραν του ότι υπάρχει και Σύνταγμα! Αποδεχόμενη τη δικαιοδοσία της Χάγης, η Ελλάδα επιφυλάχθηκε για θέματα εθνικής ασφαλείας – η ασφάλεια είναι ήσσων αγαθό έναντι της εδαφικής ακεραιότητας.
Το ΠΑΣΟΚ κατηγόρησε στο παρελθόν τη ΝΔ για μη παραπομπή στη Χάγη, υποστηρίζοντας ότι είχε καταλήξει σε «σχεδόν» συμφωνία σύνταξης συνυποσχετικού, με το οποίο η Αγκυρα παραιτούνταν των εδαφικών διεκδικήσεων. Ανακοίνωση του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών είχε τότε διαψεύσει αυτό τον ισχυρισμό. Σε ερώτησή μας τι θα έκανε μια αυριανή κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με το θέμα της εμπλοκής και άλλων ζητημάτων, πέραν της υφαλοκρηπίδας, στενός συνεργάτης του κ. Παπανδρέου μας είπε ότι «έχουν γνώση οι φύλακες και ασφαλώς θα υπάρξει το κατάλληλο συνυποσχετικό που θα κατοχυρώνει τα ελληνικά συμφέροντα». Σε τέτοιο συνυποσχετικό όμως πρέπει να συμφωνήσει η τουρκική κυβέρνηση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι διεξήχθησαν μέχρι τώρα 42 γύροι ελληνοτουρκικών «διερευνητικών» συζητήσεων για τις οποίες ουδείς, πλην των ηγεσιών των δύο κομμάτων, γνωρίζει το παραμικρό– σύμφωνα με την Αθήνα το αντικείμενό τους είναι η σύνταξη συνυποσχετικού για την υφαλοκρηπίδα, σύμφωνα με την ‘Αγκυρα το σύνολο των ζητημάτων του Αιγαίου! Πρόσφατα, ο κ. Λαφαζάνης ζήτησε να ενημερωθεί η εθνική αντιπροσωπεία για το τι ακριβώς συζητείται στις «διερευνητικές επαφές».
Να σημειώσουμε ότι υπάρχουν γενικότερες ενστάσεις από ακαδημαϊκούς κύκλους διεθνώς για το Δικαστήριο της Χάγης και, ευρύτερα, για τους διεθνείς δικαστικούς θεσμούς (είναι γνωστά τα σχετικά προηγούμενα προσφυγών για τις επιθέσεις σε Γιουγκοσλαβία και Ιράκ, όπως και ο άθλιος απολογισμός του Ειδικού Δικαστηρίου για την πρ. Γιουγκοσλαβία, σελίδα ντροπής στην ιστορία του ΟΗΕ). Ειδικά το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης επικρίθηκε έντονα στο παρελθόν για τις αλληλοσυγκρουόμενες αποφάσεις του για τη Ναμίμπια, που θεωρήθηκαν απόπειρα αποικιοκρατικής στήριξης του απαρτχάιντ (και τις οποίες αποδοκίμασε αργότερα το ίδιο!) Για πολλά χρόνια το μποϊκόταραν οι αφρικανικές χώρες. Σε άλλη περίπτωση, η απόφασή του για ένα θέμα διαφοράς που μοιάζει πολύ με τα ελληνοτουρκικά, παρολίγον να προκαλέσει πόλεμο στη Λατ. Αμερική, που απεφεύχθη την τελευταία στιγμή με παρέμβαση του Πάπα.
Τουρκικά οφέλη
Εμμένοντας στην παραπομπή στη Χάγη, η ‘Αγκυρα έχει μόνο κέρδη, είτε δια του συνυποσχετικού, είτε ελπίζοντας σε αναγνώριση ορισμένων διεκδικήσεων με διάλογο ή επιδιαιτησία. Αν η Αθήνα δεν συγκατατεθεί η υπόθεση θα θεωρηθεί διεθνώς ως διμερής διαφορά που δεν μπορεί να καταλογίζεται στο ένα μέρος και να εμποδίζει την ενταξιακή πορείαμ η οποία θα συνεχίζεται κανονικά, ανεξαρήτως υπερπτήσεων και άλλων, απρόμοιων συμπεριφορών, με την ΕΕ να εύχεται τα δύο μέρη να λύσουν τα ζητήματά τους. Η Ελλάδα θα εξακολουθήσει να απειλείται και να υποστηρίζει την τουρκική ένταξη, χωρίς να λύνει, αντίθετα επιδεινώνοντας τα προβλήματά της.
Η Αθήνα επέλεξε για πολλά χρόνια «διπλωματία στρουθοκαμήλου», απασχολούμενη μόνο με προβλήματα που της αρέσουν και συγκαλύπτοντας τα βασικά για να μην ερεθίζει την ‘Αγκυρα και γίνεται «αντιπαθής» στους δυτικούς. Υπονόμευσε έτσι το σύστημα πολιτικο-διπλωματικής άμυνας της χώρας, χωρίς να λύσει κανένα πρόβλημα με την Τουρκία. Η ειρήνη, ένας έντιμος συμβιβασμός, προϋποθέτουν συζήτηση, όχι συγκάλυψη των διαφορών. Σημαίνοντα στελέχη της ελληνικής διπλωματίας εισηγούνται σήμερα, σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, στην κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό, υπό παρόμοιες συνθήκες, πλήρη αλλαγή πορείας της Αθήνας για την τουρκική ένταξη.
Δημοσιεύτηκε στον "Κόσμο του Επενδυτή", στις 8.8.2009
Τρίτη 11 Αυγούστου 2009
ΑΤΥΠΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΚΑΤΑ ΑΛΕΚΟΥ ΑΛΑΒΑΝΟΥ
Θα υπάρχει ΣΥΡΙΖΑ στην επόμενη Βουλή;
(Αριστερά και Πολιτική)
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Είναι τόσο βαθειά και σοβαρή η ελληνική κρίση που φωτίζει διαδοχικά, ανελέητα την ανεπάρκεια κομμάτων, ηγετών, θεσμών, δεξιάς ή αριστεράς. Για την τελευταία ένα μόνο μπορεί να πει κανείς: «Μωραίνει ο Θεός ον βούλεται απωλέσαι». Προφανώς, τα ηγετικά στελέχη του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ δεν αντιλαμβάνονται πως αντιμετωπίζει η κοινωνία τους καυγάδες τους, ούτε την κατάθλιψη, απελπισία των μελών τους που δεν κάνουν «επικοινωνία», αλλά δρουν σε χώρους δουλειάς, τοπικές κοινωνίες κλπ., εξαιτίας της εικόνας τους. Συζητάνε ποιός θα είναι Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, δεν ανησυχούν όμως μήπως δεν υπάρξει Ομάδα. Μόνο βέβαιο, η ανέλπιστη χαρά που προσέφεραν καλοκαιριάτικα σε ... Παπαρήγα, Παπανδρέου και Καρατζαφέρη!
‘Οταν ο Αλέκος Αλαβάνος παραιτήθηκε, αναλαμβάνοντας την ευθύνη της ήττας και αποδοκιμάζοντας, εμμέσως πλην σαφώς, τη δική του επιλογή, τον Αλέξη Τσίπρα, έπεσαν πάνω του να γυρίσει. Τώρα που γύρισε, του ... ζητάνε να «παραδώσει την εξουσία», αποχωρώντας από την Προεδρία της Κ.Ο., ή, τουλάχιστο, συμφωνώντας να την παραδώσει ένα χρόνο μετά την εκλογή. Για «δεύτερη αριστερή στροφή» μιλάει ο κ. Καρίτζης, το σύνθημά της όμως δεν είναι «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ», αλλά μάλλον «όλη η εξουσία στον Τσίπρα», αν όχι «να τελειώνουμε με τους γέρους».
Η πλευρά Τσίπρα έχει ένα σοβαρό επιχείρημα. Το καταστατικό του ΣΥΝ, που επιβάλει ο αρχηγός του να είναι Πρόεδρος της ΚΟ και τις συμφωνίες ίδρυσης του ΣΥΡΙΖΑ, που θέλουν επίσης τον αρχηγό του ΣΥΝ αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Πρόεδρος του ΣΥΝ και το περιβάλλον του νοιώθει ουσιαστικά ότι ο κ. Αλαβάνος θέλει να τον διατηρήσει ως «πρόεδρο περιορισμένης χρήσης» ή «υπό αντικατάσταση», να τον «ακυρώσει» ουσιαστικά. Η πλειοψηφία του (ψυχολογικά συντηρητικού) «αριστερού ρεύματος», που είναι ο κορμός του ΣΥΝ, υποστηρίζει μάλλον αυτή τη θέση, γιατί της φαίνεται λιγότερο επώδυνη και «κουράστηκε» με τις «πρωτοβουλίες», το «στυλ» Αλαβάνου.
Καταστατικά και συμφωνίες πρέπει να τηρούνται, υπάρχουν όμως για να προωθούν, όχι να ακυρώνουν την πολιτική, υποστηρίζει παλαιό στέλεχος της αριστεράς. Εργαλεία είναι, όχι αυτοσκοποί, όπως και τα κόμματα, που αρρωσταίνουν ή πεθαίνουν όταν το ξεχάσουν. «Ο Αλαβάνος είναι το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ και θα πάει καλύτερα το κόμμα αν αποστρατευτεί; Τι θα εξυπηρετήσει το «φάγωμα» ενός πολιτικού πούκανε σοβαρά λάθη, όπως όλοι όσοι δρουν, αλλά έβγαλε τουλάχιστο την αριστερά από τη ξύλινη γλώσσα και το περιθώριο, χωρίς να την κάνει τσόντα άλλου κόμματος; Σάμπως έχουμε πολλά στελέχη που να μπορούν να απευθυνθούν με αξιώσεις σε εθνικό ακροατήριο;», διερωτάται.
Λυκοφιλίες
Οι «ανανεωτές» είχαν μέχρι τώρα ένα «πόιντ» - ακόμα κι αν δεν αρέσει σε όλους η λύση που έχουν στο μυαλό τους, είχαν τουλάχιστο το προσόν ότι έθεταν το πρόβλημα της κεντρικής πολιτικής παρέμβασης. Γι’ αυτό και προκάλεσε μεγάλη αίσθηση ο «ανανεωτικός» κ. Παπαδημούλης, όταν κάλεσε τον Αλαβάνο να παραιτηθεί παραδίδοντας την «εξουσία» στον Τσίπρα. Να το θέλει ο τελευταίος είναι λογικό. Γιατί το ζητάει όμως ο Παπαδημούλης, περισσότερο «συγγενής» με τον Αλαβάνο, που μάλλον δεν θάθελε τον Τσίπρα ούτε στην Κεντρική Επιτροπή; «Γιατί θέλει να ξεμπερδέψει με τον ΣΥΡΙΖΑ», είναι η απάντηση μερικών «συνιστωσών». Οι «ανανεωτικοί» τρέφουν μόλις συγκαλυμένη περιφρόνηση προς τους συμμάχους του ΣΥΝ και δεν «πατάνε» καν στις συσκέψεις του, παρόλο που χάρη στο εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ ξαναβρέθηκε ο ΣΥΝ στη Βουλή από όπου εξοβελίσθηκε, επί «ανανεωτικής ηγεσίας». Ακόμα κι αν η πραγματική «προστιθέμενη αξία» εκάστης συνιστώσας δεν είναι σπουδαία, η εικόνα μιας πλειάδας οργανώσεων που αφήνουν πίσω τους άνευ περιεχομένου συγκρούσεις από τη ... δεκαετία του 1920, για να ενωθούν σε ένα νέο εγχείρημα, για να κάνουν κάτι ήταν μια πολύ δυνατή ιδέα.
Χολή κατά Αλαβάνου
Μedia και κατεστημένο έσταξαν ουκ ολίγη χολή κατά Αλαβάνου. Προφανώς δεν κόπτονται για το μέλλον της αριστεράς – αντίθετα, τρέμουν, μήπως η κοινωνική αγανάκτηση συναντηθεί με την οργανωμένη πολιτική. Αν αντιπάθησαν τον ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν για τα λάθη που του προσήψαν, ούτε γιατί μοιάζει, αλλά μάλλον γιατί δεν μοιάζει με τυπικό ηγέτη του ΚΚ. Ορισμένες θέσεις του, όπως η εναντίωση στο σχέδιο Ανάν, τώρα η τοποθέτηση υπέρ «παγώματος» της τουρκικής ένταξης, που είναι βασική απαίτηση της Ουάσιγκτον από τους ‘Ελληνες πολιτικούς, ή οι θέσεις του τον Δεκέμβρη, όταν έσπασε, καλώς ή κακώς, την «αλληλεγγύη» του κατεστημένου, έπεισαν ότι είναι «ανεξέλεγκτος». Προφανώς δεν τον θέλουν στην επόμενη Βουλή. Αν ορισμένες πρωτοβουλίες του υπήρξαν εσφαλμένες, οι περισσότεροι του αναγνωρίζουν σπάνια για αριστερό πολιτικό ικανότητα ανάληψης πρωτοβουλιών - και τον διακίρνει επίσης σπάνια για εν γένει πολιτικό «συναισθηματικο-ηθική» νοημοσύνη.
Οι πιο καχύποπτοι μιλάνε για «άτυπη» συμφωνία («χωρίς αρχές», που έλεγαν στην κομμουνιστική διάλεκτο) «ανανεωτικών» και του περί τον Τσίπρα τμήματος του «αριστερού ρεύματος», με «οργανωτικές» ρυθμίσεις-κατανομές στον μηχανισμό της Κουμουνδούρου. Είναι αλήθεια ότι πολλοί στην αριστερά αποκήρυξαν τον σταλινισμό, εφαρμόζουν όμως την κλασική ρήση του Στάλιν: «τα στελέχη αποφασίζουν για όλα». Διαπρέπουν στις οργανωτικές μανούβρες κατά τρόπο αντιστρόφως ανάλογο της ικανότητάς τους να παράξουν ιδέες και πολιτική ή να αλληλεπιδράσουν με την κοινωνία. Από την πλευρά πάντως Τσίπρα, οι κατηγορίες απορρίπτονται ως αποκυήματα φαντασίας.
De facto συμπόρευση
Κι έτσι νάναι, η ντε φάκτο συμπόρευση ανανεωτικών-«τσιπρικών» εγείρει πολιτικό ζήτημα και απειλεί την ενότητα ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως γιατί δημιουργεί την αυταπάτη στους δύο από τους τρεις πόλους ότι έχουν τη δύναμη να επιβληθούν επί του τρίτου. Τα «κουκιά» βγαίνουν, όχι όμως το πολιτικό «κεφάλαιο»! Την επαύριο μιας ενδεχόμενης «νίκης» επί του Αλαβάνου, οι «σύμμαχοι» θα αλληλοσφαγούν. Και το «κοινό», αφού ευχαριστηθεί τη θυσία του Αλέκου, θα εξιλεωθεί από τις δικές του τύψεις καταδικάζοντας τον Αλέξη για «πατροκτονία». Αντίθετα, μια «υποχώρηση» του τελευταίου, ένας μη ταπεινωτικός «συμβιβασμός», υποστηρίζουν κάποιοι νηφάλιοι, θα είναι μακροχρόνια ωφέλιμος και για τον ίδιο, αυξάνοντας την προσωπική του ακτινοβολία και βάζοντας πιο στέρεα θεμέλια μιας μακράς πολιτικής διαδρομής, που μόλις άρχισε.
Η απογοητευμένη γενιά και η ξεδοντιασμένη Αριστερά
Εκτός από τη «ψυχαναλυτική» συνιστώσα της σύγκρουσης, υπάρχει και «κοινωνιολογική». Η νέα γενηά, απογοητευμένοι της παγκοσμιοποίησης, του lifestyle και ενός ακραίου ναρκισσισμού (επιβαρυμένου από το ιδιαίτερο ελληνικό χρώμα της επιτυχίας χωρίς προσπάθεια και συλλογικότητα), διεκδικούν τη θέση τους στο στερέωμα των «μεγάλων», όχι όμως κατ΄ ανάγκη και την αλλαγή του κόσμου που ξέρουν και, ενδόμυχα, θεωρούν διατηρήσιμο και βελτιώσιμο. Τον Δεκέμβρη δεν ξεσηκώθηκαν γιατί είχαν κάτι να πουν – αλλά γιατί ένοιωθαν προδομένοι, όπως τα παιδιά που πήραν πλουσιοπάροχα δώρα σε αντάλλαγμα της μη ενασχόλησης μαζί τους. Για να αντικαταστήσουν πραγματικά τον πατέρα τους, χρειάζονται ιδέες – και οι γονείς τους τους ευνούχισαν. Για να δώσει αποτέλεσμα η ορμή πρέπει να αποκτήσει περιεχόμενο – ο ατμός να βρει έμβολο. Η δύναμη της νέας να ενωθεί με την πείρα της παληάς γενηάς.
Η Ελλάδα γνωρίζει τη σοβαρότερη ίσως κρίση μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Θα δυσκολευθεί πολύ να διατηρήσει το τωρινό επίπεδο ζωής και δημοκρατίας, και την εθνική κυριαρχία της (όπως και του «σιαμαίου» κυπριακού κράτους). Θα ήταν επωφελέστερο για την ίδια και όλους τους υπόλοιπους, αν η «Ριζοσπαστική Αριστερά» σκεπτόταν, ξόδευε την όποια ενέργεια και ικμάδα της, να δει τι μπορεί να πει και να κάνει για αυτή την κοινωνία (και ίσως, για τον ΣΥΝ, να γίνει κόμμα και όχι συνοθύλευμα τάσεων).
"Κόσμος του Επενδυτή", 8.8.2009
(Αριστερά και Πολιτική)
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Είναι τόσο βαθειά και σοβαρή η ελληνική κρίση που φωτίζει διαδοχικά, ανελέητα την ανεπάρκεια κομμάτων, ηγετών, θεσμών, δεξιάς ή αριστεράς. Για την τελευταία ένα μόνο μπορεί να πει κανείς: «Μωραίνει ο Θεός ον βούλεται απωλέσαι». Προφανώς, τα ηγετικά στελέχη του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ δεν αντιλαμβάνονται πως αντιμετωπίζει η κοινωνία τους καυγάδες τους, ούτε την κατάθλιψη, απελπισία των μελών τους που δεν κάνουν «επικοινωνία», αλλά δρουν σε χώρους δουλειάς, τοπικές κοινωνίες κλπ., εξαιτίας της εικόνας τους. Συζητάνε ποιός θα είναι Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, δεν ανησυχούν όμως μήπως δεν υπάρξει Ομάδα. Μόνο βέβαιο, η ανέλπιστη χαρά που προσέφεραν καλοκαιριάτικα σε ... Παπαρήγα, Παπανδρέου και Καρατζαφέρη!
‘Οταν ο Αλέκος Αλαβάνος παραιτήθηκε, αναλαμβάνοντας την ευθύνη της ήττας και αποδοκιμάζοντας, εμμέσως πλην σαφώς, τη δική του επιλογή, τον Αλέξη Τσίπρα, έπεσαν πάνω του να γυρίσει. Τώρα που γύρισε, του ... ζητάνε να «παραδώσει την εξουσία», αποχωρώντας από την Προεδρία της Κ.Ο., ή, τουλάχιστο, συμφωνώντας να την παραδώσει ένα χρόνο μετά την εκλογή. Για «δεύτερη αριστερή στροφή» μιλάει ο κ. Καρίτζης, το σύνθημά της όμως δεν είναι «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ», αλλά μάλλον «όλη η εξουσία στον Τσίπρα», αν όχι «να τελειώνουμε με τους γέρους».
Η πλευρά Τσίπρα έχει ένα σοβαρό επιχείρημα. Το καταστατικό του ΣΥΝ, που επιβάλει ο αρχηγός του να είναι Πρόεδρος της ΚΟ και τις συμφωνίες ίδρυσης του ΣΥΡΙΖΑ, που θέλουν επίσης τον αρχηγό του ΣΥΝ αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Πρόεδρος του ΣΥΝ και το περιβάλλον του νοιώθει ουσιαστικά ότι ο κ. Αλαβάνος θέλει να τον διατηρήσει ως «πρόεδρο περιορισμένης χρήσης» ή «υπό αντικατάσταση», να τον «ακυρώσει» ουσιαστικά. Η πλειοψηφία του (ψυχολογικά συντηρητικού) «αριστερού ρεύματος», που είναι ο κορμός του ΣΥΝ, υποστηρίζει μάλλον αυτή τη θέση, γιατί της φαίνεται λιγότερο επώδυνη και «κουράστηκε» με τις «πρωτοβουλίες», το «στυλ» Αλαβάνου.
Καταστατικά και συμφωνίες πρέπει να τηρούνται, υπάρχουν όμως για να προωθούν, όχι να ακυρώνουν την πολιτική, υποστηρίζει παλαιό στέλεχος της αριστεράς. Εργαλεία είναι, όχι αυτοσκοποί, όπως και τα κόμματα, που αρρωσταίνουν ή πεθαίνουν όταν το ξεχάσουν. «Ο Αλαβάνος είναι το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ και θα πάει καλύτερα το κόμμα αν αποστρατευτεί; Τι θα εξυπηρετήσει το «φάγωμα» ενός πολιτικού πούκανε σοβαρά λάθη, όπως όλοι όσοι δρουν, αλλά έβγαλε τουλάχιστο την αριστερά από τη ξύλινη γλώσσα και το περιθώριο, χωρίς να την κάνει τσόντα άλλου κόμματος; Σάμπως έχουμε πολλά στελέχη που να μπορούν να απευθυνθούν με αξιώσεις σε εθνικό ακροατήριο;», διερωτάται.
Λυκοφιλίες
Οι «ανανεωτές» είχαν μέχρι τώρα ένα «πόιντ» - ακόμα κι αν δεν αρέσει σε όλους η λύση που έχουν στο μυαλό τους, είχαν τουλάχιστο το προσόν ότι έθεταν το πρόβλημα της κεντρικής πολιτικής παρέμβασης. Γι’ αυτό και προκάλεσε μεγάλη αίσθηση ο «ανανεωτικός» κ. Παπαδημούλης, όταν κάλεσε τον Αλαβάνο να παραιτηθεί παραδίδοντας την «εξουσία» στον Τσίπρα. Να το θέλει ο τελευταίος είναι λογικό. Γιατί το ζητάει όμως ο Παπαδημούλης, περισσότερο «συγγενής» με τον Αλαβάνο, που μάλλον δεν θάθελε τον Τσίπρα ούτε στην Κεντρική Επιτροπή; «Γιατί θέλει να ξεμπερδέψει με τον ΣΥΡΙΖΑ», είναι η απάντηση μερικών «συνιστωσών». Οι «ανανεωτικοί» τρέφουν μόλις συγκαλυμένη περιφρόνηση προς τους συμμάχους του ΣΥΝ και δεν «πατάνε» καν στις συσκέψεις του, παρόλο που χάρη στο εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ ξαναβρέθηκε ο ΣΥΝ στη Βουλή από όπου εξοβελίσθηκε, επί «ανανεωτικής ηγεσίας». Ακόμα κι αν η πραγματική «προστιθέμενη αξία» εκάστης συνιστώσας δεν είναι σπουδαία, η εικόνα μιας πλειάδας οργανώσεων που αφήνουν πίσω τους άνευ περιεχομένου συγκρούσεις από τη ... δεκαετία του 1920, για να ενωθούν σε ένα νέο εγχείρημα, για να κάνουν κάτι ήταν μια πολύ δυνατή ιδέα.
