Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Σε ένα ξέσπασμα θυμού, ο συνήθως πολύ πειθαρχικός και συγκρατημένος Υπουργός Μεταφορών Δημήτρης Ρέππας είπε, απευθυνόμενος στον “Υπερπρωθυπουργό”, εκ της ιδιότητός του ως “τοποτηρητή” της τρόικας, Γιώργο Παπακωνσταντίνου ότι “οι ιδέες, το ΠΑΣΟΚ και η Ελλάδα” θα υπάρχουν και μετά το μνημόνιο.
Oρθότερο θα ήταν νάλεγε ότι “οι ιδέες, το ΠΑΣΟΚ και η Ελλάδα” πρέπει να υπάρχουν και μετά το Μνημόνιο. Οι ιδέες μοιάζουν πεθαμένες εδώ και πολύ καιρό, το ΠΑΣΟΚ δύσκολα βλέπει κανείς πως θα επιβιώσει μετά από αυτή την περιπέτεια, ενώ ζητούμενο παραμένει δυστυχώς και η ύπαρξη της Ελλάδας, με τη μορφή τουλάχιστο που τη γνωρίσαμε κατά τον 20ό αιώνα. Μόνο μια πολύ ισχυρή, εναργής και έγκαιρη επέμβαση του ελληνικού λαού και τμημάτων τουλάχιστον της πολιτικής ελίτ του, αν εκδηλωθεί, θα μπορέσει να αποτρέψει κατστροφικές εξελίξεις.
Ο ελληνικός λαός βρίσκεται σήμερα ενώπιον κινδύνων μεγαλύτερων, όχι μικρότερων, από αυτούς που αντιμετώπισε το καλοκαίρι του 1974. Αναφερόμαστε, στο άρθρο αυτό, αποκλειστικά στους εξωτερικούς κινδύνους, όχι στην βαθιά εσωτερική, οικονομική και ευρωπαϊκή-διεθνή κρίση. Που, όχι μόνο συνιστούν από μόνες τους σοβαρότατες απειλές για την Ελλάδα, αλλά και αλληλεπιδρούν πολύπλευρα με τις εξωτερικές απειλές.
Στην Κύπρο απειλείται η ίδια η υπόσταση του κυπριακού κράτους, στην Ελλάδα η κυριαρχία, η ανεξαρτησία και διπλωματική ισχύς του ελληνικού. Αν η υπαγωγή σε διεθνή οικονομική εποπτεία κλονίζει όση “εσωτερική” λαϊκή κυριαρχία διαθέτουμε, οι κυοφορούμενες “ρυθμίσεις” σε Αιγαίο-Κύπρο απειλούν την “εξωτερική” κυριαρχία, ασφάλεια και ζωτικά εθνικά συμφέροντα του ελληνικού λαού.
Κύπρος και Ελλάδα βρίσκονται σήμερα σε καμπή ανάλογη, ίσως πιο επικίνδυνη, από αυτή που βρέθηκαν παραμονές του αμερικανοχουντικού πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, το 1974.
Το 1973-74, η Τουρκία άνοιγε τον κύκλο των διεκδικήσεων, αμφισβητώντας το καθεστώς της Λωζάννης στο Αιγαίο και καταλαμβάνοντας τη μισή Κύπρο. Τώρα, επιδιώκει να ολοκληρώσει τον κύκλο, επιβάλλοντας τελικά τις ρυθμίσεις που επιδιώκει σε Αιγαίο, Κύπρο, Θράκη. Τέτοιες ρυθμίσεις οδηγούν στο τέλος του νεοελληνικού (και κυπριακού) κράτους, με τη μορφή τουλάχιστο που τα γνωρίσαμε στον 20ό αιώνα.
Η Άγκυρα επιδιώκει επίσης να άρει με τον τρόπο αυτό το κυριότερο εμπόδιο για την ένταξή της στην ΕΕ, που είναι το Κυπριακό και οι ελληνοτουρκικές διαφορές. Μια τέτοια ένταξη θα αφαιρούσε από την Ελλάδα ένα σημαντικό στρατηγικό της πλεονέκτημα: ότι ανήκει σε μια ισχυρή Ένωση, στην οποία δεν ανήκει η Τουρκία.
