Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
‘Hταν Ιούλιος του 1991, σε μια δεξίωση του Σοβιετικού Προέδρου Μιχαήλ Γκορμπατσώφ στη Μόσχα, όταν είδα νάρχεται καταπάνω μου, εξοργισμένος και φουριόζος, ένας Αυστριακός φίλος, ανταποκριτής στην ΕΣΣΔ της κρατικής ραδιοτηλεόρασης της χώρας του. Μόλις είχε γυρίσει από τη Βιέννη. Αγανακτισμένος και σοκαρισμένος, μου διηγήθηκε μια συζήτηση που είχε με έναν Υπουργό της κυβέρνησής του, που έτριβε τα χέρια του από ικανοποίηση για τον επερχόμενο πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία. Με τον πόλεμο, προέβλεπε ο Υπουργός, θα κλείσει η σιδηροδρομική και οδική σύνδεση μέσω Γιουγκοσλαβίας και οι Αυστριακοί θα βγάλουν τρελλά λεφτά γιατί έχουν συμφωνήσει τον εκσυγχρονισμό των βουλγαρικών σιδηροδρόμων. Δεν καταστρέφεις τον κόσμο μόνο για το κέφι σου ή τις φαντασιώσεις μιας αναβίωσης των Αψβούργων, συνήθως κυττάς να βγάλεις και κάτι.
Μάρτυς ορισμένων τέτοιων περιστατικών, λόγω ενδιαφέροντος και επαγγελματικής ιδιότητος, τα έχω αποθηκεύσει στη μνήμη μου, μη ξεχαστώ κι εγώ από την παραπλανητική ρητορεία των κυρίαρχων, και αγνοήσω την αποτρόπαιη πραγματικότητα του “προϊστορικού”, βάρβαρου κόσμου μας. Συνάντησα άλλωστε έκτοτε πολλές φορές αυτό τον θανατηφόρο συνδυασμό ιδιοτέλειας και μυωπίας που οδηγεί στις μεγάλες καταστροφές. Νομίζω ότι τον διακρίνω και στον τρόπο που οι ευρωπαϊκές ελίτ, περιλαμβανομένης της ελληνικής, αντιμετωπίζουν το ελληνικό-ευρωπαϊκό ζήτημα, αυξάνοντας την πιθανότητα “πολέμων χρέους” στην Ευρώπη, που θα καταστρέψουν τις κοινωνίες μας, καθιστώντας τες έρμαια του αναδυόμενου “Κράτους των Αγορών”, με τον ίδιο μηχανισμό που οι “στρατιωτικοί πόλεμοι” του 20ού άφησαν την ήπειρο έρμαιο των ΗΠΑ.
Το παράδειγμα της Γιουγκοσλαβίας
Η Γιουγκοσλαβία του Τίτο ήταν μια ιδιότυπη σύνθεση μέσα στην αντίφαση. Μεταξύ σχεδίου και αγοράς, σοσιαλισμού και καπιταλισμού, ελευθερίας και αυταρχισμού, Ανατολής και Δύσης. Προσπάθησε να αποφύγει τον τερατώδη δρόμο του σοβιετικού Λεβιάθαν, εισάγοντας την αυτοδιαχείριση και καθιστάμενη σύμβολο του αντισταλινικού κομμουνισμού (ως γραμματέας της Τετάρτης Διεθνούς, ο δικός μας Μιχάλης Ράπτης οργάνωνε τότε “ταξιαρχίες νέων” από όλο τον κόσμο να τη βοηθήσουν). Το Κόμμα όμως διατήρησε ζηλότυπα την πολιτική εξουσία, αρνούμενο να γενικεύσει την ιδέα πέραν του εργοστασιακού επιπέδου. Αργότερα, η είσοδος του ΔΝΤ υπονόμευσε συστηματικά τα “σοσιαλιστικά” στοιχεία της γιουγκοσλαβικής οικονομίας, αλλά και ευνόησε από τότε τις φυγόκεντρες τάσεις, που οδήγησαν στην τραγωδία της δεκαετίας του 1990. Ο Τάκης Μπενάς, που συμμετείχε σε μια αντιπροσωπεία του ΚΚΕεσ. που είδε τον Τίτο πριν τον θάνατό του, διηγείται την ομολογία του Γιουγκοσλάβου ηγέτη ότι το πείραμα απέτυχε.