Χολή κατά Αλαβάνου
Μedia και κατεστημένο έσταξαν ουκ ολίγη χολή κατά Αλαβάνου. Προφανώς δεν κόπτονται για το μέλλον της αριστεράς – αντίθετα, τρέμουν, μήπως η κοινωνική αγανάκτηση συναντηθεί με την οργανωμένη πολιτική. Αν αντιπάθησαν τον ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν για τα λάθη που του προσήψαν, ούτε γιατί μοιάζει, αλλά μάλλον γιατί δεν μοιάζει με τυπικό ηγέτη του ΚΚ. Ορισμένες θέσεις του, όπως η εναντίωση στο σχέδιο Ανάν, τώρα η τοποθέτηση υπέρ «παγώματος» της τουρκικής ένταξης, που είναι βασική απαίτηση της Ουάσιγκτον από τους ‘Ελληνες πολιτικούς, ή οι θέσεις του τον Δεκέμβρη, όταν έσπασε, καλώς ή κακώς, την «αλληλεγγύη» του κατεστημένου, έπεισαν ότι είναι «ανεξέλεγκτος». Προφανώς δεν τον θέλουν στην επόμενη Βουλή. Αν ορισμένες πρωτοβουλίες του υπήρξαν εσφαλμένες, οι περισσότεροι του αναγνωρίζουν σπάνια για αριστερό πολιτικό ικανότητα ανάληψης πρωτοβουλιών - και τον διακίρνει επίσης σπάνια για εν γένει πολιτικό «συναισθηματικο-ηθική» νοημοσύνη.
Οι πιο καχύποπτοι μιλάνε για «άτυπη» συμφωνία («χωρίς αρχές», που έλεγαν στην κομμουνιστική διάλεκτο) «ανανεωτικών» και του περί τον Τσίπρα τμήματος του «αριστερού ρεύματος», με «οργανωτικές» ρυθμίσεις-κατανομές στον μηχανισμό της Κουμουνδούρου. Είναι αλήθεια ότι πολλοί στην αριστερά αποκήρυξαν τον σταλινισμό, εφαρμόζουν όμως την κλασική ρήση του Στάλιν: «τα στελέχη αποφασίζουν για όλα». Διαπρέπουν στις οργανωτικές μανούβρες κατά τρόπο αντιστρόφως ανάλογο της ικανότητάς τους να παράξουν ιδέες και πολιτική ή να αλληλεπιδράσουν με την κοινωνία. Από την πλευρά πάντως Τσίπρα, οι κατηγορίες απορρίπτονται ως αποκυήματα φαντασίας.
De facto συμπόρευση
Κι έτσι νάναι, η ντε φάκτο συμπόρευση ανανεωτικών-«τσιπρικών» εγείρει πολιτικό ζήτημα και απειλεί την ενότητα ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως γιατί δημιουργεί την αυταπάτη στους δύο από τους τρεις πόλους ότι έχουν τη δύναμη να επιβληθούν επί του τρίτου. Τα «κουκιά» βγαίνουν, όχι όμως το πολιτικό «κεφάλαιο»! Την επαύριο μιας ενδεχόμενης «νίκης» επί του Αλαβάνου, οι «σύμμαχοι» θα αλληλοσφαγούν. Και το «κοινό», αφού ευχαριστηθεί τη θυσία του Αλέκου, θα εξιλεωθεί από τις δικές του τύψεις καταδικάζοντας τον Αλέξη για «πατροκτονία». Αντίθετα, μια «υποχώρηση» του τελευταίου, ένας μη ταπεινωτικός «συμβιβασμός», υποστηρίζουν κάποιοι νηφάλιοι, θα είναι μακροχρόνια ωφέλιμος και για τον ίδιο, αυξάνοντας την προσωπική του ακτινοβολία και βάζοντας πιο στέρεα θεμέλια μιας μακράς πολιτικής διαδρομής, που μόλις άρχισε.
Η απογοητευμένη γενιά και η ξεδοντιασμένη Αριστερά
Εκτός από τη «ψυχαναλυτική» συνιστώσα της σύγκρουσης, υπάρχει και «κοινωνιολογική». Η νέα γενηά, απογοητευμένοι της παγκοσμιοποίησης, του lifestyle και ενός ακραίου ναρκισσισμού (επιβαρυμένου από το ιδιαίτερο ελληνικό χρώμα της επιτυχίας χωρίς προσπάθεια και συλλογικότητα), διεκδικούν τη θέση τους στο στερέωμα των «μεγάλων», όχι όμως κατ΄ ανάγκη και την αλλαγή του κόσμου που ξέρουν και, ενδόμυχα, θεωρούν διατηρήσιμο και βελτιώσιμο. Τον Δεκέμβρη δεν ξεσηκώθηκαν γιατί είχαν κάτι να πουν – αλλά γιατί ένοιωθαν προδομένοι, όπως τα παιδιά που πήραν πλουσιοπάροχα δώρα σε αντάλλαγμα της μη ενασχόλησης μαζί τους. Για να αντικαταστήσουν πραγματικά τον πατέρα τους, χρειάζονται ιδέες – και οι γονείς τους τους ευνούχισαν. Για να δώσει αποτέλεσμα η ορμή πρέπει να αποκτήσει περιεχόμενο – ο ατμός να βρει έμβολο. Η δύναμη της νέας να ενωθεί με την πείρα της παληάς γενηάς.
Η Ελλάδα γνωρίζει τη σοβαρότερη ίσως κρίση μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Θα δυσκολευθεί πολύ να διατηρήσει το τωρινό επίπεδο ζωής και δημοκρατίας, και την εθνική κυριαρχία της (όπως και του «σιαμαίου» κυπριακού κράτους). Θα ήταν επωφελέστερο για την ίδια και όλους τους υπόλοιπους, αν η «Ριζοσπαστική Αριστερά» σκεπτόταν, ξόδευε την όποια ενέργεια και ικμάδα της, να δει τι μπορεί να πει και να κάνει για αυτή την κοινωνία (και ίσως, για τον ΣΥΝ, να γίνει κόμμα και όχι συνοθύλευμα τάσεων).
"Κόσμος του Επενδυτή", 8.8.2009
Δευτέρα 10 Αυγούστου 2009
Νέο κύμα μετανάστευσης μετά την κρίση
Συνέντευξη του Προέδρου του Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής Αλέξανδρου Ζαβού στον Δημήτρη Κωνσταντακόπουλο
Αφού αγνοήθηκε για πολύ μεγάλο διάστημα, το ζήτημα της μετανάστευσης και της μεταναστευτικής πολιτικής ήρθε στο προσκήνιο με δραματικό τρόπο μετά τις τελευταίες εκλογές, ενώ πρόσφατα απετέλεσε αντικείμενο ενός διεθνούς συνεδρίου που οργάνωσε το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών. Με την ευκαιρία αυτή απευθυνθήκαμε στον κατ’εξοχήν αρμόδιο, τον Πρόεδρο του Ιδρύματος Μεταναστευτικής Πολιτικής, ίδρυμα που είναι ο επιστημονικός σύμβουλος της κυβέρνησης, Αλέξανδρο Ζαβό και του ζητήσαμε να απαντήσει σε μερικά από τα ερωτήματα που θέτει η ελληνική κοινή γνώμη:
Ερ. Προεκλογικά, οι αρχές επικρίθηκαν για «υπερανεκτική» πολιτική, μετεκλογικά ότι πήγαν στο άλλο άκρο. Η Αρμοστεία του ΟΗΕ αποχώρησε από τις επιτροπές ασύλου, ενώ καταγγέλεται η σκληρότητα των μέτρων καταστολής, θανάτους στην Ηγουμενίτσα, χωρισμούς παιδιών-γονέων...
Απ. Η Αρμοστεία κατήγγειλε τις αλλαγές που έγιναν για να επιταχυνθεί η διαδικασία ασύλου και αποχώρησε. Τι εξυπηρετεί αυτό; Θα προτιμούσα να μπει στη νέα διαδικασία, να δει αν και πως θα λειτουργήσει και μετά να βγάλει συμπεράσματα. Για την καταστολή...Υπήρξαν έντονες διαμαρτυρίες κατοίκων σε περιοχές πολύ επιβαρυμένες από την παρουσία μεταναστών. Κυρίως κάτω από την Ομόνοια, περιοχές με τραγικές συνθήκες διαβίωσης των μεταναστών,όπου απαγορευόταν να προσεγγίσουν εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης. ‘Ακουσα μέλη Νομαρχίας ή Δήμου να λένε ότι χρειάζονταν άδεια από κόμμα να μπουν στο Εφετείο...
Ερ. Ποιό κόμμα;
Απ. Να μου επιτρέψετε να μη σας πω. ‘Ολοι το γνωρίζουν, δεν υπάρχει λόγος να μπούμε στη διαδικασία. Φτάσαμε σε σημείο που δεν πήγαινε άλλο. Διαμαρτυρόταν ο κόσμος ότι κινδύνευε η ζωή του, τα παιδιά του. Κάποιος έπρεπε να παρέμβει αποτελεσματικότερα...
Ερ. Δεν μπορούσε να γίνει νωρίτερα; Οπότε θα ήταν και ηπιότερες οι παρεμβάσεις.
Απ. Συμφωνώ. Αλλά μερικές φορές είναι και πόσο η κοινωνία είναι ώριμη. Συχνά δεν θέλει πριν δει το πρόβλημα. Και δεν ξέρω αν μπορούσαν να είναι ηπιότερες, μιλάμε για πολύ μεγάλους αριθμούς. Πρέπει οι πολίτες να μπορούν να ασκήσουν τα δικαιώματά τους.
Ερ. Μέχρι πρόσφατα, η πολιτική ελίτ αντιμετώπισε τη τη μετανάστευση ως ευλογία, τώρα μοιάζει να τη βλέπει ως κατάρα...
Απ. Υπήρχε μια μικρή ομάδα πολιτικών που διαχειρίζονταν το πρόβλημα και τόβλεπαν στις σωστές διαστάσεις. Δεν είναι ούτε ευλογία, ούτε κατάρα, μπορεί να γίνει και τα δύο ανάλογα με τη διαχείριση. Μεγάλο κομμάτι του πολιτικού κόσμου θεωρούσε ότι δεν τον αφορά, γιατί οι μετανάστες δεν ψηφίζουν. Επηρεάζουν όμως την ψήφο. Γι’ αυτό και το ενδιαφέρον μετεκλογικά. Την επίσκεψη του Επιτρόπου Μπαρό την κανόνισε ο κ. Παυλόπουλος πριν από τις εκλογές. Το σύμφωνο για μετανάστευση-άσυλο ψηφίστηκε τον Οκτώβριο με ελληνικές πιέσεις. Η Αθήνα ανέδειξε εδώ κι ενάμισυ χρόνο το θέμα της συμφωνίας με την Τουρκία. Τα ΜΜΕ δεν το πρόβαλαν.
Ερ. Δεν ξέρω για τα ΜΜΕ, η Τουρκία πάντως δεν έδωσε καμιά σημασία. Και γιατί να δώσει όταν ανοίγουμε κανονικότατα, το ένα μετά το άλλο, τα κεφάλαια ενταξιακών διαπραγματεύσεων;
Απ. Φωνάζαμε για την Τουρκία, αλλά θέλαμε να μας ακούσουν οι υπεύθυνοι της ΕΕ, οι αρμόδιοι Υπουργοί. Υπήρχε δυσκολία να συνειδητοποιήσουν το μέγεθος του προβλήματός μας. Χρειάστηκε να έρθει ο Μπαρό να δει, να αναγνωρίσει το πρόβλημα. Οι προσπάθειες προσέκρουσαν στην ενίοτε εσκεμμένη άρνηση κάποιων. Λόγω σχέσεων με την Τουρκία...
Ερ. Η Ελλάδα υποστηρίζει την τουρκική ένταξη για να βελτιώσει φαντάζομαι, όχι να χειροτερέψει τα προβλήματα!
Απ. Δεν είναι εύκολο να πηγαίνεις σε έναν οργανισμό και να θέτεις ένα θέμα που οι άλλοι δεν κατανοούν, ούτε να είσαι μονίμως η χώρα που θέτει προβλήματα. Κυπριακό, Αιγαίο, Σκόπια, μετανάστευση, δημιουργείται αίσθηση ότι έχεις και εσύ πρόβλημα. Προσπαθούμε να πείσουμε για την ορθότητα των διαμαρτυριών μας. Φέραμε όλους αυτούς τους Υπουργούς να δουν τι συμβαίνει. Προωθήσαμε τη δημιουργία της δύναμης Frontex για κοινή φύλαξη συνόρων. Δεν απέτρεψε την είσοδο και δεν μπορεί να το κάνει. Γιατί όταν είναι στη δική σου πλευρά δεν μπορείς να τους πας απέναντι. Απέδειξε όμως την αλήθεια των ισχυρισμών μας. Χρειάζεται χρόνος.
Ερ. Οι περιπολίες επηρέασαν τη ροή;
Απ. ‘Εχουμε μείωση μετά την έλευση Μπαρό. Δεν ξέρω αν οφείλεται ειδικά στη Frontex, γιατί η ροή μειώνεται διεθνώς λόγω οικονομικής κρίσης. Οι διακινητές δεν είναι σίγουροι ότι θα εισπράξουν τα λεφτά, γιατί τα εισπράττουν από τη δουλειά των μεταναστών. Οι ίδιοι οι μετανάστες μαθαίνουν ότι θα δυσκολευτούν να βρουν δουλειά. Βέβαια έγιναν συμφωνίες Ισπανίας-Ιταλίας με Μαρόκο-Λιβύη, με αποτέλεσμα να στραφούν τα ρεύματα από τις χώρες αυτές στην Τουρκία. Ο κίνδυνος είναι όταν περάσει η κρίση, να έχουμε νέα έκρηξη από αυτό το δρόμο. Πρέπει να ληφθούν μέτρα...
Ερ. Τι;
Απ. Πολλαπλά. Δεν μπορεί να τα πάρει η Ελλάδα, μπορεί η ΕΕ. Πρώτον, να διαπραγματευτούμε με τις χώρες γύρω από την Ευρώπη, με καρότο, κίνητρα, και μαστίγιο, ποινές. Δεύτερο, να διαπραγματευθούμε με τις χώρες εκκίνησης μεταναστών. Να δημιουργηθούν και να υποστηριχθούν μορφές ανάπτυξης ...
Ερ. Τι θα συζητήσετε, με ποιόν σε Ιράκ, Αφγανιστάν, Πακιστάν; Πήγαμε, ως Δύση, και τους καταστρέψαμε. Απειλούμε να κάνουμε το ίδιο στο Ιράν.
Απ. Υπάρχει έτοιμη προς υπογραφήν συμφωνία επαναπροώθησης Πακιστάν-ΕΕ...
Ερ. Προ τριμήνου όμως είχαμε 2,5 εκατομμύρια νέους πρόσφυγες εκεί. Το Μαρόκο είναι συγκροτημένη χώρα. Τι είναι Ιράκ, Αφγανιστάν;
Απ. Πρέπει καταρχήν να δημιουργήσεις κάποιες υποδομές με τις χώρες που μπορείς να συνεννοηθείς, αυτομάτως μειώνεις τον αριθμό ανθρώπων που πρέπει να μετακινηθούν. Δεύτερο, πρέπει να στηρίξουμε τις ενδιάμεσες χώρες, όχι μόνο οικονομικά, αλλά και για να μπορέσουν να σταματήσουν την υπάρχουσα ροή.
Ερ. Μερικοί λένε να δίνουμε χαρτιά στους μετανάστες και να τους αφήνουμε να πηγαίνουν στην Ευρώπη. Και πολλοί δεν καταλαβαίνουν γιατί υπογράψαμε το πρωτόκολλο του Δουβλίνου, αποδεχόμενοι την επαναπροώθηση στην Ελλάδα όσων έχουν μπει από δώ στην ΕΕ
Απ. Θέλω να πιστεύω ότι αυτοί που υπέγραψαν το Δουβλίνο δεν φαντάζονταν την αλλαγή των μεταναστευτικών ρευμάτων. Τότε ήταν κυρίως μετανάστες από Αν. Ευρώπη που πήγαιναν βόρεια. Μετά προέκυψαν το Αφγανιστάν, Ιράκ κλπ. και η Αφρική. Βρήκαν διέξοδο μέσω Τουρκίας, γιατί κι αυτή εξυπηρετούνταν, εξεβίαζε εμμέσως, θέλοντας να πει δεν θα τους άφηνα αν ήμουν μέλος... Και ξέρετε δεν είναι τώρα εύκολο να πάμε στην ΕΕ να πούμε «συγγνώμη λάθος». Το κράτος έχει συνέχεια, ανεξαρτήτως αν ήταν κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, σήμερα ΝΔ.
Ερ. Δεν βλέπω μεγάλη αλληλεγγύη στην ΕΕ
Απ. Αυτό τους λέμε.’Ολοι αναθεωρήσατε δύο-τρεις φορές την μεταναστευτική σας πολιτική και νομοθεσία, εξαιτίας της δυναμικής του φαινομένου. Να αλλάξει και η αντιμετώπιση της ΕΕ. Πολλοί λένε η κατάσταση μας βολεύει και δεν την αλλάζουμε, δεν παίρνουμε το δικό σας πρόβλημα. Αλλά θέλουν να εφαρμόζουμε τη συνθήκη της Γενεύης για το άσυλο. Αν όμως τους εκδίδαμε ταξιδιωτικά έγγραφα, θα παραβιάζαμε τους κανόνες και θάχαμε αντίποινα. Χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια αλλαγής του κλίματος στην ΕΕ. Είμαστε σε καλό δρόμο. Δεν θέλουν αναθεώρηση του Δουβλίνου, αλλά αναζητούν ενδιάμεσες λύσεις. Θα το αντιληφθούν οι Ευρωπαίοι. ‘Εκλεισε η Πάτρα, όμως αναζητούνται διέξοδοι μέσω Βαλκανίων. Δεν θα σταματήσει το πρόβλημα. Αρχίζουν να καταλαβαίνουν ότι θα περάσει σε αυτούς. Δεν μπορεί μια χώρα να τηρεί τους κανόνες απόλυτα, με κίνδυνο διατάραξης της εσωτερικής ειρήνης. Πρέπει να βρεθεί λύση προτού γίνει αλλυσιδωτή αντίδραση. Θυμάστε ότι ο ξεσηκωμός, τα γεγονότα του Δεκέμβρη, ανησύχησαν πάρα πολλές χώρες.
Ερ. Κάνατε μια μελέτη με την Παγκόσμια Τράπεζα για την ενσωμάτωση των μεταναστών...
Απ. Το 70% των νομίμων μεταναστών εντάχθηκε, ένα 18% είναι σε διαδικασία ένταξης, ένα 12% περιθωριοποιείται. ‘Ενα τμήμα του 70% αφομοιώθηκε, συμπεριφέρεται όπως οι ‘Ελληνες, στο πως ντύνονται, διασκεδάζουν κλπ., έχει πολύ στενές σχέσεις με τους γείτονες, διακόπτει σχέσεις με τις χώρες καταγωγής. Το 50% δήλωσε ότι θέλουν οι ίδιοι και τα παιδιά τους να μείνουν. Από αυτούς το 23% αφομοιώνεται πλήρως. Υπάρχουν κι άλλα στοιχεία, αλλά τα παραθέτω με επιφύλαξη γιατί χρήζουν μεγαλύτερης επεξεργασίας. Περισσότερο εντάσσονται οι προερχόμενοι από Βαλκάνια, ιδίως Αλβανοί (55% του συνόλου των νομίμων) και ΕΣΣΔ. Το 30% που δεν είχε εντάχθηκαν είτε ήταν πρόσφατοι, είτε είχαν ουσιαστικές διαφορές σε θέματα θρησκείας, πολιτισμικά και πολιτιστικά. Δυσκολεύονται π.χ. να δεχθούν την ισότητα ανδρών-γυναικών, το δικαίωμα εργασίας γυναικών, ελεύθερης επιλογής συντρόφου κλπ. Το 12% των περιθωριοποιημένων είχαν σταματήσει ακόμα και τις επαφές με τους ομοεθνείς τους, ένα μέρος «λουμπενοποιήθηκε».
Ερ. Λέτε ότι οι Αλβανοί είναι καλά ενσωματωμένοι. Διερωτώμαι όμως για την ενδεχόμενη ύπαρξη ανεκδήλωτων εθνικών-ταξικών αντιθέσεων. Θυμάστε τι έγινε για ένα ματς.
Απ. Πάντα θα υπάρχει φόβος. Διαφορετικό αν κάποιος ζει, εργάζεται, μένει σε μια χώρα, διαφορετικό αν γίνεται πολίτης. Για να γίνει πολίτης πρέπει, πέραν του να μιλάει τη γλώσσα, να μένει ένα διάστημα και να εργάζεται, να αποκτήσει τη συνείδηση του τόπου που ζει, είτε τον ονομάσουμε Ελλάδα, είτε Ευρώπη, μια σειρά αρχών που υιοθετήσαμε. Το δεύτερο είναι τι αισθάνεται. ‘Αλλο αν κάποιος σου δηλώνει «νοιώθω Αλβανός», ή «νοιώθω και ‘Ελληνας και Αλβανός», ή «νοιώθω ‘Ελληνας».
Ερ. Δεν υπάρχει αντικειμενικός τρόπος κρίσης συνείδησης και αισθημάτων
Απ. Το Ινστιτούτο πρότεινε ένα παιδί που γεννιέται από νόμιμους γονείς στην Ελλάδα, μεγαλώνει, πάει σχολείο και γίνεται 18, εφόσον το επιθυμεί, να παίρνει αυτομάτως υπηκοότητα.
Ερ. Και τι θα κάνετε με ένα παιδί που γεννήθηκε εδώ από παράνομους γονείς, φτάνει 17, μιλάει καλύτερα ελληνικά απόι τη γλώσσα των γονιών του και συλλαμβάνονται και απελαύνονται οι δικοί του;
Απ. Δόθηκαν ήδη τρεις δυνατότητες νομιμοποίησης. Είναι πολύ λίγοι αυτοί που εμπίπτουν στην κατηγορία που λέτε, ακραίες, μεμονωμένες περιπτώσεις. Υπάρχει επίσης δυνατότητα άδειας παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους.
Ερ. Με το επίπεδο διαφθοράς του ελληνικού κράτους, μήπως όλες αυτές οι συζητήσεις απέχουν από την πραγματικότητα; Είναι κοινή συνείδηση ότι υπάρχει ένα τεράστιο κύκλωμα, που αρχίζει από τη διακίνηση και φτάνει στη νομιμοποίηση. Ακόμα και να δικαιούσαι, θα δώσεις 200 ευρώ. Διαβάσαμε πρόσφατα στις περιβόιητες κασέτες ότι ο γάμος είναι φτηνότερος από το άσυλο! Ποιό κράτος θα εφαρμόσει όσα προτείνετε ή νομοθετούνται;
Απ. Δεν μπορούμε να χαράξουμε πολιτική στη λογική ότι το κράτος παρανομεί. ‘Ενα ευρωπαϊκό κράτος οφείλει να ξεκινάει από τη λογική ότι είναι ευνομούμενο.