Αυτό που κάνει ακόμα πιο επικίνδυνες για την Ελλάδα αυτές τις πολιτικές, είναι το ότι συνδέονται όχι μόνο με τον τουρκικό επεκτατισμό, αλλά και με την έμμονη ιδέα και επιδίωξη της Δύσης, υπό τη μορφή της Βρετανικής Αυτοκρατορίας στο παρελθόν, υπό τη μορφή μιας άλλης, πιο πολυεθνικής “Αυτοκρατορίας” σήμερα (στον ηγετικό πυρήνα της οποίας συμμετέχουν ΗΠΑ, Βρετανία, Ισραήλ, διεθνείς τράπεζες κ.α.), να ελέγξει απολύτως τον άφθαστης στρατηγικής αξίας ελληνικό και κυπριακό χώρο, να τον στερήσει από τα μέσα της ανεξαρτησίας του, αποτρέποντας και οποιαδήποτε προσέγγιση με τη Ρωσία. Μια τέτοια προσέγγιση είναι ο διαχρονικός εφιάλτης Λονδίνου και Ουάσιγκτον, τουλάχιστο επί δύο αιώνες. Ειρήσθω εν παρόδω, τα δύο αυτά κέντρα ποτέ δεν αντιμετώπισαν το ελληνικό και το τουρκικό έθνος ως πλήρη, ‘κανονικά’ τμήματα της Δύσης, με τελευταία εκδήλωση αυτής της τάσης τις ιδέες Χάντιγκτον.
Επιπλέον, η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ συνιστά κεντρική αμερικανική στρατηγική που αποσκοπεί, αφενός να ολοκληρώσει τη διάλυση της Ευρώπης, αφετέρου να αυξήσει την εξάρτηση του τουρκικού κράτους από τις δυτικές δομές. Επειδή αυτή η ένταξη προκαλεί αντιδράσεις σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ιδίως Γαλλία και Γερμανία, προσφέρει στην Αθήνα τη δυνατότητα σύναψης ισχυρών συμμαχιών. Δυστυχώς όμως κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό, γιατί η τουρκική ένταξη έχει μετατραπεί, εκτός από μεγάλη ιδέα του Σταίητ Ντηπάρτμεντ, και σε μεγάλη ιδέα της ελληνικής κυβέρνησης!
Η φανατική, δογματική, άνευ ανταλλαγμάτων ελληνική προσήλωση στην τουρκική ένταξη , έχει ως αποτέλεσμα μεγάλη απομόνωση της Αθήνας. Η Ελλάδα έχει καταφέρει να αντιμετωπίζεται με περιφρόνηση και από αυτούς που ωφελούνται από την πολιτική της (HΠΑ, Βρετανία, Τουρκία) και από τον γαλλογερμανικό άξονα!
Η σύνδεση των τουρκικών με ευρύτερες “αυτοκρατορικές” στρατηγικές κάνει ασφαλώς πιο δύσκολα και περίπλοκα τα πράγματα, δεν στερεί όμως τον ελληνικό λαό και τα κράτη του από τις απαραίτητες δυνάμεις για να αμυνθούν στην Τουρκία. Μια τέτοια άμυνα δεν προσκρούει στην έλλειψη μέσων ή στον συσχετισμό δυνάμεων, ακόμα και σε συνθήκες οικονομικής κρίσης. Προσκρούει αφενός μεν στο φοβικό σύνδρομο έναντι της Άγκυρας, αφετέρου δε και κυρίως στη διαχρονική απροθυμία, για να το πούμε ευγενικά, των ελληνικών-κυπριακών ελίτ να συγκρουσθούν σε οποιοδήποτε ζήτημα με την Ουάσιγκτον και το Λονδίνο, ακόμα κι όταν κινδυνεύουν θανάσιμα ζωτικά ελληνικά συμφέροντα!
Η κατάσταση είναι σήμερα πιο επικίνδυνη από το παρελθόν, και γιατί τα μέσα είναι διαφορετικά από το 1973-74. Τώρα, δεν έχουμε να κάνουμε με τον κίνδυνο μιας στρατιωτικής εισβολής, που είναι φυσικά μια τραγική εξέλιξη, αλλά κινητοποιεί τον λαό που δέχεται την επίθεση και προκαλεί την διεθνή κοινή γνώμη. Αντιμετωπίζουμε μια ειρηνική, πολύ πιο έμμεση, και γι΄ αυτό πολύ πιο επικίνδυνη, πολιτικο-διπλωματική και ιδεολογική επίθεση, η απάντηση στην οποία εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις ιδιότητες, ιδιαίτερα τον βαθμό ανεξαρτησίας των ηγεσιών Ελλάδας-Κύπρου. Εκεί όμως είναι συνήθως η αχίλλειος πτέρνα της Ελλάδας.