Τα κριτήρια βέβαια της Ιστορίας δεν είναι τα ίδια με αυτά της Πολιτικής. Απέτυχε μεν ως πείραμα εγκαθίδρυσης μιας ιδανικής κοινωνίας, η Γιουγκοσλαβία υπήρξε όμως ένα σχετικά ελπιδοφόρο πείραμα, σχετικής τουλάχιστον ελευθερίας για τον λεγόμενο “σοσιαλιστικό κόσμο”, που ασφαλώς θα μελετήσει προσεκτικά η ανθρωπότητα, αν ξαναθέσει το ζήτημα της οικονομικής δημοκρατίας. ¨Ηταν επίσης ένα πολύ επιτυχές πείραμα ειρηνικής και δημοκρατικής εθνικής συνύπαρξης, με την εξαίρεση ίσως των Αλβανών. Τη θαύμαζαν σε Ανατολή και Δύση, τη θεωρούσαν το “στολίδι των Βαλκανίων”.
Αυτά, μέχρι το 1990, όταν “αυτοκτόνησε” o “σοβιετικός κομμουνισμός”, ανατρέποντας τις βασικές ισορροπίες που είχαν προκύψει στο έδαφος της νίκης επί του φασισμού, το 1945. Δηλαδή τη γεωπολιτική ισορροπία Ανατολής και Δύσης και την κοινωνική ισορροπία Κεφαλαίου και Εργασίας. Η άνοδος του νεοφιλελευθερισμού στο οικονομικό επίπεδο, η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και της διεθνούς αριστεράς στο πολιτικό, τροποποίησαν δραματικά τα παγκόσμια δεδομένα, ξεκινώντας μια σειρά από “μετασεισμούς”, οδηγώντας στους διαδοχικούς αραβικούς πολέμους και, τώρα, στο εγχείρημα κατεδάφισης της κοινωνικής, δημοκρατικής Ευρώπης που άρχισε από την Ελλάδα. Μαζί με τις παγκόσμιες ισορροπίες, κατέρρευσε και το σύμβολό τους, η γιουγκοσλαβική τους “συμπύκνωση”.
Οι έμποροι των Εθνών
Η ιθύνουσα, όλο και περισσότερο αστικοποιούμενη, γραφειοκρατία γρήγορα διασπάστηκε, μεταξύ όσων επεδίωκαν να διατηρήσουν μια ισχυρή εθνική εξουσία, στη μετάβαση προς τον καπιταλισμό και όσων προσανατολίστηκαν σε μια πλήρως εθελόδουλη ένταξη στο δυτικό σύστημα. Οι δύο πτέρυγες βρήκαν νομιμοποιητική βάση στις εκατέρωθεν εθνικές ταυτότητες. Δεν θα είχαν όμως φτάσει εύκολα στον εμφύλιο, αν οι γραφειοκρατίες των “περιφερειακών” Δημοκρατιών δεν έβρισκαν πρόθυμο στήριγμα στη Γερμανία και το Βατικανό. Αν κάποιοι θα έπρεπε να δικαστούν για το έγκλημα στη Γιουγκοσλαβία, αυτοί θα ήταν, πριν από όλους, ο Κολ, ο Γκένσερ και ο Ιωάννης-Παύλος.
Τον Δεκέμβριο του 1991, εκμεταλλευόμενη το κενό εξουσίας στη Μόσχα, η Γερμανία επέβαλε στην ΕΟΚ την αναγνώριση των ομόσπονδων Δημοκρατιών ως ανεξαρτήτων κρατών. Η μετατροπή των εσωτερικών διοικητικών ορίων σε διεθνή σύνορα, δεν ήταν μόνο μια κραυγαλέα παραβίαση των συμφωνιών του Ελσίνκι, κατέστησε και αναπόφευκτους τους πολέμους που ακολούθησαν. Μέσα στα νέα κράτη ζούσαν συμπαγείς σερβικοί πληθυσμοί, που φυσικά δεν θα αποδέχονταν ποτέ ειρηνικά ότι … μετανάστευσαν ξαφνικά στο … εξωτερικό!