Ερ. Μια μελέτη του Ινστιτούτοθ σας υπολογίζει ότι ο συνολικός αριθμός είναι 700-800.000, από τους οποίους 500.000 νόμιμοι. Ο κ. Μαρκογιαννάκης όμως, αν δεν κάνω λάθος, δήλωσε ότι μπορεί να είναι πάνω από 700.000 μόνο οι παράνομοι.
Απ. Αν αυτό προκύπτει από μελέτες που έχει υπόψιν του, ούτε θέλω να τις αμφισβητήσω, σας είπα τα στοιχεία που προκύπτουν από τη δική μας μελέτη, που έγινε από πανεπιστημιακούς με στοιχεία της αστυνομίας, των σχολείων, των οργανώσεων μεταναστών κλπ., και αναγωγή.
Αφού αγνοήθηκε για πολύ μεγάλο διάστημα, το ζήτημα της μετανάστευσης και της μεταναστευτικής πολιτικής ήρθε στο προσκήνιο με δραματικό τρόπο μετά τις τελευταίες εκλογές, ενώ πρόσφατα απετέλεσε αντικείμενο ενός διεθνούς συνεδρίου που οργάνωσε το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών. Με την ευκαιρία αυτή απευθυνθήκαμε στον κατ’εξοχήν αρμόδιο, τον Πρόεδρο του Ιδρύματος Μεταναστευτικής Πολιτικής, ίδρυμα που είναι ο επιστημονικός σύμβουλος της κυβέρνησης, Αλέξανδρο Ζαβό και του ζητήσαμε να απαντήσει σε μερικά από τα ερωτήματα που θέτει η ελληνική κοινή γνώμη:
Ερ. Προεκλογικά, οι αρχές επικρίθηκαν για «υπερανεκτική» πολιτική, μετεκλογικά ότι πήγαν στο άλλο άκρο. Η Αρμοστεία του ΟΗΕ αποχώρησε από τις επιτροπές ασύλου, ενώ καταγγέλεται η σκληρότητα των μέτρων καταστολής, θανάτους στην Ηγουμενίτσα, χωρισμούς παιδιών-γονέων...
Απ. Η Αρμοστεία κατήγγειλε τις αλλαγές που έγιναν για να επιταχυνθεί η διαδικασία ασύλου και αποχώρησε. Τι εξυπηρετεί αυτό; Θα προτιμούσα να μπει στη νέα διαδικασία, να δει αν και πως θα λειτουργήσει και μετά να βγάλει συμπεράσματα. Για την καταστολή...Υπήρξαν έντονες διαμαρτυρίες κατοίκων σε περιοχές πολύ επιβαρυμένες από την παρουσία μεταναστών. Κυρίως κάτω από την Ομόνοια, περιοχές με τραγικές συνθήκες διαβίωσης των μεταναστών,όπου απαγορευόταν να προσεγγίσουν εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης. ‘Ακουσα μέλη Νομαρχίας ή Δήμου να λένε ότι χρειάζονταν άδεια από κόμμα να μπουν στο Εφετείο...
Ερ. Ποιό κόμμα;
Απ. Να μου επιτρέψετε να μη σας πω. ‘Ολοι το γνωρίζουν, δεν υπάρχει λόγος να μπούμε στη διαδικασία. Φτάσαμε σε σημείο που δεν πήγαινε άλλο. Διαμαρτυρόταν ο κόσμος ότι κινδύνευε η ζωή του, τα παιδιά του. Κάποιος έπρεπε να παρέμβει αποτελεσματικότερα...
Ερ. Δεν μπορούσε να γίνει νωρίτερα; Οπότε θα ήταν και ηπιότερες οι παρεμβάσεις.
Απ. Συμφωνώ. Αλλά μερικές φορές είναι και πόσο η κοινωνία είναι ώριμη. Συχνά δεν θέλει πριν δει το πρόβλημα. Και δεν ξέρω αν μπορούσαν να είναι ηπιότερες, μιλάμε για πολύ μεγάλους αριθμούς. Πρέπει οι πολίτες να μπορούν να ασκήσουν τα δικαιώματά τους.
Ερ. Μέχρι πρόσφατα, η πολιτική ελίτ αντιμετώπισε τη τη μετανάστευση ως ευλογία, τώρα μοιάζει να τη βλέπει ως κατάρα...
Απ. Υπήρχε μια μικρή ομάδα πολιτικών που διαχειρίζονταν το πρόβλημα και τόβλεπαν στις σωστές διαστάσεις. Δεν είναι ούτε ευλογία, ούτε κατάρα, μπορεί να γίνει και τα δύο ανάλογα με τη διαχείριση. Μεγάλο κομμάτι του πολιτικού κόσμου θεωρούσε ότι δεν τον αφορά, γιατί οι μετανάστες δεν ψηφίζουν. Επηρεάζουν όμως την ψήφο. Γι’ αυτό και το ενδιαφέρον μετεκλογικά. Την επίσκεψη του Επιτρόπου Μπαρό την κανόνισε ο κ. Παυλόπουλος πριν από τις εκλογές. Το σύμφωνο για μετανάστευση-άσυλο ψηφίστηκε τον Οκτώβριο με ελληνικές πιέσεις. Η Αθήνα ανέδειξε εδώ κι ενάμισυ χρόνο το θέμα της συμφωνίας με την Τουρκία. Τα ΜΜΕ δεν το πρόβαλαν.
Ερ. Δεν ξέρω για τα ΜΜΕ, η Τουρκία πάντως δεν έδωσε καμιά σημασία. Και γιατί να δώσει όταν ανοίγουμε κανονικότατα, το ένα μετά το άλλο, τα κεφάλαια ενταξιακών διαπραγματεύσεων;
Απ. Φωνάζαμε για την Τουρκία, αλλά θέλαμε να μας ακούσουν οι υπεύθυνοι της ΕΕ, οι αρμόδιοι Υπουργοί. Υπήρχε δυσκολία να συνειδητοποιήσουν το μέγεθος του προβλήματός μας. Χρειάστηκε να έρθει ο Μπαρό να δει, να αναγνωρίσει το πρόβλημα. Οι προσπάθειες προσέκρουσαν στην ενίοτε εσκεμμένη άρνηση κάποιων. Λόγω σχέσεων με την Τουρκία...
Ερ. Η Ελλάδα υποστηρίζει την τουρκική ένταξη για να βελτιώσει φαντάζομαι, όχι να χειροτερέψει τα προβλήματα!
Απ. Δεν είναι εύκολο να πηγαίνεις σε έναν οργανισμό και να θέτεις ένα θέμα που οι άλλοι δεν κατανοούν, ούτε να είσαι μονίμως η χώρα που θέτει προβλήματα. Κυπριακό, Αιγαίο, Σκόπια, μετανάστευση, δημιουργείται αίσθηση ότι έχεις και εσύ πρόβλημα. Προσπαθούμε να πείσουμε για την ορθότητα των διαμαρτυριών μας. Φέραμε όλους αυτούς τους Υπουργούς να δουν τι συμβαίνει. Προωθήσαμε τη δημιουργία της δύναμης Frontex για κοινή φύλαξη συνόρων. Δεν απέτρεψε την είσοδο και δεν μπορεί να το κάνει. Γιατί όταν είναι στη δική σου πλευρά δεν μπορείς να τους πας απέναντι. Απέδειξε όμως την αλήθεια των ισχυρισμών μας. Χρειάζεται χρόνος.
Ερ. Οι περιπολίες επηρέασαν τη ροή;
Απ. ‘Εχουμε μείωση μετά την έλευση Μπαρό. Δεν ξέρω αν οφείλεται ειδικά στη Frontex, γιατί η ροή μειώνεται διεθνώς λόγω οικονομικής κρίσης. Οι διακινητές δεν είναι σίγουροι ότι θα εισπράξουν τα λεφτά, γιατί τα εισπράττουν από τη δουλειά των μεταναστών. Οι ίδιοι οι μετανάστες μαθαίνουν ότι θα δυσκολευτούν να βρουν δουλειά. Βέβαια έγιναν συμφωνίες Ισπανίας-Ιταλίας με Μαρόκο-Λιβύη, με αποτέλεσμα να στραφούν τα ρεύματα από τις χώρες αυτές στην Τουρκία. Ο κίνδυνος είναι όταν περάσει η κρίση, να έχουμε νέα έκρηξη από αυτό το δρόμο. Πρέπει να ληφθούν μέτρα...
Ερ. Τι;
Απ. Πολλαπλά. Δεν μπορεί να τα πάρει η Ελλάδα, μπορεί η ΕΕ. Πρώτον, να διαπραγματευτούμε με τις χώρες γύρω από την Ευρώπη, με καρότο, κίνητρα, και μαστίγιο, ποινές. Δεύτερο, να διαπραγματευθούμε με τις χώρες εκκίνησης μεταναστών. Να δημιουργηθούν και να υποστηριχθούν μορφές ανάπτυξης ...
Ερ. Τι θα συζητήσετε, με ποιόν σε Ιράκ, Αφγανιστάν, Πακιστάν; Πήγαμε, ως Δύση, και τους καταστρέψαμε. Απειλούμε να κάνουμε το ίδιο στο Ιράν.
Απ. Υπάρχει έτοιμη προς υπογραφήν συμφωνία επαναπροώθησης Πακιστάν-ΕΕ...
Ερ. Προ τριμήνου όμως είχαμε 2,5 εκατομμύρια νέους πρόσφυγες εκεί. Το Μαρόκο είναι συγκροτημένη χώρα. Τι είναι Ιράκ, Αφγανιστάν;
Απ. Πρέπει καταρχήν να δημιουργήσεις κάποιες υποδομές με τις χώρες που μπορείς να συνεννοηθείς, αυτομάτως μειώνεις τον αριθμό ανθρώπων που πρέπει να μετακινηθούν. Δεύτερο, πρέπει να στηρίξουμε τις ενδιάμεσες χώρες, όχι μόνο οικονομικά, αλλά και για να μπορέσουν να σταματήσουν την υπάρχουσα ροή.
Ερ. Μερικοί λένε να δίνουμε χαρτιά στους μετανάστες και να τους αφήνουμε να πηγαίνουν στην Ευρώπη. Και πολλοί δεν καταλαβαίνουν γιατί υπογράψαμε το πρωτόκολλο του Δουβλίνου, αποδεχόμενοι την επαναπροώθηση στην Ελλάδα όσων έχουν μπει από δώ στην ΕΕ
Απ. Θέλω να πιστεύω ότι αυτοί που υπέγραψαν το Δουβλίνο δεν φαντάζονταν την αλλαγή των μεταναστευτικών ρευμάτων. Τότε ήταν κυρίως μετανάστες από Αν. Ευρώπη που πήγαιναν βόρεια. Μετά προέκυψαν το Αφγανιστάν, Ιράκ κλπ. και η Αφρική. Βρήκαν διέξοδο μέσω Τουρκίας, γιατί κι αυτή εξυπηρετούνταν, εξεβίαζε εμμέσως, θέλοντας να πει δεν θα τους άφηνα αν ήμουν μέλος... Και ξέρετε δεν είναι τώρα εύκολο να πάμε στην ΕΕ να πούμε «συγγνώμη λάθος». Το κράτος έχει συνέχεια, ανεξαρτήτως αν ήταν κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, σήμερα ΝΔ.
Ερ. Δεν βλέπω μεγάλη αλληλεγγύη στην ΕΕ
Απ. Αυτό τους λέμε.’Ολοι αναθεωρήσατε δύο-τρεις φορές την μεταναστευτική σας πολιτική και νομοθεσία, εξαιτίας της δυναμικής του φαινομένου. Να αλλάξει και η αντιμετώπιση της ΕΕ. Πολλοί λένε η κατάσταση μας βολεύει και δεν την αλλάζουμε, δεν παίρνουμε το δικό σας πρόβλημα. Αλλά θέλουν να εφαρμόζουμε τη συνθήκη της Γενεύης για το άσυλο. Αν όμως τους εκδίδαμε ταξιδιωτικά έγγραφα, θα παραβιάζαμε τους κανόνες και θάχαμε αντίποινα. Χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια αλλαγής του κλίματος στην ΕΕ. Είμαστε σε καλό δρόμο. Δεν θέλουν αναθεώρηση του Δουβλίνου, αλλά αναζητούν ενδιάμεσες λύσεις. Θα το αντιληφθούν οι Ευρωπαίοι. ‘Εκλεισε η Πάτρα, όμως αναζητούνται διέξοδοι μέσω Βαλκανίων. Δεν θα σταματήσει το πρόβλημα. Αρχίζουν να καταλαβαίνουν ότι θα περάσει σε αυτούς. Δεν μπορεί μια χώρα να τηρεί τους κανόνες απόλυτα, με κίνδυνο διατάραξης της εσωτερικής ειρήνης. Πρέπει να βρεθεί λύση προτού γίνει αλλυσιδωτή αντίδραση. Θυμάστε ότι ο ξεσηκωμός, τα γεγονότα του Δεκέμβρη, ανησύχησαν πάρα πολλές χώρες.
Ερ. Κάνατε μια μελέτη με την Παγκόσμια Τράπεζα για την ενσωμάτωση των μεταναστών...
Απ. Το 70% των νομίμων μεταναστών εντάχθηκε, ένα 18% είναι σε διαδικασία ένταξης, ένα 12% περιθωριοποιείται. ‘Ενα τμήμα του 70% αφομοιώθηκε, συμπεριφέρεται όπως οι ‘Ελληνες, στο πως ντύνονται, διασκεδάζουν κλπ., έχει πολύ στενές σχέσεις με τους γείτονες, διακόπτει σχέσεις με τις χώρες καταγωγής. Το 50% δήλωσε ότι θέλουν οι ίδιοι και τα παιδιά τους να μείνουν. Από αυτούς το 23% αφομοιώνεται πλήρως. Υπάρχουν κι άλλα στοιχεία, αλλά τα παραθέτω με επιφύλαξη γιατί χρήζουν μεγαλύτερης επεξεργασίας. Περισσότερο εντάσσονται οι προερχόμενοι από Βαλκάνια, ιδίως Αλβανοί (55% του συνόλου των νομίμων) και ΕΣΣΔ. Το 30% που δεν είχε εντάχθηκαν είτε ήταν πρόσφατοι, είτε είχαν ουσιαστικές διαφορές σε θέματα θρησκείας, πολιτισμικά και πολιτιστικά. Δυσκολεύονται π.χ. να δεχθούν την ισότητα ανδρών-γυναικών, το δικαίωμα εργασίας γυναικών, ελεύθερης επιλογής συντρόφου κλπ. Το 12% των περιθωριοποιημένων είχαν σταματήσει ακόμα και τις επαφές με τους ομοεθνείς τους, ένα μέρος «λουμπενοποιήθηκε».
Ερ. Λέτε ότι οι Αλβανοί είναι καλά ενσωματωμένοι. Διερωτώμαι όμως για την ενδεχόμενη ύπαρξη ανεκδήλωτων εθνικών-ταξικών αντιθέσεων. Θυμάστε τι έγινε για ένα ματς.
Απ. Πάντα θα υπάρχει φόβος. Διαφορετικό αν κάποιος ζει, εργάζεται, μένει σε μια χώρα, διαφορετικό αν γίνεται πολίτης. Για να γίνει πολίτης πρέπει, πέραν του να μιλάει τη γλώσσα, να μένει ένα διάστημα και να εργάζεται, να αποκτήσει τη συνείδηση του τόπου που ζει, είτε τον ονομάσουμε Ελλάδα, είτε Ευρώπη, μια σειρά αρχών που υιοθετήσαμε. Το δεύτερο είναι τι αισθάνεται. ‘Αλλο αν κάποιος σου δηλώνει «νοιώθω Αλβανός», ή «νοιώθω και ‘Ελληνας και Αλβανός», ή «νοιώθω ‘Ελληνας».
Ερ. Δεν υπάρχει αντικειμενικός τρόπος κρίσης συνείδησης και αισθημάτων
Απ. Το Ινστιτούτο πρότεινε ένα παιδί που γεννιέται από νόμιμους γονείς στην Ελλάδα, μεγαλώνει, πάει σχολείο και γίνεται 18, εφόσον το επιθυμεί, να παίρνει αυτομάτως υπηκοότητα.
Ερ. Και τι θα κάνετε με ένα παιδί που γεννήθηκε εδώ από παράνομους γονείς, φτάνει 17, μιλάει καλύτερα ελληνικά απόι τη γλώσσα των γονιών του και συλλαμβάνονται και απελαύνονται οι δικοί του;
Απ. Δόθηκαν ήδη τρεις δυνατότητες νομιμοποίησης. Είναι πολύ λίγοι αυτοί που εμπίπτουν στην κατηγορία που λέτε, ακραίες, μεμονωμένες περιπτώσεις. Υπάρχει επίσης δυνατότητα άδειας παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους.
Ερ. Με το επίπεδο διαφθοράς του ελληνικού κράτους, μήπως όλες αυτές οι συζητήσεις απέχουν από την πραγματικότητα; Είναι κοινή συνείδηση ότι υπάρχει ένα τεράστιο κύκλωμα, που αρχίζει από τη διακίνηση και φτάνει στη νομιμοποίηση. Ακόμα και να δικαιούσαι, θα δώσεις 200 ευρώ. Διαβάσαμε πρόσφατα στις περιβόιητες κασέτες ότι ο γάμος είναι φτηνότερος από το άσυλο! Ποιό κράτος θα εφαρμόσει όσα προτείνετε ή νομοθετούνται;
Απ. Δεν μπορούμε να χαράξουμε πολιτική στη λογική ότι το κράτος παρανομεί. ‘Ενα ευρωπαϊκό κράτος οφείλει να ξεκινάει από τη λογική ότι είναι ευνομούμενο.
Ερ. Μια μελέτη του Ινστιτούτοθ σας υπολογίζει ότι ο συνολικός αριθμός είναι 700-800.000, από τους οποίους 500.000 νόμιμοι. Ο κ. Μαρκογιαννάκης όμως, αν δεν κάνω λάθος, δήλωσε ότι μπορεί να είναι πάνω από 700.000 μόνο οι παράνομοι.
Απ. Αν αυτό προκύπτει από μελέτες που έχει υπόψιν του, ούτε θέλω να τις αμφισβητήσω, σας είπα τα στοιχεία που προκύπτουν από τη δική μας μελέτη, που έγινε από πανεπιστημιακούς με στοιχεία της αστυνομίας, των σχολείων, των οργανώσεων μεταναστών κλπ., και αναγωγή.
Παρασκευή 7 Αυγούστου 2009
Βηματισμός σε ναρκοπέδιο - Ελλάδα και ένταξη Τουρκίας
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
«Μια φορά κι έναν καιρό ήταν δύο γείτονες που όλο τσακωνόντουσαν. Μετά, ανακάλυψαν ότι μπορούν να γίνουν φίλοι. Η Αθήνα θα βοηθούσε την ‘Αγκυρα να γίνει μέλος της Ευρώπης, που θα της μάθαινε καλούς τρόπους κι αυτή θα μάθαινε με ευχαρίστηση πως φέρονται οι πολιτισμένοι. Οι καλοί ευρωπαϊστές, εκσυγχρονιστές, ισλαμιστές θα στρίμωχναν τους κακούς πασάδες. Θα ζούσαμε εμείς καλά κι αυτοί καλύτερα».
‘Ετσι έλεγε το ευχάριστο «παραμύθι» του «παπού», που επαναλαμβάνεται διαδοχικά στους ‘Ελληνες εδώ και αρκετά χρόνια. Οι ισλαμιστές όντως «στρίμωξαν», με τη βοήθεια και της ευρωπαίκής υπόσχεσης, τους κεμαλιστές στρατιωτικούς. ‘Οσο για μας, τα «εγγόνια» που άκουγαν το ευχάριστο παραμύθι, μπορούμε να κρίνουμε τη θεωρία από τα αποτελέσματά της (η πραγματικότητα είναι πεισματάρικη, κι αυτή κρίνει τελικά και κάθε θεωρία). Ο μέσος ‘Ελληνας μπορεί άνετα να βγάλει σήμερα τα συμπεράσματά του δια «γυμνού οφθαλμού». ‘Οσοι έπιναν προχθές τον καφέ τους στην Κάλυμνο είδαν με τα ματάκια τους την τουρκική ακταιωρό, υπερηφάνως φέρουσα την ημισέληνο και με τον οπλισμό της προτεταμένο να κατευθύνεται ολοταχώς προς το ... λιμάνι του νησιού! Οι κάτοικοι του Αγαθονησίου παρακολούθησαν ζωντανό θέαμα αερομαχίας και οι γείτονές τους στην Ικαρία είδαν τα τουρκικά μαχητικά να γυρνάνε στη βάση τους μετά από ασκήσεις βομβαρδισμού και αποστολές φωτογράφισης του μικρού νησιού. Σπανίως γεγονότα είναι τόσο εύγλωττα, που να καθιστούν περίπου περιττό τον σχολιασμό τους.
Τα τελευταία επεισόδια του αιγαιακού «σήριαλ» ήταν η τουρκική απάντηση στις «διαμαρτυρίες» της Κυρίας Μπακογιάννη για τουρκικές υπερπτήσεις στο δείπνο των Ευρωπαίων Υπουργών στις Βρυξέλλες την περασμένη Δευτέρα. «Διαμαρτυρίες» που δεν φάνηκαν να συγκινούν ή να ανησυχούν ιδιαίτερα τους ομολόγους της (ή τον ευρωπαϊκό τύπο), όπως άλλωστε, εκ του αποτελέσματος προκύπτει, δεν συγκίνησαν και δεν ανησύχησαν την ‘Αγκυρα. Το αντίθετο συνέβη, η υποτονικότητα των αντιδράσεων της Αθήνας, σε συνδυασμό με την ανόητη δημόσια φιλολογία μιας τρομοκρατημένης πολιτικής ελίτ, για τον φόβο «θερμού επεισοδίου» αλά ‘Ιμια, ερμηνεύθηκε (ορθώς) στην ‘Αγκυρα ως σημάδι ότι μπορεί να κλιμακώσει τις προκλήσεις χωρίς συνέπειες. Οι τουρκικές προκλήσεις χρησιμεύουν προφανώς ως εγγραφή υποθήκης και αξιώσεων, χρησιμεύουν όμως επίσης ως απειλή, σε Αθήνα και Λευκωσία, να μην τολμήσουν να σταματήσουν την τουρκική πορεία προς την Ευρώπη.
Με τον τρόπο που αντιδρά η ελληνική πολιτική ελίτ, υπογραμμίζουν πεπειραμένοι διπλωμάτες, μεταφέρει τον ψυχολογικό πόλεμο που της κάνει η ‘Αγκυρα, με το σιγοντάρισμα της Ουάσιγκτον, στο εσωτερικό της χώρας. Θα ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα, υποστηρίζουν κατ’ιδίαν στελέχη και της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, εσχάτως δε και της αριστεράς (σχετική δήλωση έκανε προ ημερών ο κ. Αλαβάνος), αν οι κ.κ. Καραμανλής και Παπανδρέου έστελναν το μόνο απλό και σαφές μήνυμα στην Τουρκία: εφόσον απειλείτε την εδαφική μας ακεραιότητα, δεν πρόκειται να ανοίξει ούτε μισό κεφάλαιο διαπραγμάτευσης από δω και πέρα. Επειδή δεν το λένε αυτό, και επειδή Τουρκία και ΗΠΑ το γνωρίζουν, οι προκλήσεις θα κλιμακώνονται αναπόφευκτα, υποστηρίζουν οι ίδιοι παρατηρητές.