Το 1973-74, οι Αγγλοαμερικανοί χρησιμοποίησαν τους Έλληνες “εθνικόφρονες” και “ενωτικούς”, εναντίον του έθνους και της ένωσης. Κορόιδεψαν τον Ιωαννίδη με τον ίδιο τρόπο που οι Αμερικανοί και Ισραηλινοί σύμβουλοί του κορόιδεψαν τον Σαακασβίλι το 2008 (μια υπόθεση μάλιστα στην οποία ενεπλάκη κατά τα φαινόμενα και ο φίλος και συνεργάτης του Γιώργου Παπανδρέου, ΄Αλεξ Ρόντος). Και στις δύο περιπτώσεις, έσπρωξαν δύο εθνικιστές ηγέτες σε μια εξτρεμιστική περιπέτεια, που κατέστρεψε μεν τις χώρες τους, εξυπηρέτησε όμως τα δικά τους συμφέροντα.
Αν τότε χρησιμοποίησαν τον εθνικισμό, τώρα επιδιώκουν να χρησιμοποιήσουν τον “διεθνισμό”, τον “κοσμοπολιτισμό”, τη διάθεση προσέγγισης με την Τουρκία, το κύρος της κυπριακής αριστεράς, του ΠΑΣΟΚ και του ονόματος Παπανδρέου, για την πραγματοποίηση σκοπών που είναι θεμελιωδώς αντίθετοι με τους ίδιους τους ιστορικούς λόγους γέννησης και ύπαρξης Αριστεράς και ΠΑΣΟΚ. Τα μέσα και οι δυνάμεις είναι πολύ διαφορετικά, η επιδίωξη όμως παραμένει η ίδια: η απόσπαση της Κύπρου και του Αιγαίου από την κυριαρχία του ελληνικού λαού, που νομίμως και δικαίως την ασκεί ή την διεκδικεί.
Στον Ιωαννίδη και τον Σαακασβίλι υποσχέθηκαν την εκπλήρωση εθνικών πόθων, όπως η ένωση Ελλάδας-Κύπρου ή η αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας της Γεωργίας. Στους Παπανδρέου και Χριστόφια υπόσχονται Βραβεία Νόμπελ για την λύση του Κυπριακού και τη νέα ελληνοτουρκική φιλία. Επιδιώκουν να κρύψουν την ουσία των ρυθμίσεων που θέλουν να “πουλήσουν” στον ελληνικό λαό πίσω από φιλειρηνικές ουτοπίες.
Δεν λείπουν και οι, συνήθως υφέρπουσες απειλές, που αφήνεται να εννοηθούν, όπως με την τελευταία έκθεση του STRATFOR, για το κόστος μιας αντίστασης. Παρόλο που όλη η νεώτερη ελληνική ιστορία είναι αψευδής μάρτυς του πως η έλλειψη ανεξαρτησίας και η άκριτη, πειθήνια ταύτιση της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας με δυτικά συμφέροντα, υπήρξε η άμεση αιτία για τις μεγαλύτερες καταστροφές της ελληνικής ιστορίας, περιλαμβανομένου του εμφυλίου, των συνθηκών Ζυρίχης/Λονδίνου και της εισβολής του 1974. Τα “Nαι” των ηγετών του πλήρωσε πολύ ακριβά ένας λαός που επανειλημμένα μεγαλούργησε με τα “’Oχι” του.
Μια προσεκτική ματιά στις συζητούμενες ρυθμίσεις για την Κύπρο και το Αιγαίο επιβεβαιώνει ότι πίσω από το “τυρί” της ειρήνης και της φιλίας, κρύβεται μια θανάσιμη “φάκα” για τον ελληνικό λαό. Γι΄ αυτά όμως σε επόμενο άρθρο.
Επίκαιρα, 29.7.2010
konstantakopoulos.blogspot.com
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.