Η Γερμανία όμως δεν σκέφτηκε, ξεκινώντας ουσιαστικά τον πόλεμο, αν μπορεί όντως να τον τελειώσει. Αυτός ο τρόπος δράσης είναι «κλασικός» για αυτή τη χώρα, αφού συνέβη και με τους δύο παγκόσμιους πολέμους και με τον οικονομικό πόλεμο κατά της Ελλάδας το 2009-10 και ερμηνεύεται από ιδιαίτερους ιστορικούς και ψυχολογικούς όρους. Παραδόξως μάλιστα, υπάρχει μεγάλη ομοιότητα μεταξύ σερβικής και γερμανικής αλαζονείας, αμφότερες κυττάνε τις μικρότερες δυνάμεις, αγνοώντας τις μεγαλύτερες που καραδοκούν!
Το αποτέλεσμα ήταν ότι, η πρώτη πράξη γερμανικής και, κατ’ επέκτασιν, ευρωπαϊκής «στρατηγικής ενηλικίωσης» μετά το τέλος του “Ψυχρού Πολέμου” δεν κατέληξε πουθενά αλλού παρά στην … πανηγυρική επιστροφή των Αμερικανών στα Βαλκάνια! Και οι Αμερικανοί αντάμειψαν τη γερμανική στρατηγική ηλιθιότητα κολακεύοντας τον γερμανικό ραβανσισμό – τα γερμανικά αεροπλάνα ήταν τα πρώτα που βομβάρδισαν το Βελιγράδι της αντίστασης στον φασισμό! Ακόμα και ο Γιόσκα Φίσερ σόκαρε έναν συνομιλητή του, νυν Πρωθυπουργό στην Ευρώπη, όταν εξέφρασε χαρά για τον πόλεμο στον Κόσοβο, με το επιχείρημα “είναι ο πρώτος πόλεμος που θα κερδίσουμε”.
Πολύ πιο μαθημένη από τους Γερμανούς στο παιχνίδι της κυριαρχίας, η Θάτσερ αναγνώρισε ότι τα Βαλκάνια έγιναν, με αυτούς τους πολέμους, το πειραματόζωο της νέας παγκόσμιας τάξης, στην πραγματικότητα μιας αυτοκρατορίας του χάους και του κατακερματισμού.
Τα ερείπια που καπνίζουν
Σήμερα, το κάποτε στολίδι των Βαλκανίων είναι ένας σωρός από εθνικά και κοινωνικά ερείπια, μια σειρά μικροκρατών, έρμαιων των διεθνών δυνάμεων. Πέντε «κράτη» φύτρωσαν στο έδαφος ενός. Καμιά από τις πέντε χώρες, ούτε καν οι πιο εύπορες Σλοβενία και Κροατία, δεν έχουν φτάσει ακόμα το ΑΕΠ του 1990! Το διεθνές έγκλημα απέκτησε πολύ βολικά «δουκάτα» στο Κόσοβο και το Μαυροβούνιο. Αφού γνώρισαν την κρίση του τιτοϊκού πολυεθνικού «σοσιαλισμού» και τις οδύνες των νεοφιλελεύθερων «θεραπειών-σοκ» και των εμφύλιων συρράξεων, οι Γιουγκοσλάβοι πλήττονται τώρα από την κρίση του καπιταλισμού και τον απατηλό χαρακτήρα του ευρωπαϊκού ονείρου. Τα Βαλκάνια στο σύνολό τους, έγιναν μια μαύρη τρύπα του διεθνούς συστήματος, που περιμένει τη σωτηρία της.
Konstantakopoulos.blogspot.com
Kόσμος του Επενδυτή, 25.6.2011
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Ωραία όλα τα συνομοσιολογικά που αναφέρετε αλλά η δύναμη που διέλυσε την Γιουγκοσλαβία δεν ήταν ούτε τα παιχνίδια εξουσίας της Γερμανίας, ούτε της Αυστρίας, ούτε της Αμερικής.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤίποτα από αυτα δεν θα συνέβαινε αν η χώρα αυτή δεν απαρτιζόταν απο έθνη διαφορετικά που από πάντα επιθυμούσαν την αυτοδιάθεσή τους. Απλώς η συγκυρία βοήθησε. Τίποτα άλλο. Τα άλλα είναι περιττά. Η κινητήριος δύναμη της ιστορίας ήταν, είναι και θα είναι μία: τα έθνη.