Η αμερικανική διπλωματία έρχεται μετά, ως «έντιμος διαμεσολαβητής», να «λύσει» το πρόβλημα, πότε επιβάλλοντας Τούρκο πτέραρχο στη Λάρισα, πότε προτείνοντας ΜΟΕ στο Αιγαίο που συνεπάγονται ελληνικές παραχωρήσεις, πότε συστήνοντας διάλογο για το αν είναι ελληνικά το Φαρμακονήσι και οι Φούρνοι και πότε καλώντας την Κύπρο και την Ελλάδα, όπως ο κ. Μπράιζα, να μην εντείνουν το αίσθημα «ασφυξίας» της Τουρκίας. Στο αυτί δε, οι Αμερικανοί λένε στους ‘Ελληνες πολιτικούς ότι «φοβούνται» θερμό επεισόδιο!
Η κοινή λογική λέει, υποστηρίζουν στρατιωτικές πηγές, ότι ένα τέτοιο θερμό επεισόδιο δεν μπορεί να γίνει γιατί θα μπορούσε να αποβεί ήταν καταστροφικό για μείζονες επιδιώξεις της αμερικανικής και τουρκικής πολιτικής. Επειδή όμως η Ελλάδα έχει πάρει εδώ και καιρό διαζύγιο με την κοινή λογική, οι πολιτικοί μας, για να αποφύγουν τα «νέα ‘Ιμια» κάνουν δύο πράγματα. Αφενός περιορίζουν τις όποιες αντιδράσεις τους στο ελάχιστο όριο που κρίνουν αναγκαίο για να μην τους πάρει με τις πέτρες η ελληνική κοινή γνώμη, της οποίας τις αντιδράσεις μάλλον υποτιμούν. Και, δεύτερο, πολλαπλασιάζουν τις παραχωρήσεις χωρίς αντάλλαγμα προς τις ΗΠΑ.
Στις παραχωρήσεις συγκαταλέγονται νέα διεύρυνση της Σούδας, αλλά και παραχώρηση κάθε είδους προσωπικών δεδομένων Ελλήνων πολιτών στη CIA. Η Αμερική θα δεήσει, με τον τρόπο αυτό, υποστηρίζουν, να μη ζητάει βίζα για τους ‘Ελληνες υπηκόους που ταξιδεύουν εκεί και, μάλιστα, ο ίδιος οι Πρωθυπουργός σκέφτεται να ταξιδέψει στην Ουάσιγκτον για να υπογράψει τη σχετική συμφωνία, λένε καλά πληροφορημένες πηγές (παρόλο που και η δική του πείρα θα έπρεπε να τον έχει πείσει ότι οι ψηφοφόροι του θα εκτιμούσαν πολύ περισσότερο μια συνάντηση με τον Πούτιν στη Μόσχα). Η Ουάσιγκτον βέβαια παίρνει ήδη, δια των συμφωνιών ανταλλαγής προσωπικών δεδομένων που έσπευσε να συνομολογήσει η κυβέρνηση, μια πολύ σπουδαιότερη «βίζα» για να επηρεάζει τη δημόσια ζωή της Ελλάδας, συγκεντρώνοντας ακόμα περισσότερα στοιχεία για τους πολιτικούς, τους στρατιωτικούς, τους δημοσιογράφους, τους πανεπιστημιακούς και τους επιχειρηματίες της.
Η πολιτική ελίτ της χώρας υποστήριζε στο παρελθόν ότι είναι υποχρεωμένη να στηρίζει την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, όχι γιατί αυτό επιθυμούν οι ΗΠΑ, αλλά γιατί θεωρεί ότι είναι μια μεγάλη ευκαιρία για την ειρήνη. Σήμερα, επισήμως εξακολουθεί η κυβέρνηση να λέει «πλήρης ένταξη, πλήρης συμμόρφωση», διερωτάται όμως κανείς ποιός θα «συμμορφωθεί» στο τέλος: η Τουρκία ή η Ελλάδα και η Κύπρος; Κατ’ ιδίαν διολισθαίνει σταδιακά στην άποψη «δεν μπορούμε να διακόψουμε την ενταξιακή πορεία γιατί αυτό θα μας βλάψει περισσότερο» και αύριο ετοιμάζεται να μας πει «δεν μπορούμε να διακόψουμε γιατί θα μας κάνει πόλεμο». Υπό παρόμοιες συνθήκες όμως, κινδυνεύει η κρίση της Τουρκίας από την ΕΕ τον Δεκέμβρη να μετατραπεί σε κρίση της Ελλάδας και της Κύπρου.
Η κυβέρνηση σχεδιάζει (ή έχει πείσει τον εαυτό της) να θέσει τα μεγάλα, βαριά ζητήματα των ελληνοτουρκικών σχέσεων, στο κεφάλαιο για την ΚΕΠΠΑ της ενταξιακής διαπραγμάτευσης, ενώ πήρε μια σημαντική θετική πρωτοβουλία με τις περιπολίες της Frontex στο Αιγαίο. Αλλά όσο χρήσιμες μπορούν να είναι οι ευρωπαϊκές τεχνοκρατικές διαδικασίες, ή η Frontex, δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την πολιτική και να αντιμετωπίσουν βαριά, μεγάλα πολιτικά ζητήματα όπως την απειλή πολέμου και τις εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της Ελλάδας, την μη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη στρατιωτική κατοχή εδάφους της. ‘Οταν ο άλλος απειλεί να σε σκοτώσει δεν κάνεις μια απλή διαμαρτυρία στον ... συνήγορο του πολίτη, γιατί τότε δεν σε παίρνει κανένας στα σοβαρά.
Το εξωφρενικό αποτέλεσμα είναι ότι Αθήνα και Λευκωσία δεν έχουν κανένα σύμμαχο στην Ευρώπη. Ούτε μεταξύ όσων προωθούν (με φανατική ελληνική υποστήριξη) την τουρκική ένταξη. Ούτε και μεταξύ όσων αντιτίθενται σε αυτήν και δοκίμασαν να υποστηρίξουν τις ελληνικές αιτιάσεις για να την μπλοκάρουν (το έπραξε ο κ. Βιλπέν ζητώντας αναγνώριση της Κύπρου προ της έναρξης διαπραγματεύσεων, η κ. Μέρκελ καταδικάζοντας την τουρκική κατοχή, προσπάθησε ο κ. Σαρκοζί, για να συναντήσουν απροθυμία Αθήνας-Λευκωσίας!)
Η τουρκική ενταξιακή πορεία, που θα μπορούσε να είναι, τουλάχιστο θεωρητικά, μοχλός πίεσης επί της ‘Αγκυρας, μετετράπη σταδιακά σε μοχλό πίεσης στην Ελλάδα και την Κύπρο.
Οι πρόσφατες δηλώσεις Μπιλντ και Φερχόιγκεν, με τις οποίες απέδωσαν στους ‘Ελληνες την ευθύνη για την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, την παρουσία τουρκικών στρατευμάτων, ακόμη και τη λεηλασία της πολιτιστικής της κληρονομιάς, προκάλεσαν μόνο ψελίσματα από Αθήνα-Λευκωσία. Αντανακλούν τη δεινή πολιτικο-διπλωματική κατάσταση στην οποία περιήλθαν Ελλάδα-Κύπρος. Προειδοποιούν για το τι θα συμβεί αν οι δύο χώρες εξακολουθήσουν να μην υπερασπίζονται διεθνώς τον εαυτό τους, πολιτικά, επικοινωνιακά, διπλωματικά. Είτε θα οδηγηθούν σε μείζονες εθνικές παραχωρήσεις ως προς την ύπαρξη κυπριακού κράτους και το καθεστώς του Αιγαίου, είτε θα βρεθούν κατηγορούμενες για «εθνικισμό» έναντι της Τουρκίας.
«Μια φορά κι έναν καιρό ήταν δύο γείτονες που όλο τσακωνόντουσαν. Μετά, ανακάλυψαν ότι μπορούν να γίνουν φίλοι. Η Αθήνα θα βοηθούσε την ‘Αγκυρα να γίνει μέλος της Ευρώπης, που θα της μάθαινε καλούς τρόπους κι αυτή θα μάθαινε με ευχαρίστηση πως φέρονται οι πολιτισμένοι. Οι καλοί ευρωπαϊστές, εκσυγχρονιστές, ισλαμιστές θα στρίμωχναν τους κακούς πασάδες. Θα ζούσαμε εμείς καλά κι αυτοί καλύτερα».
‘Ετσι έλεγε το ευχάριστο «παραμύθι» του «παπού», που επαναλαμβάνεται διαδοχικά στους ‘Ελληνες εδώ και αρκετά χρόνια. Οι ισλαμιστές όντως «στρίμωξαν», με τη βοήθεια και της ευρωπαίκής υπόσχεσης, τους κεμαλιστές στρατιωτικούς. ‘Οσο για μας, τα «εγγόνια» που άκουγαν το ευχάριστο παραμύθι, μπορούμε να κρίνουμε τη θεωρία από τα αποτελέσματά της (η πραγματικότητα είναι πεισματάρικη, κι αυτή κρίνει τελικά και κάθε θεωρία). Ο μέσος ‘Ελληνας μπορεί άνετα να βγάλει σήμερα τα συμπεράσματά του δια «γυμνού οφθαλμού». ‘Οσοι έπιναν προχθές τον καφέ τους στην Κάλυμνο είδαν με τα ματάκια τους την τουρκική ακταιωρό, υπερηφάνως φέρουσα την ημισέληνο και με τον οπλισμό της προτεταμένο να κατευθύνεται ολοταχώς προς το ... λιμάνι του νησιού! Οι κάτοικοι του Αγαθονησίου παρακολούθησαν ζωντανό θέαμα αερομαχίας και οι γείτονές τους στην Ικαρία είδαν τα τουρκικά μαχητικά να γυρνάνε στη βάση τους μετά από ασκήσεις βομβαρδισμού και αποστολές φωτογράφισης του μικρού νησιού. Σπανίως γεγονότα είναι τόσο εύγλωττα, που να καθιστούν περίπου περιττό τον σχολιασμό τους.
Τα τελευταία επεισόδια του αιγαιακού «σήριαλ» ήταν η τουρκική απάντηση στις «διαμαρτυρίες» της Κυρίας Μπακογιάννη για τουρκικές υπερπτήσεις στο δείπνο των Ευρωπαίων Υπουργών στις Βρυξέλλες την περασμένη Δευτέρα. «Διαμαρτυρίες» που δεν φάνηκαν να συγκινούν ή να ανησυχούν ιδιαίτερα τους ομολόγους της (ή τον ευρωπαϊκό τύπο), όπως άλλωστε, εκ του αποτελέσματος προκύπτει, δεν συγκίνησαν και δεν ανησύχησαν την ‘Αγκυρα. Το αντίθετο συνέβη, η υποτονικότητα των αντιδράσεων της Αθήνας, σε συνδυασμό με την ανόητη δημόσια φιλολογία μιας τρομοκρατημένης πολιτικής ελίτ, για τον φόβο «θερμού επεισοδίου» αλά ‘Ιμια, ερμηνεύθηκε (ορθώς) στην ‘Αγκυρα ως σημάδι ότι μπορεί να κλιμακώσει τις προκλήσεις χωρίς συνέπειες. Οι τουρκικές προκλήσεις χρησιμεύουν προφανώς ως εγγραφή υποθήκης και αξιώσεων, χρησιμεύουν όμως επίσης ως απειλή, σε Αθήνα και Λευκωσία, να μην τολμήσουν να σταματήσουν την τουρκική πορεία προς την Ευρώπη.
Με τον τρόπο που αντιδρά η ελληνική πολιτική ελίτ, υπογραμμίζουν πεπειραμένοι διπλωμάτες, μεταφέρει τον ψυχολογικό πόλεμο που της κάνει η ‘Αγκυρα, με το σιγοντάρισμα της Ουάσιγκτον, στο εσωτερικό της χώρας. Θα ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα, υποστηρίζουν κατ’ιδίαν στελέχη και της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, εσχάτως δε και της αριστεράς (σχετική δήλωση έκανε προ ημερών ο κ. Αλαβάνος), αν οι κ.κ. Καραμανλής και Παπανδρέου έστελναν το μόνο απλό και σαφές μήνυμα στην Τουρκία: εφόσον απειλείτε την εδαφική μας ακεραιότητα, δεν πρόκειται να ανοίξει ούτε μισό κεφάλαιο διαπραγμάτευσης από δω και πέρα. Επειδή δεν το λένε αυτό, και επειδή Τουρκία και ΗΠΑ το γνωρίζουν, οι προκλήσεις θα κλιμακώνονται αναπόφευκτα, υποστηρίζουν οι ίδιοι παρατηρητές.
Η αμερικανική διπλωματία έρχεται μετά, ως «έντιμος διαμεσολαβητής», να «λύσει» το πρόβλημα, πότε επιβάλλοντας Τούρκο πτέραρχο στη Λάρισα, πότε προτείνοντας ΜΟΕ στο Αιγαίο που συνεπάγονται ελληνικές παραχωρήσεις, πότε συστήνοντας διάλογο για το αν είναι ελληνικά το Φαρμακονήσι και οι Φούρνοι και πότε καλώντας την Κύπρο και την Ελλάδα, όπως ο κ. Μπράιζα, να μην εντείνουν το αίσθημα «ασφυξίας» της Τουρκίας. Στο αυτί δε, οι Αμερικανοί λένε στους ‘Ελληνες πολιτικούς ότι «φοβούνται» θερμό επεισόδιο!
Η κοινή λογική λέει, υποστηρίζουν στρατιωτικές πηγές, ότι ένα τέτοιο θερμό επεισόδιο δεν μπορεί να γίνει γιατί θα μπορούσε να αποβεί ήταν καταστροφικό για μείζονες επιδιώξεις της αμερικανικής και τουρκικής πολιτικής. Επειδή όμως η Ελλάδα έχει πάρει εδώ και καιρό διαζύγιο με την κοινή λογική, οι πολιτικοί μας, για να αποφύγουν τα «νέα ‘Ιμια» κάνουν δύο πράγματα. Αφενός περιορίζουν τις όποιες αντιδράσεις τους στο ελάχιστο όριο που κρίνουν αναγκαίο για να μην τους πάρει με τις πέτρες η ελληνική κοινή γνώμη, της οποίας τις αντιδράσεις μάλλον υποτιμούν. Και, δεύτερο, πολλαπλασιάζουν τις παραχωρήσεις χωρίς αντάλλαγμα προς τις ΗΠΑ.
Στις παραχωρήσεις συγκαταλέγονται νέα διεύρυνση της Σούδας, αλλά και παραχώρηση κάθε είδους προσωπικών δεδομένων Ελλήνων πολιτών στη CIA. Η Αμερική θα δεήσει, με τον τρόπο αυτό, υποστηρίζουν, να μη ζητάει βίζα για τους ‘Ελληνες υπηκόους που ταξιδεύουν εκεί και, μάλιστα, ο ίδιος οι Πρωθυπουργός σκέφτεται να ταξιδέψει στην Ουάσιγκτον για να υπογράψει τη σχετική συμφωνία, λένε καλά πληροφορημένες πηγές (παρόλο που και η δική του πείρα θα έπρεπε να τον έχει πείσει ότι οι ψηφοφόροι του θα εκτιμούσαν πολύ περισσότερο μια συνάντηση με τον Πούτιν στη Μόσχα). Η Ουάσιγκτον βέβαια παίρνει ήδη, δια των συμφωνιών ανταλλαγής προσωπικών δεδομένων που έσπευσε να συνομολογήσει η κυβέρνηση, μια πολύ σπουδαιότερη «βίζα» για να επηρεάζει τη δημόσια ζωή της Ελλάδας, συγκεντρώνοντας ακόμα περισσότερα στοιχεία για τους πολιτικούς, τους στρατιωτικούς, τους δημοσιογράφους, τους πανεπιστημιακούς και τους επιχειρηματίες της.
Η πολιτική ελίτ της χώρας υποστήριζε στο παρελθόν ότι είναι υποχρεωμένη να στηρίζει την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, όχι γιατί αυτό επιθυμούν οι ΗΠΑ, αλλά γιατί θεωρεί ότι είναι μια μεγάλη ευκαιρία για την ειρήνη. Σήμερα, επισήμως εξακολουθεί η κυβέρνηση να λέει «πλήρης ένταξη, πλήρης συμμόρφωση», διερωτάται όμως κανείς ποιός θα «συμμορφωθεί» στο τέλος: η Τουρκία ή η Ελλάδα και η Κύπρος; Κατ’ ιδίαν διολισθαίνει σταδιακά στην άποψη «δεν μπορούμε να διακόψουμε την ενταξιακή πορεία γιατί αυτό θα μας βλάψει περισσότερο» και αύριο ετοιμάζεται να μας πει «δεν μπορούμε να διακόψουμε γιατί θα μας κάνει πόλεμο». Υπό παρόμοιες συνθήκες όμως, κινδυνεύει η κρίση της Τουρκίας από την ΕΕ τον Δεκέμβρη να μετατραπεί σε κρίση της Ελλάδας και της Κύπρου.
Η κυβέρνηση σχεδιάζει (ή έχει πείσει τον εαυτό της) να θέσει τα μεγάλα, βαριά ζητήματα των ελληνοτουρκικών σχέσεων, στο κεφάλαιο για την ΚΕΠΠΑ της ενταξιακής διαπραγμάτευσης, ενώ πήρε μια σημαντική θετική πρωτοβουλία με τις περιπολίες της Frontex στο Αιγαίο. Αλλά όσο χρήσιμες μπορούν να είναι οι ευρωπαϊκές τεχνοκρατικές διαδικασίες, ή η Frontex, δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την πολιτική και να αντιμετωπίσουν βαριά, μεγάλα πολιτικά ζητήματα όπως την απειλή πολέμου και τις εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της Ελλάδας, την μη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη στρατιωτική κατοχή εδάφους της. ‘Οταν ο άλλος απειλεί να σε σκοτώσει δεν κάνεις μια απλή διαμαρτυρία στον ... συνήγορο του πολίτη, γιατί τότε δεν σε παίρνει κανένας στα σοβαρά.
Το εξωφρενικό αποτέλεσμα είναι ότι Αθήνα και Λευκωσία δεν έχουν κανένα σύμμαχο στην Ευρώπη. Ούτε μεταξύ όσων προωθούν (με φανατική ελληνική υποστήριξη) την τουρκική ένταξη. Ούτε και μεταξύ όσων αντιτίθενται σε αυτήν και δοκίμασαν να υποστηρίξουν τις ελληνικές αιτιάσεις για να την μπλοκάρουν (το έπραξε ο κ. Βιλπέν ζητώντας αναγνώριση της Κύπρου προ της έναρξης διαπραγματεύσεων, η κ. Μέρκελ καταδικάζοντας την τουρκική κατοχή, προσπάθησε ο κ. Σαρκοζί, για να συναντήσουν απροθυμία Αθήνας-Λευκωσίας!)
Η τουρκική ενταξιακή πορεία, που θα μπορούσε να είναι, τουλάχιστο θεωρητικά, μοχλός πίεσης επί της ‘Αγκυρας, μετετράπη σταδιακά σε μοχλό πίεσης στην Ελλάδα και την Κύπρο.
Οι πρόσφατες δηλώσεις Μπιλντ και Φερχόιγκεν, με τις οποίες απέδωσαν στους ‘Ελληνες την ευθύνη για την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, την παρουσία τουρκικών στρατευμάτων, ακόμη και τη λεηλασία της πολιτιστικής της κληρονομιάς, προκάλεσαν μόνο ψελίσματα από Αθήνα-Λευκωσία. Αντανακλούν τη δεινή πολιτικο-διπλωματική κατάσταση στην οποία περιήλθαν Ελλάδα-Κύπρος. Προειδοποιούν για το τι θα συμβεί αν οι δύο χώρες εξακολουθήσουν να μην υπερασπίζονται διεθνώς τον εαυτό τους, πολιτικά, επικοινωνιακά, διπλωματικά. Είτε θα οδηγηθούν σε μείζονες εθνικές παραχωρήσεις ως προς την ύπαρξη κυπριακού κράτους και το καθεστώς του Αιγαίου, είτε θα βρεθούν κατηγορούμενες για «εθνικισμό» έναντι της Τουρκίας.
Πέμπτη 6 Αυγούστου 2009
Αναταράξεις στον ΣΥΡΙΖΑ
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Μια ιδιότυπη, «έμμεση» σύγκρουση γύρω από τα «εθνικά», είναι η τελευταία εκδήλωση της πολυεπίπεδης διαμάχης που συνεχίζεται στον ΣΥΡΙΖΑ, αναφορικά με την πολιτική κατεύθυνση και την οργανωτική συγκρότηση του σχηματισμού της «ριζοσπαστικής αριστεράς». «Ανανεωτικοί» και εκπρόσωποι της (ελάχιστης, αλλά υπερεκπροσωπούμενης δημόσιας) «αντιεθνικιστικής αριστεράς» έσπευσαν να επικρίνουν την πρόσφατη δήλωση του Πρόεδρου της ΚΟ Αλέκου Αλαβάνου για πάγωμα της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας. Ο «ανανεωτικός» κ. Μπαλάφας προειδοποίησε (ποιόν;) εναντίον της «όξυνσης» στα ελληνοτουρκικά. Ακόμα οξύτερος, ο «αντιεθνικιστής» κ. Θεοδωρίδης απέδωσε στην ΕΟΚΑ Β’ τις συγκρούσεις του 1963-64, πολλά χρόνια προτού ιδρυθεί (!), στον «ελληνικό εθνικισμό» το κυπριακό, κατηγόρησε την Ελλάδα ότι επεκτάθηκε οκτώ φορές εις βάρος της Τουρκίας μετά το 1830 και ως φαντασιόπληκτους όσους βλέπουν τουρκική απειλή.
Οι αντιδράσεις αυτές δεν φάνηκαν να πτοούν την ηγεσία της αριστεράς, που γνωρίζει άλλωστε ότι διαθέτει στο θέμα αυτό την υποστήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας της βάσης της και ενίοτε σαρκάζει κατ’ ιδίαν την «αντιεθνικιστική» ως «αμερικανική αριστερά». Αλλά δεν ήθελε μέχρι τώρα να διαταράξει τις «λεπτές ισορροπίες» των στελεχών. Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος Παναγιώτης Λαφαζάνης προχώρησε σε μπαράζ ερωτήσεων προς την Κυρία Μπακογιάννη. Ζητά μεταξύ άλλων να πληροφορηθεί τι ακριβώς συζητείται στους 42 γύρους ελληνοτουρκικών συνομιλιών για το Αιγαίο, διαμαρτύρεται για την επέκταση των «διευκολύνσεων» στη Σούδα, ζητάει το άνοιγμα του φακέλλου της Κύπρου, που «πάγωσε» για να μη «διαταραχθούν» οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις.
Αλαβάνος, Λαφαζάνης και μια ομάδα ηγετικών στελεχών της αριστεράς μοιάζουν πήραν μερικά τουλάχιστον από τα «μηνύματα» των τελευταίων εκλογών, αλλά και να ανησυχούν έντονα για την πιθανότητα σημαντικής ενίσχυσης της ακροδεξιάς, στο μέτρο που εμφανίζεται να εκφράζει αποφασιστικά την ανάγκη κράτους και προάσπισης των εθνικών συμφερόντων. Σημαντική μερίδα του ελληνικού λαού υποφέρει όχι μόνο από το κράτος, αλλά περισσότερο από την έλλειψή του. Μια μεγάλη πλειοψηφία Ελλήνων εκτιμά επίσης ότι παρατράβηξε η ιστορία με την Τουρκία.
Πανευρωπαϊκά, η αριστερά, σε όλες τις εκδοχές της, μοιάζει να πληρώνει σοβαρό κόστος για τον τρόπο που αντιμετωπίζει το φαινόμενο «έθνος» και «έθνος-κράτος», όπως και την ευκολία με την οποία προσχώρησε στα ιδεολογήματα της παγκοσμιοποίησης, ταυτίζοντας τον εθνισμό με τον εθνικισμό. Το «έθνος-κράτος» παραμένει για τους πολίτες το μόνο αναγνωρίσιμο πλαίσιο σχετικής προστασίας και άσκησης δημοκρατικού ελέγχου της εξουσίας. Γίνεται ακόμα σημαντικότερο σε συνθήκες βαθιάς κρίσης της οικονομίας και της ΕΕ. Σε Ελλάδα/Κύπρο, που αντιμετωπίζουν απτή απειλή/κατοχή από ξένη χώρα, το τίμημα για την αριστερά και την κεντροαριστερά μπορεί να είναι απείρως μεγαλύτερο. Και οι ασκήσεις βομβαρδισμού του Αγαθονησίου δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αυταπατών!
Εξάλλου, είναι σαφής η προσπάθεια του κ. Αλαβάνου να πάρει αποστάσεις και από απόψεις «όχι σύνορα για τους εργάτες», που ακούγονται ενίοτε στην αριστερά, βοηθώντας τους αντιπάλους της να της φορτώσουν ευθύνες για προβλήματα που μόνο αυτή δεν δημιούργησε! Στην πρόσφατη πανελλαδική σύσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ, εξέφρασε την ανάγκη συμπαράστασης και αλληλεγγύης προς μία από τις πλέον καταπιεζόμενες ομάδες κατοίκων της Ελλάδας, που έχουν γίνει και σημαντικό μέρος της εργατικής τάξης της, στερημένο πρακτικά από κάθε δικαίωμα, ταυτόχρονα όμως τόνισε και τη σημασία να προσεχθούν τα προβλήματα των φτωχών, λαϊκών στρωμάτων που σηκώνουν το βάρος του προβλήματος. Διερωτώμενος μάλιστα τι θα συνέβαινε αν οι μετανάστες κατέκλυζαν τις πλατείες Εκάλης, Φιλοθέης ή Ψυχικού. Ξεκαθάρισε εξάλλου ότι, αν δεν υπάρχουν περιθώρια γενικής κυβερνητικής συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, δεν πρέπει να σηκώνονται τείχη με τον κόσμο του. Καταδίκασε τη συνεργασία με τη δεξιά και το ΠΑΣΟΚ στα ΑΕΙ, τόνισε όμως την ανάγκη κινητοποίησης των μεγάλων δυνάμεων της αριστεράς στα πανεπιστήμια για να εκπονήσουν ένα πρόγραμμα αναγέννησης ενός δημόσιου πανεπιστημίου (που η κοινή γνώμη γνωρίζει ότι έχει γίνει μπάχαλο).
Στελέχη του ΣΥΝ αντιτείνουν ότι ο προσωπικός τρόπος που επέλεξε ο κ. Αλαβάνος για να εκφραστεί σε ένα τόσο σημαντικό θέμα όπως η τουρκική ένταξη, χωρίς προηγούμενη συνεννόηση, είναι εσφαλμένος και αναποτελεσματικός. Μόνο που το ίδιο κάνουν όλοι! Τυπικά δημοκρατικό, το οργανωτικό πλαίσιο του ΣΥΝ και το πλαίσιο ομοφωνίας του ΣΥΡΙΖΑ, διαιωνίζουν λειτουργία καρτέλ, εξορίζοντας την πολιτική. Η Επιτροπή Προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ απέτρεψε επί ένα χρόνο οποιαδήποτε συζήτηση για την εξωτερική πολιτική με το επιχείρημα «θα σκοτωθούμε», που ενδιαφέρει τα μέλη της, όχι όμως την κοινωνία, που χρειάζεται κάποιο λόγο για να προτιμήσει ένα κόμμα! Ρηξικέλευθες προτάσεις, όπως η υπαγωγή του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου στο ΙΚΑ για την αντιμετώπιση του ασφαλιστικού, ή η ανάγκη αντιμετώπισης μορφών εκμετάλλευσης που προσιδιάζουν στην «κλεπτοκρατική», «παραοικονομούσα» φύση του ελληνικού καπιταλισμού, προκάλεσαν επίσης μέγα «φόβο» και «αλλεργία»! Στο τέλος πρόλαβε τον ΣΥΡΙΖΑ ο ΣΥΝ, εκδίδοντας ένα πρόγραμμα τριακοσίων σελίδων που δεν διάβασαν ούτε οι συγγραφείς του.
Προ διετίας, χιλιάδες αριστεροί, που δεν ήθελαν να γίνουν μέλη του ΣΥΝ ή των συνιστωσών, κατά τεκμήριο συχνά «υγιέστεροι» των ισοβίων στελεχών, βγήκαν από την αδράνειά τους και πλησίασαν αυθορμήτως τον ΣΥΡΙΖΑ, θυμίζοντας τηρουμένων των αναλογιών, την αυτοοργάνωση του ΠΑΣΟΚ το 1974, δίνοντάς του την ευκαιρία να μετατραπεί σε δημοκρατικό κίνημα με μέλη που εκλέγουν τους ηγέτες του και αποφασίζουν την πολιτική του. Τρομοκρατημένη, η ηγεσία τους έστειλε από κει πούρθαν! Ακόμη και σήμερα, δεν θέλουν οι περισσότεροι να ακούσουν ούτε καν για την «κόκκινη» κάρτα μέλους, που παραστατικά έβγαλε από την τσέπη του ο Αλέκος Αλαβάνος στην σύσκεψη. ‘Οπως λέει ο Περικλής Κοροβέσης «είμαι κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ αλλά δεν είμαι μέλος του και δεν ξέρω ποιό όργανο παράγει την πολιτική γραμμή». Η λειτουργία αλά καρτέλ μοιάζει να έχει πλεονεκτήματα, κυρίως στις ανοδικές περιόδους, όταν οι συμμετέχοντες μοιράζονται κέρδη και απαλάσσονται από την υποχρέωση παραγωγής ιδεών και πολιτικής, εμποδίζει όμως τη δημοκρατική επίλυση των κρίσεων, όταν τα πράγματα πάνε άσχημα, όπως σήμερα! Θα κινδυνεύσουν δε να γίνουν χειρότερα, καθώς η κοινή γνώμη θα έλκεται όλο και περισσότερο, προβλέπουν στελέχη της αριστεράς, από το ΛΑΟΣ για κράτος και έθνος, από το ΠΑΣΟΚ ως μόνο διαθέσιμο υποψήφιο άμεσης βελτίωσης της κοινωνικής κατάστασης, απειλώντας ίσως και την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση της αριστεράς!
Μπορεί τα στελέχη της να υποστηρίζουν ότι ο «δικομματισμός» δεν έχει καλύτερες προτάσεις από τους ίδιους, τα δύο κόμματα εξουσίας δεν ψηφίζονται όμως για τα προγράμματά τους που ουδέποτε εφαρμόζουν, αλλά ως αναγκαστικές επιλογές καλύτερου (ή λιγότερου επιβλαβούς) διαχειριστή. Σε αυτό το επίπεδο δεν μπορούν να τους ανταγωνισθούν μικρά κόμματα, η μόνη ελπίδα των οποίων είναι να εμφανισθούν, εν μέσω βαθιάς κρίσης, ως φορείς επανεισαγωγής της πολιτικής στη δημόσια ζωή και σοβαρών ιδεών εξόδου από την κρίση.
Ορισμένοι εκφράζουν φόβους και για την συνοχή εν τέλει του ΣΥΡΙΖΑ. Κανονικά, η αλληλεγγύη των προερχομένων από το ΚΚΕ στελεχών του «Αριστερού Ρεύματος», αλλά και η τριχοτόμηση του ΣΥΝ μεταξύ Αλαβάνου, Τσίπρα και ανανεωτικών, με δεδομένες τις μεγάλες πολιτικές διαφορές των δύο τελευταίων πόλων καθιστούν δύσκολη μια διάσπαση, εκτός αν Τσίπρας και ανανεωτικοί παραμερίσουν προσωρινά τις διαφορές τους, για να πάνε σε σχήμα συνεργασίας με τους Οικολόγους, που για τους μεν θα είναι πρώτος σταθμός προς το ΠΑΣΟΚ, για τους δε τρόπος «απαλλαγής» από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλαβάνο. Πολλά θα εξαρτηθούν από τις προσωπικές σχέσεις Αλαβάνου-Τσίπρα, που παραμένουν σε πολύ άσχημο σημείο, και μπορεί να γίνουν πηγή μεγάλης αστάθειας, αφού ο κ. Αλαβάνος είναι ιεραρχικά «ανώτερος» του κ.Τσίπρα στον ΣΥΡΙΖΑ και «κατώτερος» στον ΣΥΝ.
Για τον Αλέξη Τσίπρα, οι επόμενοι μήνες θα είναι καθοριστικοί για το πολιτικό του μέλλον. Μόνο τιθασσεύοντας τα προσωπικά του αισθήματα, πολιτικοποιώντας το διάβημά του, διερύνοντας το «μήνυμά» του πέραν του συγκεκριμένου νεολαιίστικου στρώματος και της εποχής που εκπροσωπεί, θα συμβάλει στην υπέρβαση της κρίσης που μαστίζει τον σχηματισμό του. Δεν υπάρχουν σήμερα αισιόδοξοι στην αριστερά – οι κρίσεις είναι όμως, ενίοτε, και τρόπος να γεννηθεί το αναγκαίο.
1-9-2009
Μια ιδιότυπη, «έμμεση» σύγκρουση γύρω από τα «εθνικά», είναι η τελευταία εκδήλωση της πολυεπίπεδης διαμάχης που συνεχίζεται στον ΣΥΡΙΖΑ, αναφορικά με την πολιτική κατεύθυνση και την οργανωτική συγκρότηση του σχηματισμού της «ριζοσπαστικής αριστεράς». «Ανανεωτικοί» και εκπρόσωποι της (ελάχιστης, αλλά υπερεκπροσωπούμενης δημόσιας) «αντιεθνικιστικής αριστεράς» έσπευσαν να επικρίνουν την πρόσφατη δήλωση του Πρόεδρου της ΚΟ Αλέκου Αλαβάνου για πάγωμα της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας. Ο «ανανεωτικός» κ. Μπαλάφας προειδοποίησε (ποιόν;) εναντίον της «όξυνσης» στα ελληνοτουρκικά. Ακόμα οξύτερος, ο «αντιεθνικιστής» κ. Θεοδωρίδης απέδωσε στην ΕΟΚΑ Β’ τις συγκρούσεις του 1963-64, πολλά χρόνια προτού ιδρυθεί (!), στον «ελληνικό εθνικισμό» το κυπριακό, κατηγόρησε την Ελλάδα ότι επεκτάθηκε οκτώ φορές εις βάρος της Τουρκίας μετά το 1830 και ως φαντασιόπληκτους όσους βλέπουν τουρκική απειλή.
Οι αντιδράσεις αυτές δεν φάνηκαν να πτοούν την ηγεσία της αριστεράς, που γνωρίζει άλλωστε ότι διαθέτει στο θέμα αυτό την υποστήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας της βάσης της και ενίοτε σαρκάζει κατ’ ιδίαν την «αντιεθνικιστική» ως «αμερικανική αριστερά». Αλλά δεν ήθελε μέχρι τώρα να διαταράξει τις «λεπτές ισορροπίες» των στελεχών. Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος Παναγιώτης Λαφαζάνης προχώρησε σε μπαράζ ερωτήσεων προς την Κυρία Μπακογιάννη. Ζητά μεταξύ άλλων να πληροφορηθεί τι ακριβώς συζητείται στους 42 γύρους ελληνοτουρκικών συνομιλιών για το Αιγαίο, διαμαρτύρεται για την επέκταση των «διευκολύνσεων» στη Σούδα, ζητάει το άνοιγμα του φακέλλου της Κύπρου, που «πάγωσε» για να μη «διαταραχθούν» οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις.
Αλαβάνος, Λαφαζάνης και μια ομάδα ηγετικών στελεχών της αριστεράς μοιάζουν πήραν μερικά τουλάχιστον από τα «μηνύματα» των τελευταίων εκλογών, αλλά και να ανησυχούν έντονα για την πιθανότητα σημαντικής ενίσχυσης της ακροδεξιάς, στο μέτρο που εμφανίζεται να εκφράζει αποφασιστικά την ανάγκη κράτους και προάσπισης των εθνικών συμφερόντων. Σημαντική μερίδα του ελληνικού λαού υποφέρει όχι μόνο από το κράτος, αλλά περισσότερο από την έλλειψή του. Μια μεγάλη πλειοψηφία Ελλήνων εκτιμά επίσης ότι παρατράβηξε η ιστορία με την Τουρκία.
Πανευρωπαϊκά, η αριστερά, σε όλες τις εκδοχές της, μοιάζει να πληρώνει σοβαρό κόστος για τον τρόπο που αντιμετωπίζει το φαινόμενο «έθνος» και «έθνος-κράτος», όπως και την ευκολία με την οποία προσχώρησε στα ιδεολογήματα της παγκοσμιοποίησης, ταυτίζοντας τον εθνισμό με τον εθνικισμό. Το «έθνος-κράτος» παραμένει για τους πολίτες το μόνο αναγνωρίσιμο πλαίσιο σχετικής προστασίας και άσκησης δημοκρατικού ελέγχου της εξουσίας. Γίνεται ακόμα σημαντικότερο σε συνθήκες βαθιάς κρίσης της οικονομίας και της ΕΕ. Σε Ελλάδα/Κύπρο, που αντιμετωπίζουν απτή απειλή/κατοχή από ξένη χώρα, το τίμημα για την αριστερά και την κεντροαριστερά μπορεί να είναι απείρως μεγαλύτερο. Και οι ασκήσεις βομβαρδισμού του Αγαθονησίου δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αυταπατών!
Εξάλλου, είναι σαφής η προσπάθεια του κ. Αλαβάνου να πάρει αποστάσεις και από απόψεις «όχι σύνορα για τους εργάτες», που ακούγονται ενίοτε στην αριστερά, βοηθώντας τους αντιπάλους της να της φορτώσουν ευθύνες για προβλήματα που μόνο αυτή δεν δημιούργησε! Στην πρόσφατη πανελλαδική σύσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ, εξέφρασε την ανάγκη συμπαράστασης και αλληλεγγύης προς μία από τις πλέον καταπιεζόμενες ομάδες κατοίκων της Ελλάδας, που έχουν γίνει και σημαντικό μέρος της εργατικής τάξης της, στερημένο πρακτικά από κάθε δικαίωμα, ταυτόχρονα όμως τόνισε και τη σημασία να προσεχθούν τα προβλήματα των φτωχών, λαϊκών στρωμάτων που σηκώνουν το βάρος του προβλήματος. Διερωτώμενος μάλιστα τι θα συνέβαινε αν οι μετανάστες κατέκλυζαν τις πλατείες Εκάλης, Φιλοθέης ή Ψυχικού. Ξεκαθάρισε εξάλλου ότι, αν δεν υπάρχουν περιθώρια γενικής κυβερνητικής συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, δεν πρέπει να σηκώνονται τείχη με τον κόσμο του. Καταδίκασε τη συνεργασία με τη δεξιά και το ΠΑΣΟΚ στα ΑΕΙ, τόνισε όμως την ανάγκη κινητοποίησης των μεγάλων δυνάμεων της αριστεράς στα πανεπιστήμια για να εκπονήσουν ένα πρόγραμμα αναγέννησης ενός δημόσιου πανεπιστημίου (που η κοινή γνώμη γνωρίζει ότι έχει γίνει μπάχαλο).
Στελέχη του ΣΥΝ αντιτείνουν ότι ο προσωπικός τρόπος που επέλεξε ο κ. Αλαβάνος για να εκφραστεί σε ένα τόσο σημαντικό θέμα όπως η τουρκική ένταξη, χωρίς προηγούμενη συνεννόηση, είναι εσφαλμένος και αναποτελεσματικός. Μόνο που το ίδιο κάνουν όλοι! Τυπικά δημοκρατικό, το οργανωτικό πλαίσιο του ΣΥΝ και το πλαίσιο ομοφωνίας του ΣΥΡΙΖΑ, διαιωνίζουν λειτουργία καρτέλ, εξορίζοντας την πολιτική. Η Επιτροπή Προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ απέτρεψε επί ένα χρόνο οποιαδήποτε συζήτηση για την εξωτερική πολιτική με το επιχείρημα «θα σκοτωθούμε», που ενδιαφέρει τα μέλη της, όχι όμως την κοινωνία, που χρειάζεται κάποιο λόγο για να προτιμήσει ένα κόμμα! Ρηξικέλευθες προτάσεις, όπως η υπαγωγή του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου στο ΙΚΑ για την αντιμετώπιση του ασφαλιστικού, ή η ανάγκη αντιμετώπισης μορφών εκμετάλλευσης που προσιδιάζουν στην «κλεπτοκρατική», «παραοικονομούσα» φύση του ελληνικού καπιταλισμού, προκάλεσαν επίσης μέγα «φόβο» και «αλλεργία»! Στο τέλος πρόλαβε τον ΣΥΡΙΖΑ ο ΣΥΝ, εκδίδοντας ένα πρόγραμμα τριακοσίων σελίδων που δεν διάβασαν ούτε οι συγγραφείς του.
Προ διετίας, χιλιάδες αριστεροί, που δεν ήθελαν να γίνουν μέλη του ΣΥΝ ή των συνιστωσών, κατά τεκμήριο συχνά «υγιέστεροι» των ισοβίων στελεχών, βγήκαν από την αδράνειά τους και πλησίασαν αυθορμήτως τον ΣΥΡΙΖΑ, θυμίζοντας τηρουμένων των αναλογιών, την αυτοοργάνωση του ΠΑΣΟΚ το 1974, δίνοντάς του την ευκαιρία να μετατραπεί σε δημοκρατικό κίνημα με μέλη που εκλέγουν τους ηγέτες του και αποφασίζουν την πολιτική του. Τρομοκρατημένη, η ηγεσία τους έστειλε από κει πούρθαν! Ακόμη και σήμερα, δεν θέλουν οι περισσότεροι να ακούσουν ούτε καν για την «κόκκινη» κάρτα μέλους, που παραστατικά έβγαλε από την τσέπη του ο Αλέκος Αλαβάνος στην σύσκεψη. ‘Οπως λέει ο Περικλής Κοροβέσης «είμαι κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ αλλά δεν είμαι μέλος του και δεν ξέρω ποιό όργανο παράγει την πολιτική γραμμή». Η λειτουργία αλά καρτέλ μοιάζει να έχει πλεονεκτήματα, κυρίως στις ανοδικές περιόδους, όταν οι συμμετέχοντες μοιράζονται κέρδη και απαλάσσονται από την υποχρέωση παραγωγής ιδεών και πολιτικής, εμποδίζει όμως τη δημοκρατική επίλυση των κρίσεων, όταν τα πράγματα πάνε άσχημα, όπως σήμερα! Θα κινδυνεύσουν δε να γίνουν χειρότερα, καθώς η κοινή γνώμη θα έλκεται όλο και περισσότερο, προβλέπουν στελέχη της αριστεράς, από το ΛΑΟΣ για κράτος και έθνος, από το ΠΑΣΟΚ ως μόνο διαθέσιμο υποψήφιο άμεσης βελτίωσης της κοινωνικής κατάστασης, απειλώντας ίσως και την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση της αριστεράς!
Μπορεί τα στελέχη της να υποστηρίζουν ότι ο «δικομματισμός» δεν έχει καλύτερες προτάσεις από τους ίδιους, τα δύο κόμματα εξουσίας δεν ψηφίζονται όμως για τα προγράμματά τους που ουδέποτε εφαρμόζουν, αλλά ως αναγκαστικές επιλογές καλύτερου (ή λιγότερου επιβλαβούς) διαχειριστή. Σε αυτό το επίπεδο δεν μπορούν να τους ανταγωνισθούν μικρά κόμματα, η μόνη ελπίδα των οποίων είναι να εμφανισθούν, εν μέσω βαθιάς κρίσης, ως φορείς επανεισαγωγής της πολιτικής στη δημόσια ζωή και σοβαρών ιδεών εξόδου από την κρίση.
Ορισμένοι εκφράζουν φόβους και για την συνοχή εν τέλει του ΣΥΡΙΖΑ. Κανονικά, η αλληλεγγύη των προερχομένων από το ΚΚΕ στελεχών του «Αριστερού Ρεύματος», αλλά και η τριχοτόμηση του ΣΥΝ μεταξύ Αλαβάνου, Τσίπρα και ανανεωτικών, με δεδομένες τις μεγάλες πολιτικές διαφορές των δύο τελευταίων πόλων καθιστούν δύσκολη μια διάσπαση, εκτός αν Τσίπρας και ανανεωτικοί παραμερίσουν προσωρινά τις διαφορές τους, για να πάνε σε σχήμα συνεργασίας με τους Οικολόγους, που για τους μεν θα είναι πρώτος σταθμός προς το ΠΑΣΟΚ, για τους δε τρόπος «απαλλαγής» από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλαβάνο. Πολλά θα εξαρτηθούν από τις προσωπικές σχέσεις Αλαβάνου-Τσίπρα, που παραμένουν σε πολύ άσχημο σημείο, και μπορεί να γίνουν πηγή μεγάλης αστάθειας, αφού ο κ. Αλαβάνος είναι ιεραρχικά «ανώτερος» του κ.Τσίπρα στον ΣΥΡΙΖΑ και «κατώτερος» στον ΣΥΝ.
Για τον Αλέξη Τσίπρα, οι επόμενοι μήνες θα είναι καθοριστικοί για το πολιτικό του μέλλον. Μόνο τιθασσεύοντας τα προσωπικά του αισθήματα, πολιτικοποιώντας το διάβημά του, διερύνοντας το «μήνυμά» του πέραν του συγκεκριμένου νεολαιίστικου στρώματος και της εποχής που εκπροσωπεί, θα συμβάλει στην υπέρβαση της κρίσης που μαστίζει τον σχηματισμό του. Δεν υπάρχουν σήμερα αισιόδοξοι στην αριστερά – οι κρίσεις είναι όμως, ενίοτε, και τρόπος να γεννηθεί το αναγκαίο.
1-9-2009
Δευτέρα 3 Αυγούστου 2009
"Η λύση που προωθείται στο Κυπριακό θα βλάψει εξίσου την Ελλάδα και την Κύπρο"
Συνέντευξη του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου στην εφημερίδα "Αριστερά!" (http://www.koel.gr/) τ. 272, 31-7-09
Ερ. Πριν λίγο καιρό παρουσιάσατε στην Κύπρο το βιβλίο σας «Η Κύπρος σε παγίδα». Πως το υποδέχθηκε η κυπριακή κοινή γνώμη;
Απ. Η κυπριακή κοινή γνώμη, όπως και η κοινή γνώμη της Ελλάδας είναι περισσότερο υποψιασμένη από τους πολιτικούς της. ‘Oσο προχωράει η συζήτηση για τα διακυβεύματα στην Κύπρο, τόσο περισσότερο οξύνεται μια αίσθηση ανησυχίας για το τι θα βγει από τις συνομιλίες της Λευκωσίας, για τη βάση αυτών των συνομιλιών, μια βάση που, αν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις, δεν βρίσκει σύμφωνο τον κυπριακό λαό και εγείρει και ένα ουσιαστικό ζήτημα δημοκρατίας, γιατί ο κ. Χριστόφιας εξελέγη για να κυβερνήσει το κράτος, όχι για να το αλλάξει. Πρόεδρος είναι όχι συντακτική ή αναθεωρητική συνέλευση και νομίζω καλό θα ήταν και για τον ίδιο να προκηρύξει ένα δημοψήφισμα για να αποφασίσουν οι Ελληνοκύπριοι τι είδους λύση θέλουν.
‘Οσο για την Ελλάδα, τείνουμε να αποδεχθούμε ότι το ζήτημα αυτό αφορά μόνο την Κύπρο, υπάρχει και μια αίσθηση κόπωσης, και μια προσπάθεια των πολιτικών δυνάμεων να φορτώσουν στον Χριστόφια μια λύση που γνωρίζουν ότι δεν θα είναι καλή. Στην πραγματικότητα όμως ότι συμφωνηθεί στην Κύπρο θα έχει κολοσσιαίες συνέπειες για την Ελλάδα. Αν συμφωνηθεί στην Κύπρο μη βιώσιμη λύση, τότε οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές για τον ελληνικό λαό στο σύνολό του, ιδιαίτερα για την αριστερά και κεντροαριστερά αν επωμισθούν την ευθύνη τέτοιων λύσεων. Θα υποστούν αυτό που υπέστη η ελληνική Δεξιά μετά το 1960 και το 1974, όταν οι συνθήκες της Ζυρίχης και η όλη πολιτική της οδήγησε στην τραγωδία της τουρκικής εισβολής.
Ερ. Τι σας ανησυχεί στη βάση των διαπραγματεύσεων;
Απ. Το πρώτο που με ανησυχεί είναι η υποχρεωτική εναλλαγή ‘Ελληνα και Τούρκου Προέδρου, που είναι μάλιστα πρόταση Χριστόφια. Κανένα κράτος δεν μπορεί να λειτουργήσει έτσι. Ο Πρόεδρος του κράτους πρέπει να εκφράζει την ενότητα του κράτους και του λαού, το σύνολο των πολιτών, ανεξαρτήτως εθνότητος ή θρησκεύματος. Είναι στοιχειώδες. Φανταστείτε π.χ. αν το 1963 ή το 1974, στις κρίσεις, ήταν Τούρκος Πρόεδρος αντί για τον Μακάριο. Θα έπαιρνε το κράτος, αφού θα ήταν ο νόμιμα διεθνώς αναγνωρισμένος Πρόεδρος και θα το εκπροσωπούσε διεθνώς. Δεν αντιλαμβάνομαι επίσης τη στάθμιση των ψήφων ανάλογα με την εθνότητα. Το ΑΚΕΛ λέει ότι είναι αριστερό. Είναι δυνατόν ένας αριστερός να συμφωνεί να μετράνε περισσότερο οι τουρκικές από τις ελληνικές ψήφους; Υπάρχουν διακόσια κράτη στον κόσμο με μειονότητες. ‘Εχουν εφαρμοσθεί πουθενά τέτοιες εξωφρενικές ρυθμίσεις; ‘Οσως μόνο στον Λίβανο, με τα αποτελέσματα που νωρίζουμε.
Η δική μου κριτική και στο σχέδιο Ανάν και στις σημερινές προτάσεις Χριστόφια, δεν είναι ότι δίνουν πολλά στους Τούρκους και λίγα σους Έλληνες. Αυτό έχει σημασία, γιατί μια λύση για να λειτουργήσει πρέπει νάχει το στοιχείο της δικαιοσύνης. Το κύριο πρόβλημα όμως είναι ότι συζητάνε πράγματα που θα αποδειχθούν μη βιώσιμα και θα κινδυνεύσουν να οδηγήσουν σε συρράξεις και μεταξύ Ελληνοκυπρίων και μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, με ότι συνεπάγεται αυτό για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αντί να λύσουν το κυπριακό, θα το ξανανοίξουν με πολύ χειρότερους όρους τόσο για τους Ελληνοκύπριους, που είναι αδερφέ το 80% του πληθυσμού, κοντεύουμε να ντρεπόμαστε να το πούμε, όσο και για το σύνολο του ελληνικού λαού.
Ερ. Ποια θεωρείτε βιώσιμη λύση;
Απ. ‘Οπως αντιλαμβάνεσθε, το αν και ποιά λύση θα βρεθεί δεν εξαρτάται μόνο από μία πλευρά. Κατά τη γνώμη μου, μια λύση για να είναι βιώσιμη, για να οδηγεί δηλαδή σε ειρήνη και όχι σε πόλεμο, θα πρέπει να διατηρεί τους Ελληνοκύπριους υπό προστασία κανονικού κράτους. Βεβαίως μπορεί κάποιος να κάνει μία εισβολή σε ένα κράτος ανεξάρτητο κλπ. Αλλά πολιτικά αυτό είναι πολύ δύσκολο εγχείρημα. Είναι τελείως διαφορετικό το κράτος να έχει στο εσωτερικό του, στο σύνταγμά του και στις διεθνείς συνθήκες που έχει υπογράψει, το σπέρμα αδιεξόδων που μπορούν να προκαλέσουν εθνοτική διαμάχη ή ξένη επέμβαση ή να συνομολογήσει το ίδιο δικαίωμα τρίτων να επέμβουν. Γιατί η «λύση» που δόθηκε στο κυπριακό πρόβλημα το 1960 κατέρρευσε με πόλεμο; Για δύο λόγους. Ο ένας ήταν ότι το σύνταγμά αυτό, όπως λένε και οι πιο διαπρεπείς άγγλοι συνταγματολόγοι ήταν απολύτως ανεφάρμοστο γιατί παραχωρούσε στη μειονότητα βέτο σε κάθε ζήτημα. Και δεύτερον διότι με τις συνθήκες εγγυήσεως και συμμαχίας που υπεγράφησαν στη Ζυρίχη και στο Λονδίνο, η Τουρκία είχε δικαίωμα επέμβασης στην Κύπρο. Μπορεί να έκανε κατάχρηση του δικαιώματος αυτού. Αλλά αν δεν υπήρχε το δικαίωμα θα ήταν πολιτικά πολύ δυσκολότερη μία εισβολή.
Κανονικό κράτος σημαίνει ότι δικαίωμα αποφάσεων επί του πληθυσμού έχουν μόνο οι εκλεγμένοι εκπρόσωποί του. Αυτό καταργούσε το σχέδιο Ανάν, που υπήγαγε την εκτελεστική, δικαστική και νομοθετική εξουσία σε τρεις ξένους δικαστές που θα διόριζε ο Ανάν και θα διόριζαν τους διαδόχους τους! (‘και μαζί καταργούσε τη διάκριση των εξουσιών και την ανεξαρτησία του «κράτους»). Είναι απορίας άξιο μάλιστα πως βρέθηκαν άνθρωποι που λένε ότι ανήκουν στην αριστερά, να συμφωνήσουν με τέτοιες ρυθμίσεις, που απορρίπτει οποιοσδήποτε δημοκράτης. Γιατί καταργούσε τη δημοκρατία το σχέδιο Ανάν; Γιατί στην Κύπρο, λένε, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί η αρχή της ισότητας των πολιτών, ούτε ο ορισμός του Θουκυδίδη για τη δημοκρατία (το των πλειόνων κράτος), επειδή αντιφάσκοιυν προς την ισότητα των κοινοτήτων, δηλαδή την ισότητα μειοψηφίας και πλειοψηφίας. Πρέπει να προστατεύονται οι μειοινότητες, δεν μπορεί όμως εν ονόματι αυτής της προστασίας να καταργείται κάθι ο κανόνας της πλειοωηψίας γιατί ένα τέτοιο καθεστώς ονομάζεται δικτατορία. Το κράτος των συμφωνιών του 60 δεν μπορούσε να λειτουργήσει γιατί προβλεπόταν γενικό βέτο της μειονότητας – τώρα δεν προβλέπουν ούτε καν βέτο για την πλειονότητα! Ο κ. Χριστόφιας επιχειρεί να τετραγωνίσει τον κύκλο, συμβιβάζοντας την ισότητα των πολιτών με την ισότητα μειοψηφίας-πλειοψηφίας και το αποτέλεσμα είναι τερατογέννεση! Εναλλάξ πρόεδρος, σταθμισμένη ψήφος, πάλι ξένος δικαστής, που είχε υποσχεθεί ότι δεν θα υπήρχε, ένας διαδικαστικός δαίδαλος που εγγυάται κατάρρευση εντός έξη μηνών και πάντως αντιπαράθεση, όχι συμφιλίωση κοινοτήτων.
Δεύτερο, όπως κάθε κανονικό κράτος πρέπει να έχει δικαίωμα και μέσα να ασκήσει την κυριαρχία του και να αμυνθεί. Λέει οι κ. Χριστόφιας μία κυριαρχία, αλλά οι προτάσεις προβλέπουν δύο κράτη με δύο αστυνομίες, που θα είναι στην πραγματικότητα μασκαρεμένοι στρατοί, ενώ δεν προβλέπει δικαίωμα και μέσο αυτοάμυνας της Δημοκρατίας. Φτάσαμε στον τραγέλαφο η ελληνική πλευρά, θύμα εισβολής και εθνοκάθαρσης, να ζητάει αποστρατιωτικοποίηση της Κύπρου. Να ζητάει δηλαδή την κατάργηση του δικαιώματός της να αμυνθεί. Σε αυτό το είδος ραγιαδισμού και υποτέλειας έχουμε φτάσει και δυστυχώς υπάρχουν και δυνάμεις που αυτοκαλούνται αριστερές και έχουν συμφωνήσει με τέτοιες ρυθμίσεις. Χωρίς μάλιστα να θέτουν το ζήτημα του βρετανικού στρατού που θα παραμείνει στο υποτίθεται αποστρατιωτικοποιημένο νησί. Ο κ. Χριστόφιας πήγε μετά την εκλογή του στο Λονδίνο και υπέγραψε μνημόνιο που διαιωνίζει την κυριαρχία των Βάσεων και αναγνωρίζει τις συνθήκες Λονδίνου και Ζυρίχης, που δεν ενέκρινε ποτέ ο κυπριακός λαός! Μην έχοντας κοινά σχολειά και κοινό στρατό, με διαφορετική ιστορική συνείδηση και με δαιδαλώδη λαβύρινθο συντάγματος και νόμων, όπου τα πάντα θα αποφασίζονται επί τη βάσει της εθνότητας, λες και είμαστε στη Νότιο Αφρική, είναι προφανές ότι ‘Ελληνες και Τούρκοι δεν θα συμφιλωθούν ποτέ. Αυτή η λύση είναι μετααποικιακή, θέλει να διαιωνίσει την αντιπαράθεση για να επιτρέψει στον αποικιοκράτη, Βρετανία και ΗΠΑ, να διαφεντεύουν το νησί ως επιδιαιτητές. Και φυσικά τέτοιες λύσεις έχουν τόση σχέση με την αριστερά, όση και ο φάντης με το ρετσινόλαδο.
Θα πουν βέβαια οι φίλοι του ΑΚΕΛ ότι, τι να κάνουμε, εδώ που φτάσαμε, πρέπει να κάνουμε οδυνηρό συμβιβασμό, να τελειώνουμε. Σύμφωνοι, άμα ο κυπριακός λαός και ο ελληνικός λαός το θέλουν, ας τον κάνουν τον συμβιβασμό, όχι όμως συνθηκολόγηση. Ας κάνουν σκόντο στις αρχές αυτές στη ζώνη που θα αποφασίσουν να δώσουν στους Τουρκοκύπριους. ‘Οχι όμως στην ελληνοκυπριακή. Το ξαναλέω ακόμα μια φορά. Αν αναγνωριστεί σε τρίτους, ξένους δικαστές, ξένες χώρες, εναλλάξ προέδρους, οποιονδήποτε πέραν των αιρετών εκπροσώπων, δικαίωμα επέμβασης και στερηθούν οι Ελληνοκύπριοι από το δικαίωμα και το μέσο της κυριαρχίας και της αυτοάμυνας, τότε, αργά ή γρήγορα, ο πληθυσμός θα έρθει σε σύγκρουση με αυτούς που θάχουν νόμιμο πλέον δικαίωμα να ασκούν κυριαρχία πάνω του. Δεν έχουν μεταβληθεί οι Κύπριοι, η Τουρκία, οι ΗΠΑ και η Βρετανία σε αγγέλους.
Σήμερα υπάρχει μια ισορροπία στην Κύπρο ανάμεσα στην ισχύ της Τουρκίας και των αποικιακών δυνάμεων από τη μια και τη δύναμη του δικαίου της πλειοψηφίας από την άλλη. Αν καταργήσουν οι Ελληνοκύπριοι με την ψήφο τους τα αυτονόητα δικαιώματά τους θα καταστρέψουν αυτή την ισορροπία και αυτό θα δημιουργήσει μια ανισορροπία που είναι βασική προϋπόθεση πολέμου. Επιπλέον οι Ελληνοκύπριοι είναι μαθημένοι να ζουν σε σχετικά κανονικό κράτος, θα υπάρξει λοιπόν μια μερίδα του πληθυσμού που θα αντιδράσει σε τέτοιο σχέδιο και μπορεί να ξανάχουμε τα καλά της περιόδου 1972-1974!
Οι συνέπειες τέτοιοιων τυχοδιωκτισμών δεν θα περιορισθούν στην Κύπρο, που είναι πολύ μεγάλη για να γίνει ειρηνικά ‘Ιμβρος ή Τένεδος. Η Ελλάδα θα γίνει όμηρος μιας κακής λύσης, γιατί θα βασίζεται στην καλή θέληση της ‘Αγκυρας και των δυτικών, να μην πάθουν τίποτα οι Ελληνοκύπριοι. ‘Οχι συμφωνίες για αγωγούς με τον Πούτιν, ούτε την κυριαρχία της στο Αιγαίο και τη Θράκη δεν θα μπορεί να ασκήσει!
Ερ. Μιλώντας για την αριστερά, πως βλέπετε την στάση της στο ζήτημα;
Απ. Η ισότητα είναι στο κέντρο της αριστερής ιδεολογίας. Δεν μπορεί ένας αριστερός να δέχεται ότι η ψήφος του ‘Ελληνα και η ψήφος του Τούρκου θα μετράνε διαφορετικά, ούτε θα ζητήσουμε συγγνώμη γιατί οι ‘Ελληνες είναι 80% του πληθυσμού! Σας θυμίζω εδώ τη θέση του Λένιν, που τάχθηκε υπέρ της αυτοδιάθεσης των εθνών μέχρι και του κρατικού αποχωρισμού: «Πάλη ενάντια στα προνόμια και τη βία του έθνους που καταπιέζει, καμία ανοχή της επιδίωξης προνομίων από το καταπιεζόμενο έθνος». Αυτή είναι η αριστερή άποψη που εμπεδώνει τη δικαιοσύνη, δημιουργεί δυνατότητες όσμωσης των εθνικών ομάδων, υπέρβασης και όχι διαιώνισης του εθνικού ανταγωνισμού.
Ο κ. Χριστόφιας επισημαίνει συχνά τις ευθύνες των εθνικιστών, των σωβινιστών, της ΕΟΚΑ Β΄ κλπ. Ωραία όλα αυτά, αλλά δεν πρέπει να τα βάζουμε μόνο με τα συμπτώματα, πρέπει να βλέπουμε και τα αίτια. Το αίτιο της ανάπτυξης του εθνικισμού, του σωβινισμού και της ακροδεξιάς στην Κύπρο ήταν ιστορικά η μη εκπλήρωση των θεμιτών εθνικών πόθων των Ελληνοκυπρίων, η ματαίωσή τους, που δημιούργησε το πολιτικό έδαφος για την εκμετάλλευση από την ακροδεξιά και τις ξένες υπηρεσίες. Και να σας πω εδώ και μια υποιψία μου. Βλέπω αυτή την υποιστήριξη προς τη συζητούμενη λύση από κύκλους της σκληρής κυπριακής δεξιάς και ακροδεξιάς. Τι έγιναν αυτοί, φίλοι των Τουρκοκυπρίων; ‘Οχι βέβαια, ούτε να τους μυρίσουν δεν θέλουν. Ενδεχομένως σκέφτονται ότι υποστηρίζοντας τη συζητούμενη λύση κάνουν το χατήρι των Αγγλοαμερικανών, που θέλουν να βγάλουν το κυπριακό από τη μέση της τουρκικής ένταξης, και να δώσουν από τώρα τη μισή ψήφο της Κύπρου στην Τουρκία. Στη συνέχεια, όταν καταρρεύσει η λύση, θα φορτώσουν τις ευθύνες στο ΑΚΕΛ και θα μείνουν εθνικιστικά αφεντικά, με τη συνδρομή των Αγγλοιαμερικανών, στη μισή Κύπρο. Τι βέβαιο πάντως είναι ότι, όχι μόνο στην Κύπρο, και στην Ελλάδα, αν η αριστερά αφήσει το έργο της υπεράσπισης των συμφερόντων του ελληνικού λαού διεθνώς στην άκρα δεξιά, τότε θα προσφέρει ιστορική υπηρεσία και στην ακροδεξιά και στον νεοφασισμό.
Η ηγεμονία της ελληνικής Δεξιάς στην Ελλάδα κατέρρευσε εξαιτίας της πολιτικής της στο κυπριακό. Αν η ελληνική και κυπριακή αριστερά-κεντροαριστερά επωμισθούν ρυθμίσεις που κινδυνεύουν να προκαλέσουν νέα τραγωδία, θα έχουμε ένα 1974 από την ανάποδη! Δεν θα επιβιώσει πολιτικο-ιδεολογικά μια παράταξη αν συμβάλει σε ένα τέτοιο αποτέλεσμα, όπως δεν επεβίωσε το ΚΚΕ από τη συμφωνία της Βάρκιζας ή το ΚΚΣΕ από τη διάλυση της ΕΣΣΔ.
Ελπίζω ότι δεν θα ζήσουμε τέτοιες καταστάσεις. Είμαι πολύ ευχαριστημένος γιατί πριν μερικές μέρες, ο πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέκος Αλαβάνος, που μούκανε μεγάλη τιμή παρουσιάζοντας το βιβλίο μου στην Αθήνα, έσπασε την αφωνία της ριζοσπαστικής αριστεράς στην εξωτερική πολιτική ζητώντας να παγώσει η ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας, που πράγματι έχει φτάσει σε σημεία σουρεαλισμού.
Ερ. Γιατί σουρεαλισμού;
Απ. Γιατί μιλάμε για χώρα που δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, κατέχει στρατιωτικά τμήμα της, παραβιάζει όλες τις αποφάσεις του ΟΗΕ, στέλνει πολεμικά πλοία να δημιουργήσουν επεισόδια στην Πάφο και το Καστελόριζο, κάνει ασκήσεις βομβαρδισμού και φωτογραφίζει ελληνικά νησιά, το Αγαθονήσι, το Φαρμακονήσι, τους Φούρνους, διατηρεί casus belli κατά της Ελλάδος, διατηρεί απέναντι από τη Σάμο και τη Μυτιλήνη τον μεγαλύτερο αποβατικό στόλο στον κόσμο! Και τα θύματα αυτών των πολιτικών δεν περνάει μέρα που να μην πούνε ότι υποστηρίζουν την ένταξή της στην ΕΕ. ‘Οχι γιατί κανείς στην Ελλάδα πιστεύει σε μια τέτοια πολιτική, όχι γιατί οι πολίτες της Ελλάδας και της Κύπρου την υποστηρίζουν στην πλειοψηφία τους, αλλά γιατί αυτό επιθυμεί η Ουάσιγκτον!
Ερ. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ θα βοηθήσει στην επίλυση των διαφορών.
Απ. Και τότε γιατί η Τουρκία έχει αποθρασυνθεί από τότε που η Ελλάδα άλλαξε τη θέση της και αποδέχτηκε την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων; Σε τι βοήθησε αυτό την επίλυση των διαφορών; Χειρότερες τις έκανε! Γιατί η Τουρκία αντελήφθη ότι η ελληνική υποστήριξη στην ένταξή της είναι προϊόν φόβου και υποτέλειας και νομίζω ότι εδώ ο φόβος χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει και οργανώσει την υποτέλεια. Αν η Ελλάδα, και η Ευρώπη εδώ που τα λέμε, σεβόντουσαν τον εαυτό τους θα έθεταν τον τερματισμό της κατοχής και της απειλής ως προαπαιτούμενο οποιασδήποτε ενταξιακής πορείας. Αφού η Τουρκία βλέπει ότι εμείς, η άρχουσα τάξη μας δηλαδή και το πολιτικό προσωπικό μας, δεν διαθέτει αυτοσεβασμό, δεν θα μας σεβαστεί περισσότερο από όσο εμείς τον εαυτό μας! Θα επιδιώξει να μπει με το σύνολο των διεκδικήσεών της στην ‘Ενωση και να επιβάλει την ικανοποίησή των αξιώσεών της μέσα σε αυτή, αφού η ένταξη θα της προσφέρει πολύ μεγαλύτερο πολιτικο-διπλωματικό βάρος.
Λένε βέβαια ότι η ένταξη θα κάνει την Τουρκία δημοκρατία και θα αδυνατίσει τον ρόλο του στρατού. Πρόκειται για σύγχυση αιτίου και αιτιατού. Η δύναμη του στρατού στην Τουρκία αντανακλά διάφορους ιστορικούς, κοινωνικούς και διεθνείς παράγοντες, δεν έχει σχέση όμως κατανάγκην με τον επεκτατισμό. Οι στρατιωτικοί οι μάλλον συντηρητικότεροι στο τουρκικό κατεστημένο, αυτοί που θέλουν λιγότερες περιπέτειες. Με ισχυρούς πολιτικούς πρωθυπουργούς υπήρξαν τα μεγαλύτερα προβλήματα στα ελληοτουρκικά. Ο Ερμπακάν ζητούσε το 1974 την κατάληψη όλης της Κύπρου. Ο Ερντογάν σήμερα διεκδικεί την κληρονομιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, επιδιώκοντας να συνθέσει τη δύναμη εθνικιστικής και ισλαμικής ταυτότητας. Από την αρχαία Αθήνα μέχρι τις ΗΠΑ και τη Βρετανία σήμερα, δημοκρατίες, με τη συμβατική τουλάχιστο έννοια του όρου, ξεκίνησαν τις μεγαλύτερες εισβολές και σφαγές στην ιστορία.
Μήπως άλλωστε η συμμετοχή Ελλάδας και Τουρκίας στο ΝΑΤΟ απέτρεψε τη σύγκρουση στην Κύπρο; Η από κοινού συμμετοχή σε έναν οργανισμό
όπως η ΕΕ δεν εξασφαλίζει την ειρήνη. Η ένταξη όμως της Τουρκίας καθιστά δυσμενέστερο τον συσχετισμό δυνάμεων για την Ελλάδα, Αν σήμερα η Τουρκία δοκιμάσει να επιτεθεί, θα είναι επίθεση κατά ευρωπαϊκής χώρας. Αύριο θα είναι διαμάχη δύο ευρωπαϊκών χωρών.
Κοιτάξτε, εγώ διαφωνώ γενικότερα με την πολιτική της διεύρυνσης της ΕΕ, γιατί η διεύρυνση είναι, μαζί με την αέναη απελευθέρωση των αγορών, κατεξοχήν εργαλείο εμπέδωσης ενός νεοφιλελεύθερου και ατλαντικού οικοδομήματος στην Ευρώπη, μιας «αυτοκρατορίας», όπως την ονόμασε ο Μπαρόζο, ιδεολογικού και οικονομικού παραπληρώματος του ΝΑΤΟ. Οι Ευρωπαίοι πολίτες το καταλαβαίνουν ενστικτωδώς. Δεν το καταλαβαίνει η ευρωπαϊκή αριστερά, δυστυχώς και στην ριζοσπαστική συνιστώσα της, με ελάχιστες εξαιρέσεις όπως ο Λαφονταίν ή ο Φαμπιούς. Αφήνει έτσι ένα τεράστιο πεδίο να το εκμεταλλευθεί η δεξιά και ακροδεξιά. Αυτός ήταν βασικός λόγος που βγήκε ο Σαρκοζί.
Πρέπει να είμαστε σοβαροί. Η ανατολική Ευρώπη μπήκε χωρίς να υπάρχει καμία προϋπόθεση ομαλής ενσωμάτωσης και εναρμόνισης προς τα πάνω των κοινωνικών, των οικολογικών στάνταρ, χώρια του ότι φέρονται ως αμερικανικά προτεκτοράτα. Αν θέλουμε να διαλύσουμε την Ευρώπη ως δυνάμει χειραφετήσιμο και να υπονομεύουσμε το κοινωνικό κράτος της Δυτικής Ευρώπης αυτός είναι ο τρόπος να το κάνουμε. Και γι’ αυτό υποστηρίζουν με τόσο φανατισμό τη διεύρυνση Βρετανία, ΗΠΑ και Ισραήλ, που είναι μια κρυφή υπερδύναμη και θέλει να μπει κι αυτό μετά την Τουρκία. Αλλά τι δουλειά έχει αυτό με την αριστερά; Δεν λέω ότι δεν θα μπορούσε υπό άλλους όρους και άλλες πολιτικές να γίνει διεύρυνση, αλλά αυτό θα προϋπέθετε μία αποσαφήνιση σε προοδευτική κατεύθυνση του ευρωπαϊκού σχεδίου, ριζική αλλαγή του μοντέλου της ΕΕ, σχέδιο Μάρσαλ κλπ. Σήμερα έχουμε ένα αντιδραστικό ευρωπαϊκό σχέδιο, που γίνεται πιο αντιδραστικό με κάθε νέα ένταξη.
Σήμερα γίνεται μια σύγκρουση στην Ευρώπη. Υπάρχουν δυνάμεις που, με τρόπο ασυνεπή βεβαίως, δεδομένης και της ταξικής τους φύσης, τάσσονται υπέρ μιας πιο ανεξάρτητης Ευρώπης. Υπάρχει μια κοινή γνώμη που αντιδρά ενστικτωδώς στη διεύρυνση, που, στο κάτω-κάτω, είναι μια απόφαση που οφείλουν να πάρουν οι λαοί, ανεξαρτήτως του τι πιστεύουμε εμείς. Η Ελλάδα, η αριστερά της, με ποιό στρατόπεδο έχει συμφέρον να συμμαχήσει; Με τους Αγγλοαμερικανούς και την «αυτοκρατορία», ή με όσους, έστω ασυνεπώς, θυμούνται ακόμα την ιδέα της ανεξάρτητης Ευρώπης, ή εκφράζουν την αντίθεση των λαών στη διεύρυνση, που είναι ουσιαστικά αντίσταση στην παγκοσμιοποίηση, ενστικτώδης προσπάθεια προστασίας ενός εθνικού πλαισίου που εξασφαλίζει κάποια δημοκρατία και κοινωνική προστασία;
Ερ. Ένα μεγάλο ζήτημα για την αριστερά σήμερα είναι το πως αντιλαμβάνεται τον διεθνισμό...
Απ. Η λέξη διεθνισμός προϋποθέτει έθνη. Διότι υπάρχει μια θεωρία ότι είναι αυθαίρετα. Μια χονδροειδής αφομοίωση του μαρξισμού λέει ότι όλα είναι παραγωγική βάση, ο καπιταλισμός χρειάζεται φαντασιώσεις, μία από τις οποιίες είναι το ‘έθνος. Αλλά δεν υπήρχε καπιταλισμός στην εποχή του Ηροδότου! Στην Ελλάδα έχουμε πολλά αυθαίρετα, νομίζουμε ότι και οι έννοιες και τα πάντα είναι αυθαίρετα. Αυτός είναι, για όσους ενδιαφέρονται για μαρξιστικές εξηγήσεις, ο πραγματικός τρόπος που το υλικό οικοδόμημα, τα ευρωπαϊκά προγράμματα δηλαδή και η υπόσχεση μιας καλής καριέρας, επηρεάζουν το «εποικοδόμημα», τις ιδέες των επαγγελματιών εξ οφίτσιο διανοουμένων. Για να ξαναγυρίσω στην ερώτηση, διεθνισμός σημαίνει να ενώσουμε τα έθνη, σε συνεργασία και όχι αντιπαράθεση. Για να τοι κάνουμε, πρέπει να λύσουμε δίκαια τις διαφορές τους, όχι να πριμοδοτήσουμε την καταπίεση του ενός από το άλλο. Γιατί οι Έλληνες της Κύπρου να μην έχουν τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται σε όλους τους λαούς, πρέπει μήπως να ζητήσουν συγγνώμη γιατί είναι 80%; Όταν μάλιστα κομμουνιστές δώσανε τη ζωή τους για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα που ήταν μια άσκηση του δικαιώματος για την αυτοδιάθεση. ‘Οταν ο μεγάλος Τούρκος ποιητής και κομμουνιστής Ναζίμ Χικμέτ καλούσε τους συμπατριώτες του να μην αντιτάσσονται στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου.
Υπάρχει και ο «διεθνισμός της αυτοκρατορίας», για τον οποίο κάθε εθνικισμός που αντιτάσσεται, ο ρώσικος, ο σέρβικος, ο ιρανικός, ο παλαιστινιακός είναι κακός, κάθε εθνικισμός που συμμαχεί, ο γεωργιανός π.χ. είναι καλός. Ακούμε πολλά για εθνικισμούς, δεν ακούμε ποτέ τίποτα αμεριικανικό ή βρετανικό εθνικισμός, για εβραϊκό φονταμενταλισμό; Αυτές οι δυνάμεις που επιδιώκουν να χτυπήσουν το έθνος-κράτος για να θεμελιώσουν μία παγκόσμια δικτατορία «των αγορών», ολοκληρωτική «αυτοκρατορία της παγκοσμιοποίησης». Αυτού του είδους η ένωση των εθνών, αυτού του είδους ο «διεθνισμός» είναι βαθιά αντιδραστικός και αντιδημοκρατικός.
Πρέπει να ορίσουμε τις έννοιες. Δεν μπορούμε να εξισώνουμε αποικιοκρέτες και αποικιοκρατούμενους, θύτες και θύματα, καταπιεστές και καταπιεζόμενους. Ιδιαίτερα πρέπει να το κάνουμε σε μία χώρα όπου το επαναστατικό, δημοκρατικό, πληβειακό, κοινωνικό στοιχείο, από τον Κολοκοτρώνη μέχρι το δημοψήφισμα του 2004 στην Κύπρο ήταν αυτό που αντιστάθηκε κυρίως στις ξένες επιβουλές, μια χώρα που της ζητάνε εθνικά επώδυνες και αντιδημοκρατικές ρυθμίσεις και «προσαρμογές» και η άρχουσα τάξη της οποίας είναι χαρακτηριστικά απρόθυμη να την υπερασπιστεί; ‘Η μήπως η αριστερά θα μπορέσει να κάνει προοδευτικότερη πολιτική, αν η Ελλάδα και η Κύπρος γίνουν προτεκτοράτα;
Τα τελευταία χρόνια, λυπάμαι και ντρέπομαι που το λέω, αναπτύχθηκε στη χώρα μας ένα είδος αντιθενικιστικής «αριστεράς», αμερικανικής στην πραγματικότητα «αριστεράς». Ελπίζω ότι πρόκειται περί λάθους και ιδεοληψίας. Αλλά δεν είναι δυνατόν να διαβάζω, σε μια χώρα που η αριστερά της έδωσε ποτάμια αίματος για την υπεράσπισή της, που ηγήθηκε της εθνικής αντίστασης, που υπέστη αποστασία και δικτατορία για να «λυθεί» το κυπριακό, δεν μπορώ να διαβάζω τον Ηρακλείδη, που υποστηρίζει ότι είναι μαθητής του Κύρκου, και διερωτώμαι τι λέει ο Κύρκος για τους μαθητές του, να γράφει ότι δεν βρέθηκε απόδειξη του ρόλου της CIA στο πραξικόπημα κατά του Μακαρίου! Εκπλήσσομαι ακόμα πιο δυσάρεστα βλέποντας την Αυγή, αντί να προβάλει τις δηλώσεις Αλαβάνου, να δημοσιεύει σε περίοπτη θέση ανεκδιήγητο άρθρο ενός Θεοδωρίδη, που λέει ότι η κυπριακή τραγωδία είναι προϊόν του ελληνικού εθνικισμού ή ότι φταίμε γιατί επεκτείναμε το ελληνικό κράτος οκτώ φορές εις βάρος της Τουρκίας μετά το 1830, ή την «πλατφόρμα» Μηλιού, Θεοδωρίδη, Βωβού υπέρ της αναγνώρισης των αποτελεσμάτων της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο! Δεν θα ήθελα να το πω, αλλά είναι βέβαιο ότι δεν είναι καθόλου δυσαρεστημένοι στην αμερικανική πρεσβεία με παρόμοιες θέσεις.
Η ελληνική κοινωνία αντιμετωπίζει σήμερα μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις της μεταπολεμικής ιστορίας της. Κρίση οικονομική, κοινωνική, πολιτική και εθνική. Είναι τέτοια η δύναμη του φαινομένου, τέτοιο το βάθος αυτής της κρίσης, που θα σαρώσει πολιτικές δυνάμεις που δεν έχουν να πουν τίποτα, πέραν ευχολογίων και γενικοτήτων, που θα μπορούσαν να διατυπωθούν με την ίδια ευκολία και προ 30 ετών και μετά 30 χρόνια, που δεν έχουν άποψη για την οικονομία, την κοινωνία, την εξωτερική πολιτική, που δεν έχουν διέξοδο να προτείνουν στον ελληνικό λαό, να απαντήσουν στα πραγματικά ζητήματα που βιώνει και τον ανησυχούν. Αργά ή γρήγορα ο ελληνικός λαός θα αναζητήσει πολιτικές δυνάμεις για να τον βγάλουν από την κρίση. Αν δεν προσφέρει τη διέξοδο η αριστερά, θα βρεθούνε άλλοι. Κι αν η σημερινή ηγεσία της ριζοσπαστικής αριστεράς δεν έχει απαντήσει σε όλα, ας ανοίξει τουλάχιστο τη συζήτηση, στα πλαίσια ενός δημοκρατικά οργανωμένου, από τη βάση στην κορυφή, κινήματος, ας απευθυνθεί στην κοινωνία, αντί να φυλάει καρέκλες και οφίτσια.
Ερ. Πριν λίγο καιρό παρουσιάσατε στην Κύπρο το βιβλίο σας «Η Κύπρος σε παγίδα». Πως το υποδέχθηκε η κυπριακή κοινή γνώμη;
Απ. Η κυπριακή κοινή γνώμη, όπως και η κοινή γνώμη της Ελλάδας είναι περισσότερο υποψιασμένη από τους πολιτικούς της. ‘Oσο προχωράει η συζήτηση για τα διακυβεύματα στην Κύπρο, τόσο περισσότερο οξύνεται μια αίσθηση ανησυχίας για το τι θα βγει από τις συνομιλίες της Λευκωσίας, για τη βάση αυτών των συνομιλιών, μια βάση που, αν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις, δεν βρίσκει σύμφωνο τον κυπριακό λαό και εγείρει και ένα ουσιαστικό ζήτημα δημοκρατίας, γιατί ο κ. Χριστόφιας εξελέγη για να κυβερνήσει το κράτος, όχι για να το αλλάξει. Πρόεδρος είναι όχι συντακτική ή αναθεωρητική συνέλευση και νομίζω καλό θα ήταν και για τον ίδιο να προκηρύξει ένα δημοψήφισμα για να αποφασίσουν οι Ελληνοκύπριοι τι είδους λύση θέλουν.
‘Οσο για την Ελλάδα, τείνουμε να αποδεχθούμε ότι το ζήτημα αυτό αφορά μόνο την Κύπρο, υπάρχει και μια αίσθηση κόπωσης, και μια προσπάθεια των πολιτικών δυνάμεων να φορτώσουν στον Χριστόφια μια λύση που γνωρίζουν ότι δεν θα είναι καλή. Στην πραγματικότητα όμως ότι συμφωνηθεί στην Κύπρο θα έχει κολοσσιαίες συνέπειες για την Ελλάδα. Αν συμφωνηθεί στην Κύπρο μη βιώσιμη λύση, τότε οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές για τον ελληνικό λαό στο σύνολό του, ιδιαίτερα για την αριστερά και κεντροαριστερά αν επωμισθούν την ευθύνη τέτοιων λύσεων. Θα υποστούν αυτό που υπέστη η ελληνική Δεξιά μετά το 1960 και το 1974, όταν οι συνθήκες της Ζυρίχης και η όλη πολιτική της οδήγησε στην τραγωδία της τουρκικής εισβολής.
Ερ. Τι σας ανησυχεί στη βάση των διαπραγματεύσεων;
Απ. Το πρώτο που με ανησυχεί είναι η υποχρεωτική εναλλαγή ‘Ελληνα και Τούρκου Προέδρου, που είναι μάλιστα πρόταση Χριστόφια. Κανένα κράτος δεν μπορεί να λειτουργήσει έτσι. Ο Πρόεδρος του κράτους πρέπει να εκφράζει την ενότητα του κράτους και του λαού, το σύνολο των πολιτών, ανεξαρτήτως εθνότητος ή θρησκεύματος. Είναι στοιχειώδες. Φανταστείτε π.χ. αν το 1963 ή το 1974, στις κρίσεις, ήταν Τούρκος Πρόεδρος αντί για τον Μακάριο. Θα έπαιρνε το κράτος, αφού θα ήταν ο νόμιμα διεθνώς αναγνωρισμένος Πρόεδρος και θα το εκπροσωπούσε διεθνώς. Δεν αντιλαμβάνομαι επίσης τη στάθμιση των ψήφων ανάλογα με την εθνότητα. Το ΑΚΕΛ λέει ότι είναι αριστερό. Είναι δυνατόν ένας αριστερός να συμφωνεί να μετράνε περισσότερο οι τουρκικές από τις ελληνικές ψήφους; Υπάρχουν διακόσια κράτη στον κόσμο με μειονότητες. ‘Εχουν εφαρμοσθεί πουθενά τέτοιες εξωφρενικές ρυθμίσεις; ‘Οσως μόνο στον Λίβανο, με τα αποτελέσματα που νωρίζουμε.
Η δική μου κριτική και στο σχέδιο Ανάν και στις σημερινές προτάσεις Χριστόφια, δεν είναι ότι δίνουν πολλά στους Τούρκους και λίγα σους Έλληνες. Αυτό έχει σημασία, γιατί μια λύση για να λειτουργήσει πρέπει νάχει το στοιχείο της δικαιοσύνης. Το κύριο πρόβλημα όμως είναι ότι συζητάνε πράγματα που θα αποδειχθούν μη βιώσιμα και θα κινδυνεύσουν να οδηγήσουν σε συρράξεις και μεταξύ Ελληνοκυπρίων και μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, με ότι συνεπάγεται αυτό για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αντί να λύσουν το κυπριακό, θα το ξανανοίξουν με πολύ χειρότερους όρους τόσο για τους Ελληνοκύπριους, που είναι αδερφέ το 80% του πληθυσμού, κοντεύουμε να ντρεπόμαστε να το πούμε, όσο και για το σύνολο του ελληνικού λαού.
Ερ. Ποια θεωρείτε βιώσιμη λύση;
Απ. ‘Οπως αντιλαμβάνεσθε, το αν και ποιά λύση θα βρεθεί δεν εξαρτάται μόνο από μία πλευρά. Κατά τη γνώμη μου, μια λύση για να είναι βιώσιμη, για να οδηγεί δηλαδή σε ειρήνη και όχι σε πόλεμο, θα πρέπει να διατηρεί τους Ελληνοκύπριους υπό προστασία κανονικού κράτους. Βεβαίως μπορεί κάποιος να κάνει μία εισβολή σε ένα κράτος ανεξάρτητο κλπ. Αλλά πολιτικά αυτό είναι πολύ δύσκολο εγχείρημα. Είναι τελείως διαφορετικό το κράτος να έχει στο εσωτερικό του, στο σύνταγμά του και στις διεθνείς συνθήκες που έχει υπογράψει, το σπέρμα αδιεξόδων που μπορούν να προκαλέσουν εθνοτική διαμάχη ή ξένη επέμβαση ή να συνομολογήσει το ίδιο δικαίωμα τρίτων να επέμβουν. Γιατί η «λύση» που δόθηκε στο κυπριακό πρόβλημα το 1960 κατέρρευσε με πόλεμο; Για δύο λόγους. Ο ένας ήταν ότι το σύνταγμά αυτό, όπως λένε και οι πιο διαπρεπείς άγγλοι συνταγματολόγοι ήταν απολύτως ανεφάρμοστο γιατί παραχωρούσε στη μειονότητα βέτο σε κάθε ζήτημα. Και δεύτερον διότι με τις συνθήκες εγγυήσεως και συμμαχίας που υπεγράφησαν στη Ζυρίχη και στο Λονδίνο, η Τουρκία είχε δικαίωμα επέμβασης στην Κύπρο. Μπορεί να έκανε κατάχρηση του δικαιώματος αυτού. Αλλά αν δεν υπήρχε το δικαίωμα θα ήταν πολιτικά πολύ δυσκολότερη μία εισβολή.
Κανονικό κράτος σημαίνει ότι δικαίωμα αποφάσεων επί του πληθυσμού έχουν μόνο οι εκλεγμένοι εκπρόσωποί του. Αυτό καταργούσε το σχέδιο Ανάν, που υπήγαγε την εκτελεστική, δικαστική και νομοθετική εξουσία σε τρεις ξένους δικαστές που θα διόριζε ο Ανάν και θα διόριζαν τους διαδόχους τους! (‘και μαζί καταργούσε τη διάκριση των εξουσιών και την ανεξαρτησία του «κράτους»). Είναι απορίας άξιο μάλιστα πως βρέθηκαν άνθρωποι που λένε ότι ανήκουν στην αριστερά, να συμφωνήσουν με τέτοιες ρυθμίσεις, που απορρίπτει οποιοσδήποτε δημοκράτης. Γιατί καταργούσε τη δημοκρατία το σχέδιο Ανάν; Γιατί στην Κύπρο, λένε, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί η αρχή της ισότητας των πολιτών, ούτε ο ορισμός του Θουκυδίδη για τη δημοκρατία (το των πλειόνων κράτος), επειδή αντιφάσκοιυν προς την ισότητα των κοινοτήτων, δηλαδή την ισότητα μειοψηφίας και πλειοψηφίας. Πρέπει να προστατεύονται οι μειοινότητες, δεν μπορεί όμως εν ονόματι αυτής της προστασίας να καταργείται κάθι ο κανόνας της πλειοωηψίας γιατί ένα τέτοιο καθεστώς ονομάζεται δικτατορία. Το κράτος των συμφωνιών του 60 δεν μπορούσε να λειτουργήσει γιατί προβλεπόταν γενικό βέτο της μειονότητας – τώρα δεν προβλέπουν ούτε καν βέτο για την πλειονότητα! Ο κ. Χριστόφιας επιχειρεί να τετραγωνίσει τον κύκλο, συμβιβάζοντας την ισότητα των πολιτών με την ισότητα μειοψηφίας-πλειοψηφίας και το αποτέλεσμα είναι τερατογέννεση! Εναλλάξ πρόεδρος, σταθμισμένη ψήφος, πάλι ξένος δικαστής, που είχε υποσχεθεί ότι δεν θα υπήρχε, ένας διαδικαστικός δαίδαλος που εγγυάται κατάρρευση εντός έξη μηνών και πάντως αντιπαράθεση, όχι συμφιλίωση κοινοτήτων.
Δεύτερο, όπως κάθε κανονικό κράτος πρέπει να έχει δικαίωμα και μέσα να ασκήσει την κυριαρχία του και να αμυνθεί. Λέει οι κ. Χριστόφιας μία κυριαρχία, αλλά οι προτάσεις προβλέπουν δύο κράτη με δύο αστυνομίες, που θα είναι στην πραγματικότητα μασκαρεμένοι στρατοί, ενώ δεν προβλέπει δικαίωμα και μέσο αυτοάμυνας της Δημοκρατίας. Φτάσαμε στον τραγέλαφο η ελληνική πλευρά, θύμα εισβολής και εθνοκάθαρσης, να ζητάει αποστρατιωτικοποίηση της Κύπρου. Να ζητάει δηλαδή την κατάργηση του δικαιώματός της να αμυνθεί. Σε αυτό το είδος ραγιαδισμού και υποτέλειας έχουμε φτάσει και δυστυχώς υπάρχουν και δυνάμεις που αυτοκαλούνται αριστερές και έχουν συμφωνήσει με τέτοιες ρυθμίσεις. Χωρίς μάλιστα να θέτουν το ζήτημα του βρετανικού στρατού που θα παραμείνει στο υποτίθεται αποστρατιωτικοποιημένο νησί. Ο κ. Χριστόφιας πήγε μετά την εκλογή του στο Λονδίνο και υπέγραψε μνημόνιο που διαιωνίζει την κυριαρχία των Βάσεων και αναγνωρίζει τις συνθήκες Λονδίνου και Ζυρίχης, που δεν ενέκρινε ποτέ ο κυπριακός λαός! Μην έχοντας κοινά σχολειά και κοινό στρατό, με διαφορετική ιστορική συνείδηση και με δαιδαλώδη λαβύρινθο συντάγματος και νόμων, όπου τα πάντα θα αποφασίζονται επί τη βάσει της εθνότητας, λες και είμαστε στη Νότιο Αφρική, είναι προφανές ότι ‘Ελληνες και Τούρκοι δεν θα συμφιλωθούν ποτέ. Αυτή η λύση είναι μετααποικιακή, θέλει να διαιωνίσει την αντιπαράθεση για να επιτρέψει στον αποικιοκράτη, Βρετανία και ΗΠΑ, να διαφεντεύουν το νησί ως επιδιαιτητές. Και φυσικά τέτοιες λύσεις έχουν τόση σχέση με την αριστερά, όση και ο φάντης με το ρετσινόλαδο.
Θα πουν βέβαια οι φίλοι του ΑΚΕΛ ότι, τι να κάνουμε, εδώ που φτάσαμε, πρέπει να κάνουμε οδυνηρό συμβιβασμό, να τελειώνουμε. Σύμφωνοι, άμα ο κυπριακός λαός και ο ελληνικός λαός το θέλουν, ας τον κάνουν τον συμβιβασμό, όχι όμως συνθηκολόγηση. Ας κάνουν σκόντο στις αρχές αυτές στη ζώνη που θα αποφασίσουν να δώσουν στους Τουρκοκύπριους. ‘Οχι όμως στην ελληνοκυπριακή. Το ξαναλέω ακόμα μια φορά. Αν αναγνωριστεί σε τρίτους, ξένους δικαστές, ξένες χώρες, εναλλάξ προέδρους, οποιονδήποτε πέραν των αιρετών εκπροσώπων, δικαίωμα επέμβασης και στερηθούν οι Ελληνοκύπριοι από το δικαίωμα και το μέσο της κυριαρχίας και της αυτοάμυνας, τότε, αργά ή γρήγορα, ο πληθυσμός θα έρθει σε σύγκρουση με αυτούς που θάχουν νόμιμο πλέον δικαίωμα να ασκούν κυριαρχία πάνω του. Δεν έχουν μεταβληθεί οι Κύπριοι, η Τουρκία, οι ΗΠΑ και η Βρετανία σε αγγέλους.
Σήμερα υπάρχει μια ισορροπία στην Κύπρο ανάμεσα στην ισχύ της Τουρκίας και των αποικιακών δυνάμεων από τη μια και τη δύναμη του δικαίου της πλειοψηφίας από την άλλη. Αν καταργήσουν οι Ελληνοκύπριοι με την ψήφο τους τα αυτονόητα δικαιώματά τους θα καταστρέψουν αυτή την ισορροπία και αυτό θα δημιουργήσει μια ανισορροπία που είναι βασική προϋπόθεση πολέμου. Επιπλέον οι Ελληνοκύπριοι είναι μαθημένοι να ζουν σε σχετικά κανονικό κράτος, θα υπάρξει λοιπόν μια μερίδα του πληθυσμού που θα αντιδράσει σε τέτοιο σχέδιο και μπορεί να ξανάχουμε τα καλά της περιόδου 1972-1974!
Οι συνέπειες τέτοιοιων τυχοδιωκτισμών δεν θα περιορισθούν στην Κύπρο, που είναι πολύ μεγάλη για να γίνει ειρηνικά ‘Ιμβρος ή Τένεδος. Η Ελλάδα θα γίνει όμηρος μιας κακής λύσης, γιατί θα βασίζεται στην καλή θέληση της ‘Αγκυρας και των δυτικών, να μην πάθουν τίποτα οι Ελληνοκύπριοι. ‘Οχι συμφωνίες για αγωγούς με τον Πούτιν, ούτε την κυριαρχία της στο Αιγαίο και τη Θράκη δεν θα μπορεί να ασκήσει!
Ερ. Μιλώντας για την αριστερά, πως βλέπετε την στάση της στο ζήτημα;
Απ. Η ισότητα είναι στο κέντρο της αριστερής ιδεολογίας. Δεν μπορεί ένας αριστερός να δέχεται ότι η ψήφος του ‘Ελληνα και η ψήφος του Τούρκου θα μετράνε διαφορετικά, ούτε θα ζητήσουμε συγγνώμη γιατί οι ‘Ελληνες είναι 80% του πληθυσμού! Σας θυμίζω εδώ τη θέση του Λένιν, που τάχθηκε υπέρ της αυτοδιάθεσης των εθνών μέχρι και του κρατικού αποχωρισμού: «Πάλη ενάντια στα προνόμια και τη βία του έθνους που καταπιέζει, καμία ανοχή της επιδίωξης προνομίων από το καταπιεζόμενο έθνος». Αυτή είναι η αριστερή άποψη που εμπεδώνει τη δικαιοσύνη, δημιουργεί δυνατότητες όσμωσης των εθνικών ομάδων, υπέρβασης και όχι διαιώνισης του εθνικού ανταγωνισμού.
Ο κ. Χριστόφιας επισημαίνει συχνά τις ευθύνες των εθνικιστών, των σωβινιστών, της ΕΟΚΑ Β΄ κλπ. Ωραία όλα αυτά, αλλά δεν πρέπει να τα βάζουμε μόνο με τα συμπτώματα, πρέπει να βλέπουμε και τα αίτια. Το αίτιο της ανάπτυξης του εθνικισμού, του σωβινισμού και της ακροδεξιάς στην Κύπρο ήταν ιστορικά η μη εκπλήρωση των θεμιτών εθνικών πόθων των Ελληνοκυπρίων, η ματαίωσή τους, που δημιούργησε το πολιτικό έδαφος για την εκμετάλλευση από την ακροδεξιά και τις ξένες υπηρεσίες. Και να σας πω εδώ και μια υποιψία μου. Βλέπω αυτή την υποιστήριξη προς τη συζητούμενη λύση από κύκλους της σκληρής κυπριακής δεξιάς και ακροδεξιάς. Τι έγιναν αυτοί, φίλοι των Τουρκοκυπρίων; ‘Οχι βέβαια, ούτε να τους μυρίσουν δεν θέλουν. Ενδεχομένως σκέφτονται ότι υποστηρίζοντας τη συζητούμενη λύση κάνουν το χατήρι των Αγγλοαμερικανών, που θέλουν να βγάλουν το κυπριακό από τη μέση της τουρκικής ένταξης, και να δώσουν από τώρα τη μισή ψήφο της Κύπρου στην Τουρκία. Στη συνέχεια, όταν καταρρεύσει η λύση, θα φορτώσουν τις ευθύνες στο ΑΚΕΛ και θα μείνουν εθνικιστικά αφεντικά, με τη συνδρομή των Αγγλοιαμερικανών, στη μισή Κύπρο. Τι βέβαιο πάντως είναι ότι, όχι μόνο στην Κύπρο, και στην Ελλάδα, αν η αριστερά αφήσει το έργο της υπεράσπισης των συμφερόντων του ελληνικού λαού διεθνώς στην άκρα δεξιά, τότε θα προσφέρει ιστορική υπηρεσία και στην ακροδεξιά και στον νεοφασισμό.
Η ηγεμονία της ελληνικής Δεξιάς στην Ελλάδα κατέρρευσε εξαιτίας της πολιτικής της στο κυπριακό. Αν η ελληνική και κυπριακή αριστερά-κεντροαριστερά επωμισθούν ρυθμίσεις που κινδυνεύουν να προκαλέσουν νέα τραγωδία, θα έχουμε ένα 1974 από την ανάποδη! Δεν θα επιβιώσει πολιτικο-ιδεολογικά μια παράταξη αν συμβάλει σε ένα τέτοιο αποτέλεσμα, όπως δεν επεβίωσε το ΚΚΕ από τη συμφωνία της Βάρκιζας ή το ΚΚΣΕ από τη διάλυση της ΕΣΣΔ.
Ελπίζω ότι δεν θα ζήσουμε τέτοιες καταστάσεις. Είμαι πολύ ευχαριστημένος γιατί πριν μερικές μέρες, ο πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέκος Αλαβάνος, που μούκανε μεγάλη τιμή παρουσιάζοντας το βιβλίο μου στην Αθήνα, έσπασε την αφωνία της ριζοσπαστικής αριστεράς στην εξωτερική πολιτική ζητώντας να παγώσει η ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας, που πράγματι έχει φτάσει σε σημεία σουρεαλισμού.
Ερ. Γιατί σουρεαλισμού;
Απ. Γιατί μιλάμε για χώρα που δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, κατέχει στρατιωτικά τμήμα της, παραβιάζει όλες τις αποφάσεις του ΟΗΕ, στέλνει πολεμικά πλοία να δημιουργήσουν επεισόδια στην Πάφο και το Καστελόριζο, κάνει ασκήσεις βομβαρδισμού και φωτογραφίζει ελληνικά νησιά, το Αγαθονήσι, το Φαρμακονήσι, τους Φούρνους, διατηρεί casus belli κατά της Ελλάδος, διατηρεί απέναντι από τη Σάμο και τη Μυτιλήνη τον μεγαλύτερο αποβατικό στόλο στον κόσμο! Και τα θύματα αυτών των πολιτικών δεν περνάει μέρα που να μην πούνε ότι υποστηρίζουν την ένταξή της στην ΕΕ. ‘Οχι γιατί κανείς στην Ελλάδα πιστεύει σε μια τέτοια πολιτική, όχι γιατί οι πολίτες της Ελλάδας και της Κύπρου την υποστηρίζουν στην πλειοψηφία τους, αλλά γιατί αυτό επιθυμεί η Ουάσιγκτον!
Ερ. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ θα βοηθήσει στην επίλυση των διαφορών.
Απ. Και τότε γιατί η Τουρκία έχει αποθρασυνθεί από τότε που η Ελλάδα άλλαξε τη θέση της και αποδέχτηκε την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων; Σε τι βοήθησε αυτό την επίλυση των διαφορών; Χειρότερες τις έκανε! Γιατί η Τουρκία αντελήφθη ότι η ελληνική υποστήριξη στην ένταξή της είναι προϊόν φόβου και υποτέλειας και νομίζω ότι εδώ ο φόβος χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει και οργανώσει την υποτέλεια. Αν η Ελλάδα, και η Ευρώπη εδώ που τα λέμε, σεβόντουσαν τον εαυτό τους θα έθεταν τον τερματισμό της κατοχής και της απειλής ως προαπαιτούμενο οποιασδήποτε ενταξιακής πορείας. Αφού η Τουρκία βλέπει ότι εμείς, η άρχουσα τάξη μας δηλαδή και το πολιτικό προσωπικό μας, δεν διαθέτει αυτοσεβασμό, δεν θα μας σεβαστεί περισσότερο από όσο εμείς τον εαυτό μας! Θα επιδιώξει να μπει με το σύνολο των διεκδικήσεών της στην ‘Ενωση και να επιβάλει την ικανοποίησή των αξιώσεών της μέσα σε αυτή, αφού η ένταξη θα της προσφέρει πολύ μεγαλύτερο πολιτικο-διπλωματικό βάρος.
Λένε βέβαια ότι η ένταξη θα κάνει την Τουρκία δημοκρατία και θα αδυνατίσει τον ρόλο του στρατού. Πρόκειται για σύγχυση αιτίου και αιτιατού. Η δύναμη του στρατού στην Τουρκία αντανακλά διάφορους ιστορικούς, κοινωνικούς και διεθνείς παράγοντες, δεν έχει σχέση όμως κατανάγκην με τον επεκτατισμό. Οι στρατιωτικοί οι μάλλον συντηρητικότεροι στο τουρκικό κατεστημένο, αυτοί που θέλουν λιγότερες περιπέτειες. Με ισχυρούς πολιτικούς πρωθυπουργούς υπήρξαν τα μεγαλύτερα προβλήματα στα ελληοτουρκικά. Ο Ερμπακάν ζητούσε το 1974 την κατάληψη όλης της Κύπρου. Ο Ερντογάν σήμερα διεκδικεί την κληρονομιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, επιδιώκοντας να συνθέσει τη δύναμη εθνικιστικής και ισλαμικής ταυτότητας. Από την αρχαία Αθήνα μέχρι τις ΗΠΑ και τη Βρετανία σήμερα, δημοκρατίες, με τη συμβατική τουλάχιστο έννοια του όρου, ξεκίνησαν τις μεγαλύτερες εισβολές και σφαγές στην ιστορία.
Μήπως άλλωστε η συμμετοχή Ελλάδας και Τουρκίας στο ΝΑΤΟ απέτρεψε τη σύγκρουση στην Κύπρο; Η από κοινού συμμετοχή σε έναν οργανισμό
όπως η ΕΕ δεν εξασφαλίζει την ειρήνη. Η ένταξη όμως της Τουρκίας καθιστά δυσμενέστερο τον συσχετισμό δυνάμεων για την Ελλάδα, Αν σήμερα η Τουρκία δοκιμάσει να επιτεθεί, θα είναι επίθεση κατά ευρωπαϊκής χώρας. Αύριο θα είναι διαμάχη δύο ευρωπαϊκών χωρών.
Κοιτάξτε, εγώ διαφωνώ γενικότερα με την πολιτική της διεύρυνσης της ΕΕ, γιατί η διεύρυνση είναι, μαζί με την αέναη απελευθέρωση των αγορών, κατεξοχήν εργαλείο εμπέδωσης ενός νεοφιλελεύθερου και ατλαντικού οικοδομήματος στην Ευρώπη, μιας «αυτοκρατορίας», όπως την ονόμασε ο Μπαρόζο, ιδεολογικού και οικονομικού παραπληρώματος του ΝΑΤΟ. Οι Ευρωπαίοι πολίτες το καταλαβαίνουν ενστικτωδώς. Δεν το καταλαβαίνει η ευρωπαϊκή αριστερά, δυστυχώς και στην ριζοσπαστική συνιστώσα της, με ελάχιστες εξαιρέσεις όπως ο Λαφονταίν ή ο Φαμπιούς. Αφήνει έτσι ένα τεράστιο πεδίο να το εκμεταλλευθεί η δεξιά και ακροδεξιά. Αυτός ήταν βασικός λόγος που βγήκε ο Σαρκοζί.
Πρέπει να είμαστε σοβαροί. Η ανατολική Ευρώπη μπήκε χωρίς να υπάρχει καμία προϋπόθεση ομαλής ενσωμάτωσης και εναρμόνισης προς τα πάνω των κοινωνικών, των οικολογικών στάνταρ, χώρια του ότι φέρονται ως αμερικανικά προτεκτοράτα. Αν θέλουμε να διαλύσουμε την Ευρώπη ως δυνάμει χειραφετήσιμο και να υπονομεύουσμε το κοινωνικό κράτος της Δυτικής Ευρώπης αυτός είναι ο τρόπος να το κάνουμε. Και γι’ αυτό υποστηρίζουν με τόσο φανατισμό τη διεύρυνση Βρετανία, ΗΠΑ και Ισραήλ, που είναι μια κρυφή υπερδύναμη και θέλει να μπει κι αυτό μετά την Τουρκία. Αλλά τι δουλειά έχει αυτό με την αριστερά; Δεν λέω ότι δεν θα μπορούσε υπό άλλους όρους και άλλες πολιτικές να γίνει διεύρυνση, αλλά αυτό θα προϋπέθετε μία αποσαφήνιση σε προοδευτική κατεύθυνση του ευρωπαϊκού σχεδίου, ριζική αλλαγή του μοντέλου της ΕΕ, σχέδιο Μάρσαλ κλπ. Σήμερα έχουμε ένα αντιδραστικό ευρωπαϊκό σχέδιο, που γίνεται πιο αντιδραστικό με κάθε νέα ένταξη.
Σήμερα γίνεται μια σύγκρουση στην Ευρώπη. Υπάρχουν δυνάμεις που, με τρόπο ασυνεπή βεβαίως, δεδομένης και της ταξικής τους φύσης, τάσσονται υπέρ μιας πιο ανεξάρτητης Ευρώπης. Υπάρχει μια κοινή γνώμη που αντιδρά ενστικτωδώς στη διεύρυνση, που, στο κάτω-κάτω, είναι μια απόφαση που οφείλουν να πάρουν οι λαοί, ανεξαρτήτως του τι πιστεύουμε εμείς. Η Ελλάδα, η αριστερά της, με ποιό στρατόπεδο έχει συμφέρον να συμμαχήσει; Με τους Αγγλοαμερικανούς και την «αυτοκρατορία», ή με όσους, έστω ασυνεπώς, θυμούνται ακόμα την ιδέα της ανεξάρτητης Ευρώπης, ή εκφράζουν την αντίθεση των λαών στη διεύρυνση, που είναι ουσιαστικά αντίσταση στην παγκοσμιοποίηση, ενστικτώδης προσπάθεια προστασίας ενός εθνικού πλαισίου που εξασφαλίζει κάποια δημοκρατία και κοινωνική προστασία;
Ερ. Ένα μεγάλο ζήτημα για την αριστερά σήμερα είναι το πως αντιλαμβάνεται τον διεθνισμό...
Απ. Η λέξη διεθνισμός προϋποθέτει έθνη. Διότι υπάρχει μια θεωρία ότι είναι αυθαίρετα. Μια χονδροειδής αφομοίωση του μαρξισμού λέει ότι όλα είναι παραγωγική βάση, ο καπιταλισμός χρειάζεται φαντασιώσεις, μία από τις οποιίες είναι το ‘έθνος. Αλλά δεν υπήρχε καπιταλισμός στην εποχή του Ηροδότου! Στην Ελλάδα έχουμε πολλά αυθαίρετα, νομίζουμε ότι και οι έννοιες και τα πάντα είναι αυθαίρετα. Αυτός είναι, για όσους ενδιαφέρονται για μαρξιστικές εξηγήσεις, ο πραγματικός τρόπος που το υλικό οικοδόμημα, τα ευρωπαϊκά προγράμματα δηλαδή και η υπόσχεση μιας καλής καριέρας, επηρεάζουν το «εποικοδόμημα», τις ιδέες των επαγγελματιών εξ οφίτσιο διανοουμένων. Για να ξαναγυρίσω στην ερώτηση, διεθνισμός σημαίνει να ενώσουμε τα έθνη, σε συνεργασία και όχι αντιπαράθεση. Για να τοι κάνουμε, πρέπει να λύσουμε δίκαια τις διαφορές τους, όχι να πριμοδοτήσουμε την καταπίεση του ενός από το άλλο. Γιατί οι Έλληνες της Κύπρου να μην έχουν τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται σε όλους τους λαούς, πρέπει μήπως να ζητήσουν συγγνώμη γιατί είναι 80%; Όταν μάλιστα κομμουνιστές δώσανε τη ζωή τους για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα που ήταν μια άσκηση του δικαιώματος για την αυτοδιάθεση. ‘Οταν ο μεγάλος Τούρκος ποιητής και κομμουνιστής Ναζίμ Χικμέτ καλούσε τους συμπατριώτες του να μην αντιτάσσονται στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου.
Υπάρχει και ο «διεθνισμός της αυτοκρατορίας», για τον οποίο κάθε εθνικισμός που αντιτάσσεται, ο ρώσικος, ο σέρβικος, ο ιρανικός, ο παλαιστινιακός είναι κακός, κάθε εθνικισμός που συμμαχεί, ο γεωργιανός π.χ. είναι καλός. Ακούμε πολλά για εθνικισμούς, δεν ακούμε ποτέ τίποτα αμεριικανικό ή βρετανικό εθνικισμός, για εβραϊκό φονταμενταλισμό; Αυτές οι δυνάμεις που επιδιώκουν να χτυπήσουν το έθνος-κράτος για να θεμελιώσουν μία παγκόσμια δικτατορία «των αγορών», ολοκληρωτική «αυτοκρατορία της παγκοσμιοποίησης». Αυτού του είδους η ένωση των εθνών, αυτού του είδους ο «διεθνισμός» είναι βαθιά αντιδραστικός και αντιδημοκρατικός.
Πρέπει να ορίσουμε τις έννοιες. Δεν μπορούμε να εξισώνουμε αποικιοκρέτες και αποικιοκρατούμενους, θύτες και θύματα, καταπιεστές και καταπιεζόμενους. Ιδιαίτερα πρέπει να το κάνουμε σε μία χώρα όπου το επαναστατικό, δημοκρατικό, πληβειακό, κοινωνικό στοιχείο, από τον Κολοκοτρώνη μέχρι το δημοψήφισμα του 2004 στην Κύπρο ήταν αυτό που αντιστάθηκε κυρίως στις ξένες επιβουλές, μια χώρα που της ζητάνε εθνικά επώδυνες και αντιδημοκρατικές ρυθμίσεις και «προσαρμογές» και η άρχουσα τάξη της οποίας είναι χαρακτηριστικά απρόθυμη να την υπερασπιστεί; ‘Η μήπως η αριστερά θα μπορέσει να κάνει προοδευτικότερη πολιτική, αν η Ελλάδα και η Κύπρος γίνουν προτεκτοράτα;
Τα τελευταία χρόνια, λυπάμαι και ντρέπομαι που το λέω, αναπτύχθηκε στη χώρα μας ένα είδος αντιθενικιστικής «αριστεράς», αμερικανικής στην πραγματικότητα «αριστεράς». Ελπίζω ότι πρόκειται περί λάθους και ιδεοληψίας. Αλλά δεν είναι δυνατόν να διαβάζω, σε μια χώρα που η αριστερά της έδωσε ποτάμια αίματος για την υπεράσπισή της, που ηγήθηκε της εθνικής αντίστασης, που υπέστη αποστασία και δικτατορία για να «λυθεί» το κυπριακό, δεν μπορώ να διαβάζω τον Ηρακλείδη, που υποστηρίζει ότι είναι μαθητής του Κύρκου, και διερωτώμαι τι λέει ο Κύρκος για τους μαθητές του, να γράφει ότι δεν βρέθηκε απόδειξη του ρόλου της CIA στο πραξικόπημα κατά του Μακαρίου! Εκπλήσσομαι ακόμα πιο δυσάρεστα βλέποντας την Αυγή, αντί να προβάλει τις δηλώσεις Αλαβάνου, να δημοσιεύει σε περίοπτη θέση ανεκδιήγητο άρθρο ενός Θεοδωρίδη, που λέει ότι η κυπριακή τραγωδία είναι προϊόν του ελληνικού εθνικισμού ή ότι φταίμε γιατί επεκτείναμε το ελληνικό κράτος οκτώ φορές εις βάρος της Τουρκίας μετά το 1830, ή την «πλατφόρμα» Μηλιού, Θεοδωρίδη, Βωβού υπέρ της αναγνώρισης των αποτελεσμάτων της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο! Δεν θα ήθελα να το πω, αλλά είναι βέβαιο ότι δεν είναι καθόλου δυσαρεστημένοι στην αμερικανική πρεσβεία με παρόμοιες θέσεις.
Η ελληνική κοινωνία αντιμετωπίζει σήμερα μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις της μεταπολεμικής ιστορίας της. Κρίση οικονομική, κοινωνική, πολιτική και εθνική. Είναι τέτοια η δύναμη του φαινομένου, τέτοιο το βάθος αυτής της κρίσης, που θα σαρώσει πολιτικές δυνάμεις που δεν έχουν να πουν τίποτα, πέραν ευχολογίων και γενικοτήτων, που θα μπορούσαν να διατυπωθούν με την ίδια ευκολία και προ 30 ετών και μετά 30 χρόνια, που δεν έχουν άποψη για την οικονομία, την κοινωνία, την εξωτερική πολιτική, που δεν έχουν διέξοδο να προτείνουν στον ελληνικό λαό, να απαντήσουν στα πραγματικά ζητήματα που βιώνει και τον ανησυχούν. Αργά ή γρήγορα ο ελληνικός λαός θα αναζητήσει πολιτικές δυνάμεις για να τον βγάλουν από την κρίση. Αν δεν προσφέρει τη διέξοδο η αριστερά, θα βρεθούνε άλλοι. Κι αν η σημερινή ηγεσία της ριζοσπαστικής αριστεράς δεν έχει απαντήσει σε όλα, ας ανοίξει τουλάχιστο τη συζήτηση, στα πλαίσια ενός δημοκρατικά οργανωμένου, από τη βάση στην κορυφή, κινήματος, ας απευθυνθεί στην κοινωνία, αντί να φυλάει καρέκλες και οφίτσια.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)